Ομιλία Κυριακή της Ορθοδοξίας (γ΄ μέρος) 26 Μαΐου 2017
Υπό Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Πέτρας κ. Δαβίδ
Ας δούμε όμως τι λέγει σχετικώς ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης ως απάντηση στις σκόπιμες παρερμηνείες του ιερού κανόνος της Α΄Β΄ Συνόδου: «Το μνημόσυνο του αιρετικού επισκόπου είναι μόλυνση της πίστεως. Άλλοι έγιναν αιρετικοί και χάθηκαν, άλλοι παρέμειναν Ορθόδοξοι, αλλά χάθηκαν, γιατί είχαν εκκλησιαστική επικοινωνία με αιρετικούς». Πολύ ωραία τοποθετείται στο θέμα και ο σεβαστός παπά-Σάββας από τον Βόλο, ο οποίος σε ό,τι αφορά τους συγχρόνους γέροντες που νουθετούν αντίθετα από τις επιταγές των ιερών κανόνων, φέρει εις το μέσον τον ιερό Χρυσόστομο, ο οποίος λέγει τα εξής: «Όταν ομιλούν τα ιερά κείμενα διαβάζουμε βασιλικά γράμματα. Και όταν διαβάζουμε βασιλικά γράμματα, τους παρακατιανούς δεν τους έχουμε ανάγκη».Μάλιστα ο π. Σάββας υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι Σύνοδοι και οι Πατέρες ήταν από την πρώτη στιγμή καταδικαστικοί για τις αιρέσεις και διερωτάται γιατί να υπάρξει ένας τέτοιος κανόνας, εάν έχει δυνητικό χαρακτήρα. Όπως λέγει πολύ σωστά, «είναι αδιανόητο να έχεις έναν ψευδεπίσκοπο και ψεδοδιδάσκαλο στην Εκκλησία και να μην απορρέει από τους χαρακτηρισμούς αυτούς η υποχρέωση της διακοπής μνημοσύνου και εκκλησιαστικής κοινωνίας προς τον επίσκοπο αυτόν». (Ιστολόγιο: Ορθόδοξη Αντεπίθεση).
Με φωτισμένο τρόπο ερμηνεύει τον κανόνα ο Αγιορείτης π. Καλλίνικος ο Ησυχαστής, ολίγον μετά από την εισαγωγή του νέου εορτολογίου. Επειδή έρχονταν πολλοί σε αυτόν και του έλεγαν ότι ο κανόνας δεν προβλέπει τιμωρίες για εκείνους που συνεχίζουν το μνημόσυνο του αιρετικού επισκόπου προ συνοδικής καταδίκης του, ο γέρων Καλλίνικος τους απεκρίνατο τα εξής: «Είναι απάτη δαιμονική η τοιαύτη επινόησις, διότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, όταν λέγει “Μακάριοι οι ειρηνοποιοί ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται” (Μτθ. ε΄,9), αποσιωπά τους ταραχοποιούς, ουχί ότι αυτοί είναι εκτός ευθύνης, άπαγε!Αλλ’ ότι μόνον περί ειρηνοποιών είναι ο λόγος εδώ. Όταν δε, εις άλλο χωρίον ο αυτός Κύριος, ομιλήσει δια τους ταραχοποιούς και ταραξίας, τότε εκφωνεί το ουαί και τας φρικώδεις αράς και επιτιμίας και καταποντισμούς εις το πέλαγος. Κατά παρόμοιον τρόπον και οι Άγιοι Πατέρες εις τον κανόνα τούτο, μόνο δια τους αποκόπτοντας το μνημόσυνον ομιλούσιν. Όταν εις άλλον κανόνα οι αυτοί Άγιοι Πατέρες ομιλούσιν δια τους μη αποκόπτοντας τελείως το μνημόσυνον και την επικοινωνίαν του “γυμνή τη κεφαλή” κηρύσσοντος την αίρεσιν, τότε εκφωνούσιν αράς και φρικώδεις επιτιμίας και καθαιρέσεις» (αυτόθι, σελ.43).
