Ο Βογομιλισμός και η κοινωνική διάστασή του
Τζιόμαλλος Αθανάσιος Πτυχιούχος Φιλοσοφικής Σχολής Α.Π.Θ
και Μεταπτυχιακός Φοιτητής Τμήμστος Κοινωνικής Θεολογίας και Χριστιανικού Πολιτισμού του Α.Π.Θ
Α. Οι Απαρχές του Βογομιλισμού
Ο Βογομιλισμός είναι μία αίρεση που κάνει την εμφάνισή του περί τα μέσα του 10ου αιώνα στην περιοχή των Βαλκανίων, με επίκεντρο αρχικά την περιοχή της Θράκης και της Βουλγαρίας. Συγκεκριμένα, η πρώτη αναφορά ανάγεται στα χρόνια της βασιλείας του Βούλγαρου ηγεμόνα Πέτρου (927-969). Επειδή η αίρεση δρούσε στο κράτος του ο Πέτρος ζήτησε βοήθεια, για την αντιμετώπιση της αίρεσης, από τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Θεοφύλακτο (933-956)[1]. Ο πατριάρχης συνέταξε επιστολή την οποία και του απέστειλε για την καταπολέμηση της αίρεσης. Η απάντηση του Θεοφύλακτου τοποθετείται μεταξύ του 940/50, σε αυτήν αν και δεν ονομάζει την αίρεση με τον όνομα Βογομολισμό, ωστόσο, αναφέρει ότι πρόκειται για ένα μείγμα του Παυλικιανισμού και Μανιχαϊσμού και γίνεται κατανοητό ότι πρόκειται για μια νέα αίρεση με παραλλαγμένα στοιχεία από παλαιότερες[2].
Η περιοχή της Θράκης και των Βαλκανίων είχε καταστεί χώρος διαφόρων μειονοτήτων, κυρίως θρησκευτικών (Μανιχαίοι, Παυλικιανοί κ.α.). Για παράδειγμα, ο Παυλικιανισμός ήταν μια αίρεση με έντονο στοιχείο στην περιοχή. Εμφανίστηκε κατά τον 7ο αι. στην περιοχή της Μ. Ασίας και ανέπτυξε στρατιωτική δράση. Στον Βαλκανικό χώρο θα μεταφερθούν από διάφορες αυτοκράτορες (Κωνσταντίνος Ε΄, Λέων Δ΄, Βασίλειος Α΄, Ιωάννης Α΄ Τσιμισκής), κυρίως για την υπεράσπιση των συνόρων, εξαιτίας των ικανοτήτων τους. Ο Παυλικιανοί θα αναπτύξουν ιδιαίτερη προσηλυτιστική δράση στην περιοχή, ιδιαίτερα μετά την στρατιωτική τους ήττα στα τέλη του 9ου αιώνα[3].
Η δεύτερη πηγή αυτής της εποχής, για την εμφάνιση του Βογομιλισμού, είναι η πραγματεία του ιερέα Κοσμά. Σέ αυτήν για πρώτη φορά έχουμε αναφορά του ονόματος Βογόμιλος. Όσον αφορά την προέλευση του ονόματος υπάρχουν δύο κυρίαρχες απόψεις. Η πρώτη αντλεί από το έργο του Κοσμά, στο οποίο ο Κοσμάς επικρίνει κάποιον ιερέα με τον όνομα Bogomil (αγαπημένος του Θεού) στα ελληνικά Θεόφιλος, ως ανάξιου του ονόματός του, και από εκεί μάλλον ονομάστηκε η αίρεση Βογομιλισμός[4]. Η δεύτερη θέλει την ονομασία να προέρχεται από την ευχή Κύριε ἐλέησον που στα σλαβικά είναι «Μπογκ Μίλουϊ»[5].
