Κυριακή της Ορθοδοξίας
Τα «αναθέματα» στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας.
Υπο του Θεοφιλεστάτου Πέτρας κ. Δαβίδ
Διανύουμε σήμερα τήν Α΄Κυριακή των νηστειών της Μ.Τεσσαρακοστής, την Κυριακήν της Ορθοδοξίας, η οποία είναι αφιερωμένη στις νίκες και την θριαμβευτική επικράτηση της Ορθοδόξου ημων Πίστεως δια μέσου των αιώνων απέναντι σε όλες τις αιρέσεις και τις πλάνες που συνήντησε εις το διάβα της.
Κατά την ημέρα αυτή αναγιγνώσκεται το Συνοδικό της Ορθοδοξίας. Αρκετοί από τους πιστούς ακούοντες τους αναθεματισμούς που εμπεριέχονται στο Συνοδικό, σκανδαλίζονται και επικρίνουν την τακτική αυτή της Εκκλησίας, να αναθεματίζει. «Που είναι -διερωτώνται- η αγάπη που πρέπει να διακατέχει την Εκκλησία; Γιατί θα πρέπει να στέλνει στο ανάθεμα κάποιους ανθρώπους;» Τα αναθέματα κατ’αυτούς είναι απάνθρωπα και φανερώνουν μισαλλοδοξία και έλειψη αγάπης.
Ας δούμε ὀμως δι’ολίγον, εάν και κατά πόσον έχουνε δίκαιο. Πρώτα απ’όλα η λέξη ανάθεμα, παράγεται από το ρήμα ανατίθημι, που σημαίνει «αναθέτω κάτι σε κάποιον.» Το ανατίθημι επίσης μπορεί να σημαίνει « βάζω, δίνω κάτι επάνω».( Ἀνω+ τίθημι. Παραδείγματος χάριν δίνω, χαρίζω κάτι στα ουράνια και από εκεί βεβαίως, επεκράτησε να σημαίνει εις τον χώρον της Εκκλησίας. Αφιερώνω κάτι εις τον Χριστόν, εις την Παναγίαν ή τους Αγίους. Εξ’ου καί το «ανάθημα» που σημαίνει το τάμα, το αφιέρωμα κάποιου πράγματος εις τα Θεία. Το ανάθημα λοιπόν που σημαίνει το τάμα είναι η ίδια λέξη με το ανάθεμα.
Είναι αυτό που ξεχωρίζουμε για να αφιερωθεί αποκλειστικώς εις τον Θεόν. Αρκετές φορές συναντάμε στην υμνογραφία της Εκκλησίας, τη λέξη ανάθημα με την οποίαν περιγράφουμε την ζωή και την ύπαρξη των Αγίων της Εκκλησίας μας, οι οποίοι ως θεία και ιερά αναθήματα προσέρχονται και αφιερώνονται εις τον Θεόν. Το ανατίθημι επίσης έχει και την έννοια του αναθέτω κάποιον εις την κρίσην του Θεου για να τον κρίνει επειδή θεωρούμε ότι αυτός είναι αθεράπευτος πνευματικά. Για να γίνει περισσότερο κατανοητό, ας εξετάσουμε μια άλλη λέξη-παρεμφερούς έννοιας το ΄΄αφορίζω΄΄. Είναι και αυτή μια σύνθετη λέξη που αποτελείται από δύο λέξεις, τις ΄΄ από + ορίζω΄΄, που σημαίνει, βγάζω από τα όρια. Η λέξη αφορισμένος δεν είχε αρχικά αρνητική σημασία.
Άλλοστε αν ρίξουμε μία ματιά στο Θεοτοκάριο, το βιβλίο που περιέχει τροπάρια και ύμνους για την Παναγία, θα διαπιστώσουμε ότι η Υπεραγία Θεοτόκος αποκαλείται ΄΄αφορισμένη΄΄, που σημαίνει ότι ο Θεός την έχει βγάλει από τα συνηθισμένα όρια, την έχει ξεχωρίσει από τα κοινά ανθρώπινα μέτρα. Αφορισμένη στην προκειμένη περίπτωση, θα πει η ξεχωρισμένη, η εκλελεγμένη εκ πασών των γενεών, η εκλεκτή αυτή που έχει εκλέξει για να γίνει η Πανάχραντος μητέρα του.
Επομένως αφορισμένος είναι ο ξεχωριστός. Με αρνητική έννοια , είναι εκείνος που έχει ξεχωρίσει από το υπόλοιπο εκκλησίασμα με την ιδιαίτερη στάση και συμπεριφορά του, εκείνος που για κάποιο σοβαρό λόγο-κυρίως για τα εσφαλμένα πιστεύω του- τον απομονώνει και τον τοποθετεί στο περιθώριο εκβάλουσα αυτόν των ορίων της λογικής ποίμνης του Χριστού. Τουτέστιν τον αφορίζει.
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Υπάρχει ενίοτε ανάγκη για κάτι τέτοιο; Ναι! Διότι η Εκκλησία είναι ένα ΄΄νοσοκομείο΄΄ που εργάζεται για την θεραπεία του αρρώστου ανθρώπου. Όταν όμως ένα μέλος της νοσεί ανίατα από την νόσον της αιρέσεως, όταν σαπίσει και πάθει γάγγραινα, θα πρέπει να αποκοπεί από το σώμα της Εκκλησίας για να μην μολυνθούν και αρρωστήσουν και τα υπόλοιπα μέρη . Η αίρεση δεν είναι κάτι ασήμαντο και επουσιώδες, αλλά πολύ σοβαρό ζήτημα που καταργεί την οδό την σωτηρίας και ανακόπτει την πορεία του ανθρώπου προς την θέωση, που είναι και ο σκοπός υπάρξεως της Εκκλησίας.
