Ενημερωτικόν Υπόμνημα
υπό Θεοδώρου Σαρ. Θεοδωροπούλου, Δικηγόρου παρά τω Αρείω Πάγω, ε.τ.
ΔΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΣΥΡΘΗ ΑΜΕΣΩΣ ΤΟ ΕΚΠΟΝΗΘΕΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΠΟΜΑΚΡΥΘΕΝΤΑ ΥΠΟΥΡΓΟΝ ΠΑΙΔΕΙΑΣ κ. ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΝ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΝ ΥΠΟ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟΝ «ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΟΡΦΗΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ», Η ΨΗΦΙΣΙΣ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΘΑ ΕΠΙΦΕΡΗ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗΝ ΚΑΤΑΛΥΣΙΝ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΘΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΗ ΤΕΡΑΣΤΙΑΝ ΑΝΑΣΤΑΤΩΣΙΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΧΩΡΑΝ ΜΑΣ ΜΕ ΑΤΕΡΜΟΝΑΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΑΣ ΚΑΙ ΕΞΩΔΙΚΟΥΣ ΔΙΕΝΕΞΕΙΣ.
Η θρησκευτική ελευθερία, κορυφαίον και αδιαπραγμάτευτον ατομικόν δικαίωμα, προστατεύεται σήμερον πλήρως και απολύτως (και κατά τρόπον μηδεμίαν αφίεντα ρωγμήν) εις την Πατρίδα μας, δυνάμει του Συντάγματος της Ελλάδος αλλά και των εις υπερκείμενον επίπεδον δεσμευτικών διά την Χώραν μας Διεθνών Συμβάσεων περί προστασίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ως εκ τούτου πάσα απόπειρα επιπρόσθετου νομοθετικής ρυθμίσεως εν σχέσει προς το κρίσιμον τούτο ζήτημα είναι εκ του πονηρού και αποβαίνει εκ των πραγμάτων άκρως επικίνδυνος. Υπό το πρίσμα τούτο, το οποίον είναι κρυσταλλίνης διαυγείας και δεν επιδέχεται αντίλογον δέον να αντιμετωπισθή η αιφνιδίως και άνευ συνδρομής οιουδήποτε ορατού αποχρώντος λόγου επιχειρουμένη νομοθετική παρέμβασις από το Υπουργείον Παιδείας και Θρησκευμάτων. Και η απλή ακόμη ανάγνωσις του ρηθέντος νομοσχεδίου πείθει ότι πρόκειται περί κατασκευάσματος από πάσης πλευράς αποκρουστέου και απορριπτέου. Με αποτέλεσμα της εξοφθάλμου ταύτης διαπιστώσεως το ότι προεκάλεσεν την γενικήν αγανάκτησιν από μέρους των ενδιαφερομένων αλλά και επιστημονικών οργανώσεων, όπως η Ένωσης Προστασίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κλπ. Συνεπώς προς τας προηγηθείσας επισημάνσεις, αι οποίαι καθ΄ εαυτάς εξαρκούν δια την απόσυρσιν του νομοσχεδίου τούτου, τα ακολούθως παρατιθέμενα ανίατα τρωτά του εν θέματι νομοσχεδίου τονίζονται αυτόχρημα ως εκ περισσού.
Α. Ο άξων περί τον οποίον στρέφεται το εν λόγω νομοσχέδιον είναι η καθιδρυσις της δυνατότητος εις τον Καίσαρα, ήτοι εις τον κρατικόν μηχανισμόν υπό τας διαφόρους εκδηλώσεις του, διοικητικάς, δικεοτικάς, εισαγγελικάς και άλλας, να υπεισέρχεται και δη κατά τρόπον βαναύσως απροσχημάτιστον εις την ίδρυσιν, εις την λειτουργίαν και την διάλυσιν των εν Ελλάδι θρησκευτικών κοινοτήτων. Ήτοι, άλλοις λόγοις εις τον έλεγχον και εις την χειραγώγησιν της θρησκευτικής ελευθερίας των ελλήνων και γενικώτερον των εν τη χώρα μας διαβιούντων προσώπων. Η πρόθεσις αυτή του Καίσαρος είναι διάχυτος και έκδηλος από της πρώτης έως της τελευταίας γραμμής του επιμάχου νομοσχεδίου.