Αυτά έλεγε ο ζηλωτής π. Καλλίνικος ο Ησυχαστής, αλλά και τα πάμπολλα παραδείγματα που έχουμε διαθέσιμα από την εκκλησιαστική ιστορία, δεν δίδουν χώρα εις οιανδήποτε παρερμηνεία. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Τον Άγιο Μάξιμο τον ομολογητή που μόνος σχεδόν κράτησε την Ορθοδοξία όταν και τα πέντε Πατριαρχεία είχαν κατακρημνισθεί στην αίρεση του Μονοθελητισμού! Και μάλιστα τότε ακόμη, όταν ο Άγιος καταφερόταν κατά του Μονοθελητισμού, δεν ήταν «κατεγνωσμένη» από Σύνοδο, καταδικασμένη δηλαδή αίρεση. Ήταν όμως κατεγνωσμένη στη συνείδηση του Αγίου. Να θυμηθούμε επίσης τους Αγίους πατέρες την μακράν περίοδο της εικονομαχίας, οι οποίοι δεν είχαν καμία επικοινωνία με τους εικονομάχους επισκόπους. Τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ο οποίος έπαυσε το μνημόσυνο του Βαρλααμίτου πατριάρχου Ιωάννη Καλέκα προ συνοδικής αποφάσεως και υποστήριζε ότι παρόλο που ο Πατριάρχης Καλέκας δεν είχε καταδικασθεί επίσημα από Σύνοδο, ήταν ήδη χωρισμένος από την Εκκλησία του Χριστού. (Αναίρεσις εξηγήσεως τόμου Καλέκα,13 , Ε.Π.Ε. τόμος 3, σελ. 670). Τον κλήρο και τον λαό της Κων/πόλεως που εξήλθε εκ του ναού, επειδή ο Νεστόριος εσιώπησε στις φοβερές βλασφημίες κατά της Θεοτόκου του ασεβούς Δωροθέου και συλλειτούργησε μετ’ αυτού! Δεν ανέμεναν να συνέλθει Σύνοδος και να καταδικάσει τον Νεστόριο, διότι τότε ίσως να ήταν πολύ αργά.
Επίσης τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο που μόνος απέναντι στο διοικητικώς οργανωμένο και πανίσχυρο πατριαρχικό συγκρότημα των Αρειανών, είχε στη διάθεσή του, μόνο ένα μικρό εκκλησάκι. Μήπως όλοι αυτοί οι Άγιοι ήταν εκτός Εκκλησίας, λόγω της απείθειάς τους εις την εκάστοτε διοικούσα «Εκκλησία»; Για τους υποστηρίζοντας δε, την δυνητική εφαρμογή του ιε΄ κανόνος της Α΄Β΄ Συνόδου, δεν υπάρχει καλύτερος ερμηνευτής του κανόνος, από τον ίδιο τον πρόεδρο της Συνόδου που τον εξέδωσε. Λέγει λοιπόν ο Μέγας Φώτιος: «Αιρετικός είναι ο ποιμήν; Τότε είναι λύκος. Να φεύγετε από αυτόν αστραπιαία, ακόμα κι αν σας φαίνεται πράος. Να μην έχετε κοινωνία μαζί του, όπως αποφεύγετε το δηλητήριο του φιδιού… Ορθόδοξος είναι ο ποιμένας και δεν ακολουθεί την αιρετική φατρία; Υποταχθείτε σε αυτόν σαν να κάθεται στη θέση του Χριστού».
