ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΥΠΟ ΤΟΥ ΘΕΟΦΙΛΕΣΤΑΤΟΥ ΠΕΤΡΑΣ ΔΑΒΙΔ
Η ενότητα της Εκκλησίας , αποτελεί την ουσιωδεστέρα ιδιότητά της. Γι’αυτό και η Εκκλησία δεν χρήζει καμιάς ενώσεως, καθώς η ενότητα υπάρχει και ανήκει στην φύση της Εκκλησίας ως Σώματος Χριστού και εν Χριστώ κοινωνίας. Το Σώμα του Χριστού δεν είναι κατακερματισμένο, μη γένοιτο να ειπωθεί κάτι τέτοιο, γιατί ο Χριστός που είναι η Εκκλησία, παραμένει ακέραιος και αναλλοίωτος εις τους αιώνας: «Ιησούς Χριστός, χθες και σήμερον ο Αυτός και εις τους αιώνας». (Εβρ., ιγ΄, 8). Επομένως η Αυτή και εις τους αιώνας παραμένει και η Εκκλησία. Πάντοτε ακεραία και αναλλοίωτος.
Άλλωστε το διαβεβαίωσε και το αψευδές στόμα του Κυρίου: «Πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν Αυτής». (Ματθ., ιστ΄, 18). Οι σκοτεινές δυνάμεις, οι δυνάμεις του Άδου, πολεμούν και θα πολεμούν πάντοτε λυσσαλέα την Εκκλησία. Αλλά δεν θα κατισχύσουν Αυτής. Δεν θα μπορέσουν να την καταβάλλουν, διότι Αυτή έχει ως πανοπλίαν την άμαχον και αόρατον προστασία του ιδρυτού της Θεανθρώπου Ιησού. Ως ίδρυμα Θεανθρώπινο, είναι αιωνία και ακατάλυτος. Οι πύλες του Άδου δεν μπορούν να την σκεπάσουν. Μένει αδιάφθορος εις τον αιώνα, όπως και ο αρχηγός της, νικώντας τον θάνατον, μένει άφθορος εις τον αιώνα. Καμία δύναμη δεν μπορεί να καταλύσει την θεοδυναμία της.
Δοκιμάζει μεν ανελέητα την κακουργίαν του κόσμου τούτου και την πλήττει με μανία ο διάβολος. Γι’αυτό και η Εκκλησία διέρχεται δια πυρός και ύδατος, μέσα από πολλές θλίψεις, πειρασμούς και στενοχωρίες, αλλά δεν λυγίζει. Πολεμείται, αλλά δεν νικάται, διότι είναι αδύνατον να ηττηθεί και να καταλυθεί η δύναμή της, καθώς όπως λέει και ο ιερός Χρυσόστομος, πολεμουμένη νικά και πάντοτε εξέρχεται δυνατοτέρα από τις δοκιμασίες και λαμπροτέρα καθίσταται. Γιατί στους αρμούς της υπάρχει η Θεότητα, στα θεμέλιά της ανάβει η φωτιά του Θεού και όλο της το σώμα φλογίζεται από την πίστη στη Θεότητα του ιδρυτού της, στη μακαρία ομολογία του Πέτρου, η οποία αναμόρφωσε την οικουμένη.
Η Εκκλησία λοιπόν είναι προορισμένη να νικά στη δραματική διαπάλη της με τις σκοτεινές αντίχριστες δυνάμεις, που μάταια μάχονται να την εξαφανίσουν. Διότι, όπως τονίζει και ο χρυσορρήμων Ιεράρχης: «Ουδέν Εκκλησίας δυνατότερον. Εκκλησίαν εάν πολεμής, νικήσαι σε αμήχανον… Ο πολεμών εαυτόν καταλύει, την δε Εκκλησίαν ισχυροτέραν δείκνυσιν. Ο πολεμών την εαυτού ισχύν καταβάλλει, ημών δε λαμπρότερον εργάζεται το τρόπαιον». Δεν υπάρχει-λέγει ο άγιος- τίποτα πιο δυνατό από την Εκκλησία, Εάν πολεμάς την Εκκλησία είναι αδύνατον να την νικήσεις. Εκείνος που την πολεμάει, τον εαυτόν του ζημιώνει, ενώ την Εκκλησία αποδεικνύει ακόμα πιο δυνατή.