- i) Οι Θέσεις των Βογομίλων
Ο Βογομιλισμός είναι μία δυϊστική αίρεση, που σημαίνει ότι πιστεύει ο κόσμος βασίζεται στην ύπαρξη δυο αρχών (Θεός και Σαταναήλ) οι οποίες είναι αντίθετες μεταξύ τους. Σύμφωνα με τον Βογομιλισμό ο τέλειος Θεός είχε δυο υιούς. Ο πρωτότοκος ήταν ο Σαταναήλ, ο οποίος έφυγε από τον παράδεισο και έπλασε αυτόν τον κόσμο και οτιδήποτε σε αυτόν όπως και τον άνθρωπο, αλλά δεν μπορούσε να του δώσει πνοή και παρακάλεσε τον Θεό να το κάνει, έτσι ο άνθρωπος ήταν δημιούργημα και των δυο. Ο Σαταναήλ κατάφερε να υποδουλώσει τον άνθρωπο και για την απελευθέρωσή του ανθρώπου ο Θεός έστειλε τον μικρότερο υιό του (Ιησούς Χριστός) στον κόσμο[6].
Κατά την παραπάνω θέση προκύπτει ότι ο κόσμος είναι το βασίλειο του Σαταναήλ, έτσι οποιαδήποτε πίστη στα εγκόσμια ισοδυναμεί με πίστη στο Σαταναήλ[7]. Έτσι, αντιτίθενται τόσο στη διοίκηση και στη δομή της εκκλησίας όσο και στην πολιτική εξουσία και τάξη. Για αυτό και δεν εργάζονται, αλλά προσπαθούν να ζουν με όσον τον δυνατόν λιγότερα, και προτείνουν απιστία στους ανωτέρους, για παράδειγμα ο δούλος να μην εργάζεται για τον αφέντη του[8].
Αναφέρω σύντομα μερικά από τα στοιχεία της αίρεσης, σύμφωνα με τον Κοσμά· οι Βογόμιλοι απέρριπταν την ιεραρχική τάξη, τις εκκλησίες, τις προσευχές (εκτός από τη προσευχή του Κυρίου) δεν τιμούσαν τις εικόνες ούτε τα λείψανα των αγίων, έτσι ούτε πίστευαν στα θαύματα μέσω αυτών, αλλά έλεγαν ότι αυτά τα ενεργεί ο διάβολος. Επίσης, τους χαρακτηρίζει λύκους που φοράν προβιά προβάτου, γιατί θα τους δεις ήρεμους, να νηστεύουν, να είναι ευγενικοί αλλά όλα αυτά τα κάνουν υποκριτικά. Ακόμα, απέρριπταν την προσκύνηση του σταυρού και δεν τιμούσαν την Παναγία[9].
Αν και απέρριπταν την ιεραρχία, οι ίδιοι από την αρχή θα οργανώσουν μια ιεραρχία και η οποία σταδιακά θα εξελιχθεί περαιτέρω[10]. Υπήρχαν, λοιπόν, οι ηγέτες που ονομάζονταν «απόστολοι», ενώ τα βασικά μέλη της ονομάζονταν «εκλεκτοί» ή «τέλειοι», μετά από αυτούς ακολουθούσαν οι «πιστοί» και τέλος ήταν οι «ακροατές» οι οποίοι δεν ήταν οργανικά μέλη της αιρέσεως –απλοί υποστηρικτές της αιρέσεως που μπορούσαν να πάρουν μέρος σε κάποιες τελετές[11]. Κάθε τάξη είχε συγκεκριμένες υποχρεώσεις· οι «τέλειοι» ήταν οι πιο αφοσιωμένοι και ασκητικοί, γνώριζαν καλά την Αγία γραφή και κήρυτταν τις θέσεις της αίρεσης. Επίσης, δεν ήταν παντρεμένοι, δεν είχαν κτήματα (ούτε εργάζονταν), δεν έτρωγαν κρέας ούτε κρασί, γενικότερα ήταν μια τάξη που θα υπερασπιζόταν με οτιδήποτε τον Βογομιλισμό. Οι «πιστοί» ήταν μέλη της αιρέσεως και έπαιρναν μέρος στις τελετές, χωρίς όμως τόσες υποχρεώσεις. Μπορούσαν να παντρευτούν, να έχουν περιουσία, ενώ οι υποχρεώσεις τους ήταν βασικές, όπως νηστεία, προσευχή κ.α.[12]
