Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Πέτρας κ. Δαβίδ
Κάποτε, εις τον αρχαίον Παράδεισον, οι πρωτόπλαστοι, μετά από εισήγηση του όφεως, είδαν (αφού διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί τους) ότι ο απαγορευμένος καρπός του δέντρου της γνώσεως του καλού και του κακού, ήταν ωραίος στην όψη και καλός προς βρώση. Πολλές χιλιάδες χρόνια μετά, σ’ έναν άλλο Παράδεισον, στον ιερόν περίβολο ενός μοναστηριού, ο όσιος Σάββας ων νέος μοναχός, έκανε την ίδια ακριβώς σκέψη όταν αντίκρυσε τον ωραίο και λαχταριστό καρπό, που κρεμόταν σε μία από τις μηλιές του μοναστηριακού κήπου. Αμέσως όμως αντιλήφθηκε την εισήγηση του πονηρού, κάτι που δεν έκαναν οι πρωτόπλαστοι, και συνειδητοποίησε το πόσο μεγάλη αρετή είναι η εγκράτεια, διότι ακριβώς η έλλειψή της ήταν αυτή που εξέβαλλε τον Αδάμ και την Εύα από τον Παράδεισο. Πήρε το μήλο και το ποδοπάτησε για να δείξη έτσι πυγμή και θέληση απέναντι στον πειρασμό. Μάλιστα, επειδή έστω και προς στιγμήν νικήθηκε από τον λογισμό, ο όσιος Σάββας πήρε την μεγάλη απόφαση και έβαλε στον εαυτό του κανόνα, ποτέ ξανά να μη γευθή μήλο στη ζωή του. Από τότε ό κανόνας του Όσιου έγινε τυπικό της Μονής του Άγιου Σάββα στην Παλαιστίνη, και κανείς από τούς μοναχούς δεν βάζει μήλο στο στόμα του.
Μπορεί, βεβαίως, για τούς πολλούς να φαίνεται υπερβολική ή ακατανόητη (και δίχως σκοπό) μία τέτοια πράξη, όμως για εκείνον που έχει συνειδητοποιήσει το πνευματικό νόημα και βάθος τής εγκράτειας τα πάντα είναι ξεκάθαρα. Μοναχός θα πει βία φύσεως διηνεκής, στέρηση πολλών πραγμάτων, εκκοπή των παθών, κάθαρση από τούς λογισμούς. Ο Μοναχός θα πρέπει πάντοτε να βάζη κάποια όρια στον εαυτό του, που θα περιορίζουν τις ορέξεις του και θα αποτελούν φραγμούς για την εκδήλωση του φρονήματος τής σαρκός. Για να καταπολεμηθή η αμαρτία που υπάρχει μέσα μας διάχυτη παντού, σαν το ύδωρ τής θαλάσσης, θα πρέπει να βάζουμε κάποια στεγανά, που θα παραμένουν πάντοτε κλειστά για να μην πλημμυρίσουμε και καταποντισθούμε από την ορμή τής αμαρτίας· και τότε πολύ αργά θα διαπιστώνουμε όπως ό Ψαλμωδός, ότι το ύδωρ «της θαλάσσης κατεπόντισέ με... ενεπάγην εις ιλύν βυθού, και ουκ έστιν υπόστασης» (Ψαλμ. 68:3).
Η εντολή όμως της εγκράτειας γενικά και της νηστείας πιο συγκεκριμένα, δεν άφορά μόνον τους Μοναχούς, αλλά και όλους τους Χριστιανούς που θέλουν να λέγονται πιστά μέλη της Εκκλησίας. Πολλοί σύγχρονοι χριστιανοί απέχουν από τη νηστεία διότι θεωρούν ότι είναι περιττή κακοπάθεια ή στέρηση - δίχως αντίκρυσμα. «Μήπως – λένε - τον Θεό τον ενδιαφέρει τι φαγητό τρώω και τι βάζω στο στομάχι μου; Μήπως εάν φάω ένα αυγουλάκι ή λίγο κρεατάκι την τάδε ημέρα θα αμαρτήσω;... Είναι, επιτέλους, έγκλημα το να θες να φας κάτι που ορέγεται η ψυχή σου;». Πρώτα απ’ όλα, το πρώτο που θα μπορούσαμε να απαντήσουμε στους ανωτέρω ισχυρισμούς, είναι ότι η νηστεία αποτελεί θεσμόν που εθέσπισε η Εκκλησία, και έτσι αναντίρρητα εμείς θα πρέπει να την εφαρμόζουμε. Η Εκκλησία γνωρίζει πολύ καλά τι κάνει και γιατί το κάνει. Αν θέλουμε λοιπόν να θεωρούμαστε πιστά μέλη της, θα πρέπει να κάνουμε πράξη όσα μάς ζητά, ειδάλλως γινόμαστε κοπτοράπτες και κόβουμε και ράβουμε την Εκκλησία για να την φέρουμε στα δικά μας μέτρα. Έπειτα πρέπει να ακούμε τους πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι μας εισάγουν σε όλα όσα αφορούν την Εκκλησία και τη ζωή της και μας εξηγούν κάθε τι. Πρέπει να εντρυφήσουμε στην σκέψη τους και να την εγκολπωθούμε, να την κάνουμε δική μας σκέψη, ούτως ώστε να μπορούμε να κατανοήσουμε, αλλά και να βιώνουμε, όλα όσα διαδραματίζονται μέσα στην Εκκλησία.
Λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος για την νηστεία: η νηστεία είναι βία φύσεως και περιτομή των ηδονών του λάρυγγος, εκτομή της σαρκικής πυρώσεως, εκκοπή των πονηρών λογισμών, καθαρότητα προσευχής, φωτισμός της ψυχής, διαφύλαξις του νου, σταμάτημα τής πολυλογίας, θύρα και απόλαυσις του Παραδείσου και άλλα πολλά. Η νηστεία, δηλαδή, αγαπητοί μου αδελφοί, και γενικότερα η εγκράτεια, μαραίνει τις σαρκικές επιθυμίες και καταπολεμεί τα διάφορα πάθη της ψυχής. Περιορίζει μάλιστα στο ελάχιστο τους λογισμούς και βάζει χαλινό στη γλώσσα, από την οποία τόσα αμαρτήματα προέρχονται. Ενώ αντίθετα, η γαστριμαργία εξάπτει το σαρκικό φρόνημα και διεγείρει τις ορμές. Εκείνος ο όποιος περιποιείται την κοιλιά του, την πονηρή δέσποινα, όπως την ονομάζει ο Άγιος Ιωάννης τής Κλίμακος, και αγωνίζεται να νικήσει το πνεύμα τής πορνείας, ομοιάζει με εκείνον που προσπαθεί να σβήση μεγάλη φωτιά με λάδι.
Όταν νηστεύουμε και εγκρατευόμαστε από την ποικιλία, αλλά και την ποσότητα των τροφών, τότε το σώμα εξασθενεί και δεν έχει το κουράγιο να σκιρτά από σαρκική ηδονή και να κινήται εμπαθώς, ενώ όταν το ταΐζουμε ερεθίζουμε και εντείνουμε περισσότερο μέσα μας την ισχύν τής αμαρτίας. Δίνουμε, δηλαδή, στο πυρ τής φιληδονίας υλικό πολύ για να έχει να καύση και δυναμώνουμε αυτή τη φωτιά, η οποία όταν νηστεύουμε σιγοκαίει και πάει να σβήση.
Επίσης, όταν νηστεύουμε και απέχουμε από τα πολλά φαγητά και τον χορτασμό της κοιλίας, δεν έχουμε το κουράγιο ούτε να θυμώσουμε, αλλ’ ούτε και να σκεφτούμε πολλά και διάφορα. Με τη νηστεία βάζουμε φραγμό και στο θυμό και στην σκέψη. Βεβαίως, αυτά δεν επιτυγχάνονται τόσον γιατί αποδυναμώνουμε το σώμα μας, αλλά κυρίως γιατί με την εγκράτεια ελκύουμε την θείαν Χάριν. Ακόμα και αν το δούμε όμως από άποψη υγείας, η νηστεία και η εγκράτεια - εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις - βοηθά στο να έχουμε έναν υγιή και εύρωστο οργανισμό, απαλλαγμένο από τοξίνες και περιττά λίπη. Ενώ όταν δεν προσέχουμε την διατροφή μας, αρρωσταίνουμε, παχαίνουμε, αποκτούμε ζάχαρο, καρδιοπάθειες, πίεση, χοληστερίνη κ .ο .κ.