Η Εκκλησία λοιπόν με παιδαγωγικό και φιλάνθρωπο χαρακτήρα απευθύνει τα αναθέματα και τους αφορισμούς . έτσι ώστε από τη μία να προστατεύσει τα υγιή μέλη της από τη λύμη της αιρέσεως και της πλάνης, υπογραμμίζουσα με αυτόν τον τρόπο , το πόσο κακό και επιζήμιο πράγμα είναι η αίρεση. Από την άλλη επιζητεί να ταρακουνήσει τους πλανηθέντας, αυτούς που υπόκεινται στο ανάθεμα, κάνοντάς τους να συναισθανθούν την πλάνην εις την οποίαν ευρίσκονται και οδηγούσα τοιουτοτρόπως εις την μετάνοια και επιστροφή. Πρέπει να γίνει κατανοητό , ότι είναι υποχρεωμένη να το κάνει αυτό η Εκκλησία για την δική της διατήρηση, αλλά και για να προφυλάξει τα τέκνα της από την καταστροφή. Ὀπως λέγει ο Άγιος Θεοφάνης ό Έγκλειστος, « εάν κάποιος φοβάται την ενέργεια του αναθέματος, δεν έχει παρά να αποφύγει τις διδασκαλίες και αντιλήψεις που είναι η αιτία αυτός να το υποστεί. Πολλοί –συνεχίζει ο Άγιος – έχουν διαφθαρεί εις τον νούν, αποκλειστικώς και μόνον λόγω αγνοίας και μιά δημόσια καταδίκη των καταστροφικών διδασκαλιών, θα τους έσωζε από την απώλεια.
Εάν κάποιος φοβάται τα αναθέματα για άλλους ας φροντίσει να τους αποκαταστήσει στην υγιή διδασκαλία. Αλλά εάν κάποιος έχει (ήδη) εγκαταλείψει την υγιή διδασκαλία, εάν ιδεολογικά έχει εγκαταλείψει την Εκκλησία και κρατεί τις αποστάσεις του, τι δουλειά έχει νά έχει να καταγίνεται με το τι συμβαίνει στην Εκκλησία;». Γιατί τον νοιάζει δηλαδή και τον απασχολεί πως δρούνε και συμπεριφέρονται εντός της Εκκλησίας, εκείνοι που δεν την έχουν εγκαταλείψει;
Γιατί σε νοιάζουν τα αναθέματα της Εκκλησίας, όταν δεν σε ενδιαφέρουν όλα τα άλλα που ζητάει και λέει η Εκκλησία; Πώς ζητάς και θέλεις να έχεις λόγο σε ένα χώρο από τον οποίον στην ουσία έχεις αποστασιοποιηθεί; Πως αδιαφορείς για όλα τα άλλα και στέκεσαι αποκλειστικά στα αναθέματα; Ένα ανάθεμα κατά τον Άγιο Θεοφάνη, είναι χωρισμός από την Εκκλησία όσων δεν πληρούν τις προυποθέσεις της ενότητος με αυτήν και αρχίζουν να σκέπτονται διαφορετικά από τον τρόπο που αυτή σκέπτεται, διαφορετικά από τον τρόπο που αυτοί οι ίδιοι υποσχέθηκαν να σκέπτονται κατά την ένταξή τους σε αυτήν.
Ας μην ξεχνάμε ότι κατά την βάπτισή μας, ΄΄αποτασσόμεθα τω Σατανά΄΄ και ΄΄συντασσόμεθα τω Χριστώ΄΄, κάνουμε, ομολογία πίστεως, απαγγέλοντες το πιστεύω και υποσχόμεθα ότι θα φυλάσουμε στην καρδιά μας ως κόρην οφθαλμού τη διδασκαλία της Εκκλησίας και θα τηρούμε εις το έπακρον τα εντάλματά της. Και μόνον από το γεγονός ότι ο αναθεματισμένος έχει συλλάβει μιά διαφορετική άποψη για τα πράγματα από εκείνη που τηρείται στην Εκκλησία, έχει ήδη διαχωρίσει τον εαυτόν του από την Εκκλησία.
Ο Άγιος Θεοφάνης είναι σαφής επί του προκειμένου « Δεν είναι η καταγραφή στους βαπτισματικούς καταλόγους που καθιστά κάποιον μέλος της Εκκλησίας, αλλά το πνεύμα και το περιεχόμενο των απόψεών του. Είτε η διδασκαλία κάποιου και το όνομά του προφέρονται με την συνοδεία του αναθέματος είτε όχι, ήδη υπόκειται σε αυτό, όταν οι απόψεις του αντιτίθενται σε εκείνες της Εκκλησίας και όταν επιμένει σε αυτές». Επομένως, ακόμη και αν δεν τον αναθέματίσουμε εμείς, αυτό δεν αλλάζει τίποτα, διότι είναι αναθεματισμένος από τον ίδιο τον Θεό. Ακόμη και αν άρουμε όλα τα αναθέματα στα οποία η Εκκλησία έχει κατά καιρούς καθυποβάλλει τους κακοδόξους (βλ.αμοιβαία άρση αναθεμάτων μεταξύ νεοημερολογιτών και παπικών επί Αθηναγόρου), οι αιρετικοί και οι διδασκαλίες τους, θα συνεχίσουν να είναι υπόδικοι εις το αιώνιο ανάθεμα, από το οποίο είθε ο Χριστός να μας λυτρώσει με τον φωτισμόν της αληθείας του, για να είμαστε την ημέρα της Κρίσεως με τους ευλογημένους του Πατρός του και να κληρονομήσουμε την ητοιμασμένην τοις εκλεκτοίς βασιλείαν Αμήν.