Αν και αυτές ήταν οι βασικές θέσεις τους ο Βογομιλισμός ανάλογα με την εποχή αλλά και την περιοχή μπορούσε να διαφέρει. Για παράδειγμα, οι Βογόμιλοι στο Βυζάντιο απέρριπταν την Παλαιά Διαθήκη αλλά δέχονταν τους Ψαλμούς και τους προφήτες, ενώ οι Βογόμιλοι της Βουλγαρίας δέχονταν μόνο το βιβλίο των Ψαλμών, ενώ και οι δυο δέχονταν την Καινή Διαθήκη, αλλά μόνο με αλληγορική εξήγηση[13]. Ο S. Runciman επισημαίνει μια διαφορά μεταξύ του Βογομιλισμού του Κοσμά και του Ζηγαβηνού. Ο πρώτος είναι πιο κοντά σε έναν δυισμό, επηρεασμένος από τους Παυλικιανούς, ενώ τον δεύτερο τον χαρακτηρίζει Μοναρχιασμό, ο οποίος εμφανίστηκε στην Βουλγαρία του 11ου αι. με επιρροές από τον Μεσσιανισμό[14]. Επίσης, κατά την εμφάνισή του ο Βογομιλισμός φαίνεται να εντάσσεται σε αυτό που θα λέγαμε μετριασμένος δυισμός, αργότερα όμως αρκετοί οπαδοί θα υιοθετήσουν τον απόλυτο δυισμό[15].
- ii) Αίτια Διάδοσης
Όσον αφορά την κοινωνία στην περιοχής της Βουλγαρίας υπάρχει τόσο πνευματική όσο και κοινωνική αναταραχή, κυρίως κατά τον 10ο αιώνα. Η Βουλγαρία θα υιοθετήσει τον χριστιανισμό το 865, υπό την ηγεμονία του Βόρι, ωστόσο, ο ιερέας Κοσμάς αναφέρει – ως έναν από τους βασικούς λόγους για την εύκολη διάδοση των αιρέσεων – ότι στην εποχή του υπάρχουν ακόμα ζωντανά ειδωλολατρικά έθιμα στα λαϊκά στρώματα[16]. Επίσης, σημαντική υπήρξε, για την αντίθεση της κοινωνίας, η καθιέρωσης της σλαβικής γλώσσας ως κυρίαρχης στην Βουλγαρία και το γεγονός ότι πολλοί σλάβοι κυριαρχούν στα ανώτατα αξιώματα[17].
Οι πόλεμοι κατά την περίοδο της βασιλείας του Συμεών Α΄ (893-927), βοήθησαν την ανώτερη τάξη (αριστοκρατία της γαιοκτησίας) να ισχυροποιηθεί περισσότερο, τόσο με κτήματα όσο και με λάφυρα από τους κερδοφόρους πολέμους[18]· η οποία παρέμενε πιστή όσο συνεχιζόταν αυτή η πρακτική. Ωστόσο, με τον θάνατο του Συμεών τα πράγματα θα αλλάξουν. Πρώτον, διάφοροι επαρχιακοί διοικητές δεν θα υπακούσουν στην κεντρική διοίκηση, προκαλώντας τον κατακερματισμό του κράτους[19]. Ενώ εξαιτίας των αλλεπάλληλων πολέμων του Συμεών, και μετά το τέλος αυτών, θα ακολουθήσει περίοδος οικονομικής κρίσης που θα επηρεάσει ιδιαίτερα στα κατώτερα στρώματα[20]. Έτσι, λοιπόν, η κοινωνική αντίθεση, εμφανής ήδη από την εποχή του Κοσμά, θα μεγαλώσει μεταξύ της ισχυροποιημένης αριστοκρατίας των βογιάρων και των μεγαλοκτηματιών – μέσα σε αυτούς ανήκουν και τα μοναστήρια – από τη μια και των καλλιεργητών-αγροτών και μικροκτηματιών από την άλλη[21]. Οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν εξέθρεψαν την αίρεση του Βογομιλισμού.