Β. Προβλέπεται η ίδρυσις ενός νέου ιδιοτύπου οργανωτικού ανελαστικού μορφώματος, του «θρησκευτικού νομικού προσώπου», προκειμένου μια θρησκευτική κοινότης να δύναται να τελή τα της λατρείας της. Ρύθμισις εντελώς περιττή αφού τοιαύτη ανάγκη δεν υφίσταται, δεδομένου όντος, του ότι αν οι ενδιαφερόμενοι χρειάζονται το επένδυμα της νομικής προσωπικότητος, δύνανται να επιλέξουν (ως πράττουν σήμερον εις ωρισμένας περιπτώσεις διά λόγους συναλλακτικούς) το σχήμα της αστικής εταιρείας ή του σωματείου ή του ιδρύματος. Τίθεται δε ως προϋπόθεσις της ιδρύσεως και λειτουργίας ενός τοιούτου μορφώματος η ύπαρξις τρακοσίων (300) τουλάχιστον (ενηλίκων) φυσικών προσώπων, μονίμως εγκατεστημέ-νων και παραμενόντων εις δεδομένην εδαφικήν περιοχήν, και η δικαστική αναγνώρισις τούτου, μετά δαιδαλώδη και μακροχρόνιον εκ των πραγμάτων επίπονον και πολυέξοδον διαδικασίαν, και ακολουθεί η εγγραφή του εις ειδικόν βιβλίον θρησκευτικών νομικών προσώπων. Δέον να επισημανθή ότι δεν διευκρινίζεται εις το νομοσχέδιον ποία η έννοια της απαιτουμένης εδαφικής περιοχής, δηλαδή αν πρόκειται περί συνοικίας, περί δήμου, περί δικαιοδοσίας Πρωτοδικείου, περί περιφερείας, κλπ. Ούτω επιτυγχάνεται ο έλεγχος και η αστυνόμευσις των μελών, των θρησκευτικών λειτουργών, των διοικούντων κλπ. του θρησκευτικού νομικού προσώπου. Όμως, όπως είναι γνωστόν ακόμη και εκ της καθ΄ημέραν εμπειρικής γνώσεως όλων μας ουδεμία θρησκευτική κοινότης (πλην της κρατικής Εκκλησίας της Ελλάδος) διαθέτει εις μίαν εδαφικήν περιοχήν (οιαδήποτε και αν είναι η αποκρυπτομένη έννοιά της) τριακόσια φυσικά πρόσωπα ομόδοξα, μονίμως εγκατεστημένα ως προαπαιτούμενα δια την ίδρυσιν και λειτουργίαν του θρησκευτικού νομικού προσώπου. Είναι αυτόδηλον ότι πρόκειται περί ενηλίκων τριακοσίων προσώπων, εχόντων κατά νόμον δίκαιοπρακτικήν ικανότητα και δεν υπολογίζονται τα ανήλικα μέλη οικογενειών. Η αδυναμία αυτή προκειμένου να παρακαμφθή, από τους επιθυμούντας να επιβιώσουν θρησκευτικώς, θα ωδηγήση εις τερατώδεις παρενεργείας, όπως εις έντασιν προσηλυτισμού ετεροδόξων και ετεροθρήσκων, (εις βάρος κυρίως των Ορθοδόξων που θα αποτελέσουν την σχετικήν δεξαμενήν αφαιμάξεως) εις ψευδείς δηλώσεις θρησκευτικού πιστεύματος, εις διάβρωσιν συνειδήσεων, ως ευκαιριακάς συμμαχίας και αποσυνδέσεως, και άλλα εξευτελιστικά και απαράδεκτα.
Γ. Πώς όμως, και αν ακόμη συγκεντρωθούν λ.χ. εις μίαν πόλιν τα τριακόσια προαπαιτούμενα ομόδοξα ενήλικα πρόσωπα θα παρακαμφθή το ότι τα πρόσωπα ταύτα πρέπει αν δηλώσουν εγγράφως και κατά τρόπον πανηγυρικόν το θρησκευτικόν δόγμα εις το οποίον ανήκουν, δια δηλώσεων των υποβαλλομένων εις το δικαστήριον, που να προβή εις την αναγνώρισιν του θρησκευτικού νομικού προσώπου, αφού, ως γνωστόν η αποκάλυψις του θρησκευτικούπιεστεύματος απαγορεύεται, το γε νυν έχον εν παντί ακόμη και δι΄αναγραφής του εις τας αστυνομικάς ταυτότητας των πολιτών; Πώς θα συνδυασθούν τα δύο ταύτα ασυνδύαστα.