Η ακράτεια είναι η αιτία της πτώσεως του Αδάμ. Ο υιός του Ισαάκ, ο Ησαύ, επειδή δεν κρατήθηκε και δεν χαλιναγώγησε την πείνα του, πούλησε τα πρωτοτόκια στον αδελφό του τον Ιακώβ αντί πινακίου φακής. Ο Ησαύ ήταν πρωτότοκος υιός του Ισαάκ, κάτι που σημαίνει ότι από αυτόν θα προερχόταν ο Μεσσίας. Όταν όμως γύρισε πεινασμένος στο σπίτι μία μέρα από το κυνήγι, τότε ο Ιακώβ του ζήτησε - ως αντάλλαγμα για το πιάτο φακής που του έδωσε να φάει - να του χαρίση τα πρωτοτόκια, δηλαδή την μεγάλη ευλογία και τιμή να γεννηθή ο Χριστός από τη δική του γενιά. Και ο Ησαύ, επειδή αδημονούσε να βάλη κάτι στο στόμα του, πούλησε τον Χριστόν για ένα πράγμα, που σε λίγο όταν θα χώνευε και θα πεινούσε πάλι, θα ήταν σαν να μη το είχε λάβει ποτέ. Το ίδιο ισχύει και γι’ αυτούς που τρώνε τα κρέατα και ό,τι άλλο αρτύσιμο σε περίοδο νηστείας· πουλούν τον Χριστόν για λίγη ηδονή του λάρυγγος - γιατί περί αυτού πρόκειται - ενώ μετά από λίγο όταν θα χωνεύσουν, όλα αυτά τα φαγητά θα είναι σαν να μην τα έφαγαν ποτέ. Αυτό το καταλαβαίνουν πολύ καλά όσοι νηστεύουν και γνωρίζουν ότι με την νηστεία και την εγκράτεια επενδύουν στο αθάνατο μέλλον της ψυχής τους, και για λίγη στέρηση εδώ, θα απολαύσουν τα ασυγκρίτως ανώτερα αγαθά του Παραδείσου. Εξάλλου εκείνος που νηστεύει και εγκρατεύεται μπορεί να εκτιμήση καλύτερα την δωρεά τού Θεού, και όταν τρέφεται - είτε με αρτύσιμα, είτε με νηστίσιμα φαγητά - το κάνει με ευγνώμονη διάθεση απέναντι στο Θεό, ευχαριστώντας τον για όλα τα αγαθά που του προσφέρει, όταν άλλοι πεινούν και υποφέρουν.
Η ακράτεια οδηγεί τον άνθρωπο με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή. Για παράδειγμα ένας μέθυσος εργάτης που βγάζει κάποια λίγα χρήματα και τα σπαταλάει όλα στο πιοτό, πολύ σύντομα θα ξοδεύσει τα πάντα, θα μείνη με άδειες τσέπες, ενδεχομένως να διάλυση και την οικογένειά του και γενικώς θα ναυαγήση στη ζωή του, εάν βεβαίως δεν πεθάνει στο μεταξύ από κίρρωση ήπατος. Άλλο παράδειγμα είναι οι καπνιστές, που επειδή είναι ακρατείς στο θέμα του τσιγάρου, καταστρέφουν την υγεία τους και γίνονται έτσι επίβουλοι του ίδιου του εαυτού τους.
Εάν μαθαίναμε να ασκούμε την εγκράτεια και να νηστεύουμε, τότε θα είμασταν εγκρατείς και σε πολλά άλλα πράγματα, θα μπορούσαμε, δηλαδή, γενικότερα να βάζουμε φρένο στον εαυτό μας και στις παράλογες - πολλές φορές - απαιτήσεις του. Θα βάζαμε, για παράδειγμα, χαλινό στην καταναλωτική μανία που μας έχει πιάσει. Θα είμασταν εγκρατείς στις αγορές που κάνουμε, όχι γιατί μας περιορίζει η οικονομική κρίση, αλλά γιατί πολλές φορές οι αγορές αυτές είναι άσκοπες και μάς προξενούν τεχνητές ανάγκες. Θα γλυτώναμε έτσι τα περιττά έξοδα και θα πειθαρχούσαμε στον εαυτό μας, έχοντας μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση. Θα κτίζαμε, δηλαδή, έναν χαρακτήρα περισσότερο θεληματικό και δυνατό· δεν θα υποχωρούσαμε εύκολα στις διάφορες ηδονές και διασκεδάσεις και δεν θα υποκύπταμε αμαχητί στους λόγους εκείνων που με πονηριά και ύπουλο τρόπο προσπαθούν ολίγον κατ’ ολίγον, χωρίς να το καταλάβουμε, να μας βγάλουν από το δρόμο της Εκκλησίας. Και θα το πετυχαίναμε αυτό, γιατί θα είχαμε τον φωτισμό της ψυχής, που σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος απορρέει από την εγκράτεια. Δεν θα παρακολουθούσαμε με τόσο μεγάλη ευχαρίστηση τα όσα ανόητα ή και αισχρά λέγονται και γίνονται στα Μ.Μ.Ε., διότι θα διαφυλάτταμε καλύτερα τον νουν μας- θα είμασταν πιο επιφυλακτικοί και θα είχαμε μεγαλύτερη επαγρύπνηση. Επίσης θα λιγοστεύανε οι καβγάδες στο σπίτι με το σταμάτημα τής πολυλογίας και θα υπήρχε μια πιο ειρηνική διάθεση στη συμπεριφορά όλων των μελών της οικογένειας. Για όλα αυτά πρέπει να ασκούμε την εγκράτεια και να τηρούμε την νηστεία όσο περισσότερο και καλύτερα μπορούμε.