Με την διάδοση του χριστιανισμού στην Βουλγαρία, άρχισαν να εμφανίζονται και τα πρώτα μοναστήρια. Αυτά γρήγορα θα αποκτήσουν μεγάλα κτήματα – καθώς θα ευνοηθούν από την ανώτερη τάξη, κατά μίμηση της βυζαντινής πρακτικής – σε βάρος των μικροκτηματιών. Την εποχή του Πέτρου θα αναπτυχθεί περαιτέρω και ο μοναχισμός, με τους περισσότερους να μην είναι σε θέση να τον ακολουθήσουν κατάλληλα, οδηγώντας σε πτώση το πνευματικό επίπεδο[22].
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκε αρχικά ο Βογομιλισμός, όπου αρχικά φαίνεται να έχει μόνο θρησκευτικά χαρακτηριστικά, όμως, σταδιακά –ή μάλλον παράλληλα– θα αναπτύξει και κοινωνικά. Όπως είδαμε ένα βασικό δόγμα της αίρεσης είναι ότι ο κόσμος είναι βασίλειο του Σαταναήλ. Με βάση αυτό απέρριπταν την ιεραρχική δομή της κοινωνίας (είτε κοσμική είτε θρησκευτική) και από την μία ήθελαν να απομακρυνθούν από αυτή, προτείνοντας στους οπαδούς τους να μην εργάζονται, και από την άλλη την πολεμούσαν ως σατανική[23]. Αυτές οι θέσεις μέσα σε μια κοινωνία, όπου οι κοινωνικές αντιθέσεις ήταν έντονες και οι κατώτερες τάξεις έψαχναν τρόπο διαφυγής, δεν ήταν δύσκολο να βρουν πρόσφορο έδαφος και να γίνουν ευρέως αποδεκτές.
Β. Η Επέκταση του Βογομιλισμού στα Βαλκάνια
Όπως είδαμε ο Βογομιλισμός ξεκίνησε τον 10ο αι. και θα συνεχίσει να αναπτύσσεται, ώσπου περί τα τέλη του 11ου αι. να προσλάβει μεγάλη έκταση (ακόμα κατάφερε να εισχωρήσει στους βυζαντινούς αριστοκρατικούς κύκλους) και ο αυτοκράτορας θα προβεί σε διωγμούς εναντίον τους.
Στα χρόνια του Αλεξίου Α΄ (1081-1118) ως ηγετική φυσιογνωμία του Βογομιλισμού είχε αναδειχθεί κάποιος Βασίλειος μαζί με τους ακόλουθούς του, όπως μας πληροφορεί η Άννα Κομνηνή «Βασίλειος γάρ τις μοναχὸς πολυτροπώτατος μεταχειρίσασθαι τὴν Βογομίλων ἀσέβειαν δώδεκα μὲν ἔχων μαθητάς, οὓς καὶ ἀποστόλους ὠνόμαζε[24]». Ο αυτοκράτοράς Αλέξιος βλέποντας την έκταση της αίρεσης θα πάρει μέτρα για την καταστολή της. Το 1110 σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη καταδίκασε τον Βογομιλισμό και εξέδωσε αναθεματισμούς εναντίων της αιρετικής διδασκαλίας των Βογομίλων, Μεσαλλιανών και άλλων[25]. Τον επόμενο χρόνο ο Αλέξιος Α΄ συνέλαβε τον Βασίλειο και με ένα τέχνασμα[26] τον ανάγκασε να παραθέσει τόσο τις αιρετικές θέσεις όσο και να υποδείξει τα ηγετικά στελέχη· ο Βασίλειος κάηκε στην πυρά, ενώ οι ακόλουθοί του φυλακίστηκαν και ακολούθησαν έντονες διώξεις των Βογομίλων[27]. Επειδή, όμως, οι Βογόμιλοι συνέχιζαν τη δράση τους μέσα στην αυτοκρατορία ο Αλέξιος Α΄ ανέθεσε στον Ευθύμιο Ζηγαβινό να γράψει κείμενο κατά των αιρέσεων. Ο Ευθύμιος συνέγραψε τη λεγόμενη «Δογματική Πανοπλία», που εμπεριείχε κατά βάση μια συλλογή από παλαιότερα έργα, για την καταπολέμηση των αιρέσεων και ειδικά του Βογομιλισμού[28].