Δ. Είναι αυτόχρημα εξοργιστικαί αι προβλεπόμεναι εις το άρθρον 3ον του νομοσχεδίου διαδικασίαι της διαπιστώσεως δικαστικής αναγνωρίσεως, συστάσεως θρησκευτικού προσώπου αφού, εκτός των άλλων: α) θεσπίζεται ως προϋπόθεσις της συστάσεως του η δικαστική του αναγνώρισις κατά διαδικασίαν, η οποία είναι δυνατόν συμφώνως προς το ισχύον παρ΄ημίν δικονομικόν σύστημα, με πολύμηνον βραδύτητα εις τον προσδιορισμόν των δικασίμων των προς εκδίκασιν υποθέσεων, με παρεμβάσεις κυρίας και προσθέτους, με τριτανακοπάς, με αναβολάς εκδικάσεως, με ματαιώσεις συζητήσεως, με καθυστέρησιν εκδόσεως αποφάσεως πρώτου βαθμού, με διαδικασίαν κατ΄έφεσιν, με διαδικασίαν εις αναιρετικόν επίπεδον είναι δυνατόν να διαρκέση και επί μίαν ακόμη πενταετίαν; Τί θα κάμουν οι βουλόμενοι θρησκεύεσθαι κατά το παρεμβαλλόμενον έως το τέλος της διαδικασίας πολυετές περίπου πενταετές χρονικόν διάστημα, εκτός από το να τρέχουν εις τα Δικαστήρια και το να εξοδεύουν ολόκληρους περιουσίας; β) Προβλέπεται, ως προεξετέθη το ανυπέρβλητον εμπόδιον της συγκεντρώσεως τριακοσίων τουλάχιστον ιδρυτικών ενηλίκων προσώπων, μονίμως εγκατεστημένων εις τον δεδομένον τόπον, χωρίς μάλιστα να προσδιορίζεται και ποία είναι η έννοια της μονίμου εγκαταστάσεως (ήτοι τόπος κατοικίας ή τόπος διαμονής ή τόπος εργασίας κλπ.). γ) Προβλέπεται η διατύπωσις ρητώς και επισήμως ομολογίας πίστεως και δεσμεύσεως, ομολογία πίστεως η οποία είναι τεχνικώς αδύνατον να συνταχθή και μάλιστα εν ομοψυχία και πληρότητι άνευ επί μέρους αποκλίσεων και επιφυλάξεων των ενδιαφερομένων ως προς τα δόγματα, τους τύπους και ως εκ της φύσεως που έχουν τα θρησκευτικά πιστεύματα από τριακόσια συγχρόνως πρόσωπα; δ) Προβλέπεται η υποβολή καταλόγου με τα πρόσωπα της διοικήσεως χωρίς να γίνεται μνεία του τί θα συμβή αν τα πρόσωπα ταύτα αποχωρήσουν ή αυξηθούν ή μειωθούν ή αλλάξουν; ε) Αστυνομεύεται ο θρησκευτικός λειτουργός του δεδομένου θρησκευτικού προσώπου αφού επιβάλλεται η υποχρεωτική και μάλιστα αποκλειστική μνεία του προσώπου του εις την ιδρυτικήν πράξιν, η υποβολή από μέρους του λεπτομερούς και εξονυχιστικού βιογραφικού σημειώματος τόσον δια τον κατά κόσμον βίον του όσον και δια την θρησκευτικήν του πορείαν; στ) Επιβάλλεται η υποβολή καταλόγου με τους λατρευτικούς χώρους που καθιστά δυνατόν τον από πάσης πλευράς κρατικόν στενόν έλεγχον, τας πιέσεις από μέρους τρίτων, κλπ ζ) Προβλέπεται υποχρεωτικώς η σύνταξις εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας προσιδιάζοντος εις σωφρονιστικόν κατάστημα, γεγονός αδιανόητον δια παν νομικόν πρόσωπον και έτι μάλλον δια θρησκευτικόν νομικόν πρόσωπον, αφού καθιστά δυνατόν τον απόλυτον έλεγχον του θρησκευτικού νομικού προσώπου, των μελών του, της διοικήσεως του και του θρησκευτικού του λειτουργού, από τας διαφόρους κρατικάς αρχάς, την άσκησιν πιέσεων υπό διάφορα προσχήματα εκ μέρους τρίτων κλπ. και την πρόκλησιν σωρείας άλλης αγκυλώσεων και ασχημιών.