Από τα παραπάνω διαπιστώνουμε την επιταγή του αγίου να φεύγουμε αστραπιαία από τον αιρετικό λυκοποιμένα. Δεν μας δίδει το περιθώριο, εάν θέλουμε να φύγουμε, ούτε να περιμένουμε σύνοδο να αποφασίσει. Εξάλλου εάν είναι δυνητικός ο χαρακτήρας του ως άνω κανόνος, τότε γιατί να θυσιάσουν τη ζωή τους οι επί Βέκκου μαρτυρήσαντες Αγιορείτες Πατέρες, προκειμένου να μην έχουν ουδεμία κοινωνία προς τον Λατινόφρονα πατριάρχη; Και γιατί από την άλλη να υπάρχουν οι τυμπανιαίοι ιερομόναχοι της Μεγίστης Λαύρας (φρικτή θεοσημία), οι οποίοι συνέχισαν να μνημονεύουν τον αιρετικό Ιωάννη Βέκκο;
Και επειδή οι Θεολόγοι του νέου ημερολογίου, ομιλούν για οικονομία «άχρι καιρού», δηλαδή παντοτεινή και αόριστον, θα πρέπει να ακούσουν από τα χείλη των Αγίων (βλ. Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης, Θεοφύλακτος Βουλγαρίας κ.λπ.), ότι η οικονομία δεν είναι άπειρη χρονικά. Σε κάθε περίπτωση έχει μέτρα και όρια, μία χρονική διάρκεια και προθεσμία. Κανένας σοβαρός κανονολόγος, δεν ομιλεί για οικονομία ως προς την εφαρμογή του ιε΄ καν. της Α΄Β΄ Συνόδου. Αντιθέτως οι πάντες ομιλούν για υποχρεωτική τήρησή του. Άλλωστε τα τόσα χρόνια που πέρασαν εντός της οικουμενιστικής παναιρέσεως, δεν απεκάλυψαν ότι το κακό είναι αθεράπευτο και δεν επιδέχεται άκαιρες και επιζήμιες «οικονομίες»;
Ας ακούσουν τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, ο οποίος ορίζει κατηγορηματικά, ότι δεν επιτρέπεται να φθείρουμε δια της «οικονομίας» την πίστη μας, προσλαμβάνοντες την κακοδοξία των άλλων, διότι αυτό είναι ίδιον κακών οικονόμων. Το λέγει στο εγκώμιόν του προς τον Μέγαν Αθανάσιον, ως εξής: «Ικανώς οικονομήσωμεν, μήτε το αλλότριον προσλαμβάνοντες και το ημέτερον φθείροντες, ό κακόν όντως εστίν οικονόμων» (ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ…, σελ. 54). Ας λάβουν δε υπόψιν τους (οι θεολόγοι του νέου), ότι οι Άγιοι Πατέρες έδιδαν μικράς διαρκείας προθεσμία στους εκάστοτε αιρεσιάρχες και αιρετικούς, προκειμένου να μετανοήσουν. Ολίγας ημέρας μόνον ή εβδομάδας το πλείστον και όχι χρόνους ατελείωτους και όταν διέβλεπαν την αμετανοησία τους, τους απέκοπταν τελείως από το Σώμα της Εκκλησίας.
Αυτά όμως είναι τα αποτελέσματα της δυνητικής ερμηνείας. Επιπλέον! Στο «εν πρώτοις μνήσθητι», όπου μνημονεύεται ο ορθοτομών επίσκοπος (ο επίσκοπος δηλαδή που καθοδηγεί σωστά, που διδάσκει και ερμηνεύει σωστά τα ορθόδοξα δόγματα), μπορούν να ψεύδονται ενώπιον της Αγίας Τραπέζης οι υπέρμαχοι της δυνητικής ερμηνείας, ότι ο αιρετικός επίσκοπος ορθοτομεί τον λόγον της αληθείας. Ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος είχε και επ΄ αυτού έτοιμη την απάντηση. Με το «εν πρώτοις μνήσθητι» - λέγει – δεν χορηγούμε βεβαιώσεις για την ορθοδοξία του επισκόπου, αλλά απλώς ευχόμεθα να ορθοτομεί. «Ον χάρισαι ορθοτομούντα», λέμε. Ευχόμεθα να τον φωτίσει ο Θεός και να ορθοτομήσει κάποια στιγμή. («Εν πρώτοις μνήσθητι Κύριε του Αρχιεπισκόπου ημών τάδε, ον χάρισαι ταις Αγίαις σου Εκκλησίαις εν ειρήνη, σώον, έντιμον, υγιά,μακροημερεύοντα και ορθοτομούντα τον λόγον της σης αληθείας»).