Η Εκκλησία είναι Μία, Αγία και Αδιαίρετη εις τους αιώνας. Η εσωτερική ενότητα της Εκκλησίας, φαίνεται και εξωτερικά ως ενότητα στην πίστη, την λατρεία με τη συμμετοχή στα ίδια μυστήρια , αλλά και στη διοίκηση με κέντρο τους επισκόπους. Έναν Αρχιεπίσκοπο και έναν Μητροπολίτη σε κάθε μητροπολιτική περιφέρεια. Στη συνείδηση του Σώματος της Εκκλησίας, η ενότητά της είναι δεδομένο οντολογικό, συνυφασμένο δηλαδή με την ύπαρξή της, απολύτως και αμετακλήτως διασφαλισμένο από την κεφαλή της Εκκλησίας, τον Χριστόν δια της συνεχούς παρουσίας του Παρακλήτου Πνεύματος σε αυτήν, ήδη από της Πεντηκοστής.
Δεν υπάρχει επομένως το παραμικρό περιθώριο και η παραμικρή δυνατότητα να διασπαστεί η ενότητα της Εκκλησίας. Η έκπτωση και η αποκοπή από το Σώμα της Εκκλησίας ενός πρώην μέλους της ή μιας μερίδος ανθρώπων ή ακόμη και μιας χώρας ή ενός ολοκλήρου έθνους, μιας τοπικής εκκλησίας, δεν παραβλάπτει καθόλου την ενότητα της Εκκλησίας, η οποία είναι αυτονόητη. Είναι δηλαδή-η ενότητα- πράγμα δεδομένο και όχι ζητούμενο. Δεν επιζητούμε δηλαδή την ενότητα, η οποία υποτίθεται ότι δεν υπάρχει, διότι η ενότητα στην Εκκλησία είναι υπαρκτή και δεδομένη. Γι’αυτό και η Εκκλησία δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα μία και διηρημένη, διότι τότε θα ήταν πολλές και όχι μία Εκκλησία.
Η ενότητα και η κατά Θεόν ένωση δεν επιτυγχάνεται με εξωτερικές και τεχνητές συρραφές και με πρόχειρες συγκολλήσεις. Άλλωστε στη Θεία Λειτουργία δεν ευχόμαστε υπέρ της ειρήνης των εκκλησιών, διότι δεν υπάρχουν πολλές εκκλησίες διηρημένες και χωρισμένες από αλλήλων. Απλά ευχόμαστε υπέρ ευσταθείας των αγίων του Θεού εκκλησιών, δηλαδή να διατηρεί ο Θεός σταθερές στην ομολογία της πίστεως τις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες, για να συνεχίσουν να παραμένουν Ορθόδοξες. Ευχόμαστε επίσης υπέρ της των πάντων ενώσεως, δηλαδή υπέρ της ενώσεως πάντων των ανθρώπων, μέσα εις τον χώρον της Μίας και Αδιαιρέτου Εκκλησίας. Πρόκειται επομένως για ΕΝΩΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ. Διότι αλλιώς θα λέγαμε υπέρ της των πασών (των εκκλησιών δηλαδή) ενώσεως και όχι υπέρ της των πάντων. Δια τούτο και είναι λάθος εκκλησιολογικό, αυτό που εν τη αφελεία τους και από τη μεγάλη τους λαχτάρα για την ένωση, διαπράττουν αδελφοί μας γνήσιοι ορθόδοξοι χριστιανοί, όταν ομιλούν για κομματιασμένη εκκλησία εις τον χώρον του πατρίου, η οποία πρέπει οπωσδήποτε να ενώσει τα κομμάτια της για να πάψει να είναι διηρημένη.
Χάρη στο γεγονός, ότι μιλάμε για ένωση προσώπων, η Εκκλησία δεν εύχεται υπέρ της θεραπείας μιας ανυπάρκτου διαιρέσεως της Εκκλησίας, αλλά εύχεται υπέρ επιστροφής των πεπλανημένων. Αιρετικών ή σχισματικών. Και μιας και μιλάμε για αίρεση και σχίσμα, θα ολοκληρώσουμε το μικρό αυτό κείμενο, όχι τυχαία, με τα λόγια του αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου, ο οποίος υπογραμμίζει, πως τα βαθύτερα αίτια μιας αιρέσεως ή ενός σχίσματος, είναι η αλαζονεία και η φιλαρχία, που οδηγούν στο σχίσιμο και τη διαίρεση της Εκκλησίας. Ο έρωτας της φιλοδοξίας και της προεδρίας, η αγάπη για κατάληψη της εξουσίας, γεννά τις αιρέσεις και τις ετεροδιδασκαλίες. Ο Χριστός λοιπόν να μας φυλάει από την αλαζονεία και τη φιλαρχία, την αρχομανία και την άκρατη και άμετρη φιλοδοξία και να μας κρατά ενωμένους μετά των λοιπών πιστών, εντός του Σώματος της Εκκλησίας Του. Αμήν.