Ε. Δια της υποχρεωτικής θεσπίσεως εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας, που προβλέπεται από το 4ον άρθρον του νομοσχεδίου εισάγεται, ως προεξετέθη, σύστημα ασφυκτικού κρατικού ελέγχου του θρησκευτικού νομικού προσώπου. Ο προβλεπόμενος ασφυκτικός έλεγχος φθάνει μέχρι κωμικών ακόμη λεπτομερειών, όπως είναι η αναλυτική και λεπτομερής ομολογία πίστεως, τούτου, αι διδασκαλίαι του, αι λατρευτικαί εκδηλώσεις του, όπως και όλα (!!!) τα ιερά κείμενα και οι κανόνες, οι οποίοι συγκροτούν το θρησκευτικόν και οργανωτικόν του περιεχόμενον και που ανέρχονται πολλάκις εις εκατοντάδας ή και χιλιάδας σελίδων όπως συμβαίνει εις όλας τας θρησκευτικάς ομολογίας. Δια του Κανονισμού καταλύεται κατ΄ουσίαν η θρησκευτική ελευθερία των μελών του θρησκευτικού νομικού προσώπου, αφού ρυθμίζονται ασφυκτικώς τα της επιλογής των λειτουργών του, τα της διοικήσεώς του, τα της προσχωρήσεως παραμονής και αποχωρήσεως των μελών του, τα των πόρων τούτου, τα της σχέσεως τούτου με θρησκευτικάς κοινότητας και οργανώσεις της αλλοδαπής ως και τα των οικονομικών του προσόδων κλπ.
ΣΤ. Δια του άρθρου 6ου του νομοσχεδίου εισάγονται πρόσθετοι δικονομικαί στρεβλώσεις, δια των οποίων ολοκληρώνεται ο στραγγαλισμός του θρησκευτικού νομικού προσώπου, με δυνατότητα ακόμη και αυτεπαγγέλτου ενεργείας του Εισαγγελέως.
Ζ. Τα της περιουσίας των θρησκευτικών νομικών προσώπων προβλέπονται εις το άρθρον 7ον του νομοσχεδίου κατά τρόπον ηθελημένως ελλειπτικόν και στρεβλωτικόν με διαφανή την πρόθεσιν της δυνατότητος τελικής αρπαγής ταύτης από το Κράτος.
Η. Δια του 8ου άρθρου των νομοσχεδίου προβλέπεται περαιτέρω στραγγαλισμός του αυτοδιοικήτου των θρησκευτικών προσώπων, διότι καθίσταται ανενεργός εκ των πραγμάτων η λειτουργία του όταν δεν παρίσταται εις τα αποφασίζοντα όργανα ο θρησκευτικός λειτουργός και αν ακόμη υποτεθή ότι αυτός δεν ελέγχεται άλλοθεν ή δεν διαφορίζεται και ακόμη και όταν αδυνατή ή και όταν υποσκάπτη την λειτουργίαν του θρησκευτικού προσώπου.
Θ. Ηθελημένως ελλιπής είναι και η κατά το άρθρον 9ον πρόβλεψις περί ησυχαστηρίων κλπ.