Δε μας λέγει ωστόσο ο π. Επιφάνιος το εξής.Αν ευχόμεθα απλά για τον αιρετικό επίσκοπο, προκειμένου να τον φωτίσει ο Χριστός και δεν παρέχουμε διαβεβαιώσεις και πιστοποιητικά ορθοδοξίας, τότε τι μας εμποδίζει να κάνουμε το ίδιο και για τον Πάπα; Αιρετικός ο ένας, αιρετικός και ο άλλος. Ας ευχόμεθα και για τον Πάπα, να τον φωτίσει ο Χριστός, να γίνει Ορθόδοξος και να ορθοτομεί τον λόγον της αληθείας. Έπειτα είναι και το άλλο. Στο «εν πρώτοις μνήσθητι» λέμε «του πατρός και αρχιεπισκόπου ημών τάδε». Είναι δυνατόν να δεχόμεθα ως αρχιεπίσκοπό μας, τουτέστιν ως κεφαλή της τοπικής Εκκλησίας, τον ψευδεπίσκοπο και ψευδοδιδάσκαλο και να αποκαλούμε πατέρα μας, τον αιρετικό λύκο με δορά προβάτου, τον λυμεώνα της ορθής πίστεως και της υγιαινούσης διδασκαλίας, που κατεργάζεται την φθορά και τον όλεθρο των λογικών προβάτων του Χριστού;
Ἀλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όταν οι επίσκοποι εκφωνούν το «Εν πρώτοις μνήσθητι Κύριε, της Ιεράς ημών Συνόδου, της ορθοτομούσης τον λόγον της σης αληθείας», δεν εύχονται, αλλά θεωρούν δεδομένη και βεβαία την ορθοδοξία των Ιεραρχών που συναποτελούν την μνημονευθείσα Σύνοδο. (Ούτε βεβαίως μπορούν οι επίσκοποι στην Μεγάλη Είσοδο, να εύχονται την ουράνια Βασιλεία για έναν Πατριάρχη ή Αρχιεπίσκοπο, που δεν ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας. «Του Αρχιεπισκόπου ημών τάδε μνησθείη Κύριος ο Θεός εν τη Βασιλεία Αυτού πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων»). Και δεν είναι «ψιλή ευχή», άνευ σημασίας η μνημόνευση του επισκόπου στο «εν πρώτοις μνήσθητι», όπως θέλουν να μας πείσουν οι του νέου ημερολογίου.
Διότι ως γράφουν οι Αγιορείτες Πατέρες οι επί Βέκκου μαρτυρήσαντες στην πεφωτισμένη και δογματικοτάτη επιστολή τους προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ τον Παλαιολόγον: «εάν απλώς το να χαιρετίσεις τον αιρετικόν επίσκοπον σε καθιστά κοινωνό των πονηρών του έργων, πόσο μάλλον η επ’ έκκλησίας μνημόνευση του ονόματός του και τούτο ενώπιον του φρικτού θυσιαστηρίου, προκειμένων επ΄ αύτού, των αχράντων και επουρανίων του Χριστού μυστηρίων» (αυτόθι, μτφρ.από σελ. 70). Ο ίδιος ο Μ. Βασίλειος, ο οποίος συνέταξε τη λειτουργική αυτή ευχή, δεν δεχόταν εις κοινωνία και μνημόνευση ουδένα αρχιερέα που δεν παρείχε διαβεβαίωση ορθοδόξου πίστεως. Άρα λοιπόν η ορθή ερμηνεία του «εν πρώτοις μνήσθητι», μας υποχρεώνει να δεχθούμε ότι ευχόμεθα για ορθόδοξο και μόνον επίσκοπο, να συνεχίσει να ορθοτομεί τον λόγον της αληθείας.
Για να επανέλθουμε στις δηλώσεις των παραδοσιακών, ο π. Θεόδωρος Ζήσης, είχε πει πως αν η Ιεραρχία της «Εκκλησίας» τους δεν απορρίψει τουλάχιστον το επίμαχο κείμενο της συνόδου της Κρήτης, όπου οι αιρέσεις αποκαλούνται «εκκλησίες», τότε θα έχουμε μεγάλο, σοβαρό, δογματικό πρόβλημα. Οι επίσκοποί τους επικύρωσαν τα κείμενα της συνόδου της Κρήτης, ως έχουν. Οπότε και η «Εκκλησία» εν Ελλάδι του νέου ημερολογίου, ανεγνώρισε εκκλησιαστικότητα στις ποικιλώνυμες αιρέσεις.