Ι. Εξ ίσου επικίνδυνοι με τας αναφερθείσας είναι και αι κατά το άρθρον 9ον του νομοσχεδίου προβλέψεις περί διαλύσεως θρησκευτικού νομικού προσώπου. Ούτω εκτός των άλλων τερατωδών προβλέψεων: α) Διαλύεται το θρησκευτικόν νομικόν πρόσωπον εάν από τα αρχικώς τριακόσια ιδρυτικά μέλη του μείνουν όχι ολιγώτερα των εκατόν. Πώς όμως θα γίνεται η διαπίστωσις αυτή της μειώσεως; Θα ευρίσκεται συνεχώς εις την θύραν του ευκτηρίου οίκου ενός χωροφύλακος με καταμετρητήν ή ακόμη και κάποιος αδίστακτος πληροφοριοδότης θα υποχρεούνται τα μέλη εις κατά καιρούς δηλώσεις παραμονής; Τί θα γίνουν τα εναπομείναντα κάτω των εκατόν μέλη; Θα στερούνται του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας; Τί θα γίνεται εις περιπτώσεις διασπάσεως του αρχικού θρησκευτικού νομικού προσώπου; β) Είναι δυνατή η διάλυσις του συγκεκριμένου κατά τόπον θρησκευτικού νομικού προσώπου εάν δι΄εν τουλάχιστον εξάμηνον στερείται θρησκευτικού λειτουργού, δηλαδή ιδίου και αποκλειστικού θρησκευτικού λειτουργού, δεδομένου του ότι κατά το νομοσχέδιον απαγορεύεται εις τον θρησκευτικόν λειτουργόν να εξυπηρετή πλείονας της μίας θρησκευτικάς κοινότητας όπως σήμερον κατά κανόνα συμβαίνει, αφού είναι αδύνατον κατά κανόνα να απασχοληθή αποκλειστικώς συντηρούμενος είς θρησκευτικός λειτουργός εις μίαν θρησκευτική κοινότητα και μάλιστα μικράν. γ) Παρέχονται δε και πλείσται άλλαι δυνατότητες προσχηματικής δικαστικής διαλύσεως.
ΙΑ. Ως να μη έφθανεν η δυνατότης του Καίσαρος και των οργάνων τούτου να παρεμβαίνουν και να διαλύουν άνευ μάλιστα τηρήσεως ρητών ουσιωδών προϋποθέσεων σαφώς καθοριζομένων τα θρησκευτικά νομικά πρόσωπα, και μάλιστα κατά τρόπον ευχερέστατον, προβλέπεται κατά το 11ον άρθρον του νομοσχεδίου ως οιονεί προσωρινόν μέτρον και η αναστολή λειτουργίας του θρησκευτικού νομικού προσώπου επί εν εξάμηνον, γεγονός που επάγεται κατά κανόνα και την οριστικήν του διάλυσιν.
ΙΒ. Μεταξύ των λοιπών εξοργιστικών εξωφρενισμών του ρηθέντος νομοσχεδίου κατατάσσεται και εκείνος του άρθρου 12ου τούτου κατά τον οποίον προβλέπεται ένας ιδιότυπος νομικός τύπος ομοσπονδιοποιήσεως των ομοειδών θρησκευτικών νομικών προσώπων (τριών τουλάχιστον) υπό τον τίτλον «Εκκλησιαστικό Νομικό Πρόσωπο». Δηλαδή προβλέπεται ακόμη και «Ομοσπονδιοποίησις» ωσάν να επρόκειτο, όπως ετονίσθη και αλλαχού, περί επαγγελματικών σωματείων φορτοεκφορτωτών ή βιομηχάνων.
ΙΓ. Εις το άρθρον 18ον περιέχονται πρόσθετοι διαστρεβλώσεις και προβλέψεις εν σχέσει με την μεταβίβασιν περιουσιακών στοιχείων από υφιστάμενα ήδη νομικά πρόσωπα.
ΙΔ. Τα λοιπά άρθρα του νομοσχεδίου αφορούν εις την πρόβλεψιν εξαιρέσεων ευνοϊκών εν σχέσει με ωρισμένας προνομιακώς αντιμετωπιζομένας υφιστάμενας θρησκευτικάς κοινότητες, όπως η Εκκλησία της Ελλάδος, η ιουδαϊκή κοινότης, η μουσουλμανική κοινότης, μία αρμενική κοινότης, η προτεσταντική ευαγγελική εκκλησία κλπ.
------------------
Εν συμπεράσματι:
Το επίμαχον νομοσχέδιον, το οποίον εξεπονήθη από τον απομακρυθέντα Υπουργόν Παιδείας κ. Αρβανιτόπουλον και εκληροδοτήθη εις τον διάδοχόν του κ. Λοβέρδον, επειδή αποτελεί αυτόχρημα τερατώδες κατασκεύασμα ένεκα των προεκτεθέντων αλλά και όσων άλλων παρομοίων δια την οικονομίαν του χώρου παραλείπονται, πρέπει αμέσως και άνευ ετέρου να αποσυρθή, αφού καταλύει την θρησκευτικήν ελευθερίαν και δεδομένου όντος του ότι η ψήφισις του θα προκαλέση τεραστίαν αναστάτωσιν εις την χώραν μας τόσον ενώπιον των Δικαστηρίων όσον και εκτός των δικαστικών αιθουσών.
Εν Αθήναις τη 20η Ιουλίου 2014