Σ΄ εκείνους που του γράφουν ότι: «εμείς δεν αποτειχιζόμασθε, δίνουμε τον αγώνα μέσα στην Εκκλησία», απαντάει ως εξής: «Αυτό όμως δεν κάνουμε τόσα χρόνια αναβάλλοντας την κατασκευή του τείχους;». Εδώ βεβαίως θα μπορούσε κανείς να απαντήσει, ότι εάν περιμέναμε από τους νεοημερολογίτες την κατασκευή του τείχους, μέχρι τώρα ο εχθρός θα είχε αλώσει χίλιες φορές την πόλη, δηλαδή την Ορθοδοξία. Και συνεχίζει ο Ζήσης: «Και δεν πρέπει τώρα βλέποντας ότι ο εχθρός κατέλαβε ακόμη και το τελευταίο θεσμικό προπύργιο που διαθέτουμε, το συνοδικό σύστημα με την ψευδοσύνοδο της Κρήτης, να βελτιώσουμε την στρατηγική μας, να προσαρμόσουμε τα επιτελικά μας σχέδια, να χρησιμοποιήσουμε τον οπλισμό που μας προμήθευσαν με Αγιοπνευματικές αποφάσεις οι Άγιοι Πατέρες;». Εδώ ο π. Θεόδωρος παραδέχεται ότι μέχρι τώρα δεν χρησιμοποιήσανε όπως πρέπει τον αγιοπνευματικό οπλισμό των πατέρων.
Ας κάνουμε όμως μία σύντομη αναδρομή στο παρελθόν, τότε που οικουμενικός πατριάρχης ήταν ο πολύς στις βλασφημίες και μεγάλος στην προδοσία της πίστεως, αλλά παραδοσιακός στις τρίχες της κεφαλής και του πώγωνος Αθηναγόρας. Τότε λοιπόν ήρε τα αναθέματα κατά των Παπικών, τους κοινωνούσε, συμπροσευχόταν μαζί τους, έκανε βλάσφημες δηλώσεις, μνημόνευε το όνομα του Πάπα στη Θεία Λειτουργία και προέτρεπε τους νεοημερολογίτες κληρικούς του εξωτερικού, να κοινωνάνε τους αιρετικούς. Όλες οι μονές του Αγίου Όρους ανάστατες διέκοψαν το μνημόσυνο του Αθηναγόρα. Αντιθέτως, σήμερα όλες, εκτός από μία, παρά τις όποιες κατά καιρούς αντιδράσεις τους, μνημονεύουν κανονικά τον πολύ χειρότερο του Αθηναγόρα, Πατριάρχη Βαρθολομαίο. Ας δούμε όμως με ποιον τρόπο έπαυσαν το μνημόσυνο του Αθηναγόρα οι Μονές του Αγίου Όρους.
Ο αγιορείτης π. Χαρίτων είναι διαφωτιστικός επ’ αυτού: «Επί Αθηναγόρου, ιερομόναχοι από τις Μονές Μεγίστης Λαύρας και Σταυρονικήτα, ενώ μνημόνευαν τυπικά, ευγενικά στο Καθολικό, οι ίδιοι ιερομόναχοι στα παρεκκλήσια δεν μνημόνευαν». (Η κοροϊδία και η θεομπαιξία σε όλο τους το μεγαλείο). Μνημόνευαν στο καθολικό, δεν μνημόνευαν στα παρεκκλήσια. «Η διακοπή μνημοσύνου γινόταν κατά μίμηση των παλαιών αγιορειτών πατέρων, επί εποχής του φιλοπαπικού, ενωτικού πατριάρχη Ιωάννη Βέκκου, ως έντονη και ιεροκανονική διαμαρτυρία με βάση τον λα΄ Αποστολικό κανόνα και τον ιε΄ της Α΄Β΄ Συνόδου» (από την ομιλία του π. Θεοδώρου Ζήση περί διακοπής μνημοσύνου). (Συνεχίζεται…)