Βέβαια, στο Βυζάντιο ο Βογομιλισμός εισχώρησε στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα άλλοτε αυτούσιος – σίγουρα υπήρχαν μικρές παρεκκλίσεις – ενώ άλλοτε υιοθετήθηκαν μερικά μόνο στοιχεία του. Το 1140 έγινε σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη η οποία καταδίκασε τον Κωνσταντίνο Χρυσόμαλλο για τις αιρετικές δοξασίες του, οι οποίες, εκτός των άλλων, περιείχαν στοιχεία Εθνουσιαστών και Βογομιλισμού[29]. Επίσης, το 1143 σύνοδος της Κωνσταντινούπολης καθαίρεσε δυο επισκόπους από την Καππαδοκία, τον Σασσίμων Κλήμη και τον Βαλβίσση Λεόντιο, γιατί διέδιδαν την αίρεση του Βογομιλισμού. Η αίρεση συνέχισε να δρα ενεργά τουλάχιστον μέχρι το 14ο αιώνα[30].
Αν και η αίρεση συνέχισε να δρα στα εδάφη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, εξαιτίας των διωγμών πολλοί Βογόμιλοι από τα μέσα του 12ου αι. θα μετακινηθούν και στην Σερβία, όπου θα διαδώσουν τις θέσεις τους. Εκεί θα βρουν πρόσφορο έδαφος για την εξάπλωσή τους. Ένας από τους βασικούς λόγους, σύμφωνα με τον D. Angelov, ήταν η ανάπτυξη, κατά την περίοδο του 12ου αι., του φεουδαρχικού συστήματος και η ιδιαίτερα ισχυροποιημένη εκκλησία[31]. Ο ηγεμόνας της Σερβίας Στέφανος Νεμάνια (1166-1196) συγκάλεσε σύνοδο όπου αναθεματίστηκαν οι αιρετικοί. Η αίρεση θα συνέχιση να υπάρχει στην Σερβία, προκαλώντας ακόμα προβλήματα, τουλάχιστον μέχρι τον 14ο αιώνα – αν και η ισχυρή διακυβέρνηση της Σερβίας δεν άφηνε πολλά περιθώρια δράσης[32].
Από την περιοχή της Σερβίας θα πρέπει να πέρασε και στην γειτονική Βοσνία, που όμως πήρε διαφορετική τροπή. Εκεί διαδόθηκε στα τέλη του 12ου αι. και κατάφερε να δημιουργήσει τη λεγόμενη «Εκκλησίας της Βοσνίας». Εκεί μπόρεσε να αναπτυχθεί πρώτον εξαιτίας της θέλησης των τοπικών φεουδαρχών για αυτονόμηση από την κεντρική αρχή – αυτό συνδέεται με την αδυναμία της κεντρικής αρχής να επιβληθεί, ίσως και εξαιτίας του ορεινού τοπίου. Επίσης, μεταξύ 13ου και 15ου αιώνα υπάρχουν συνεχείς συγκρούσεις μεταξύ Βοσνίας και Ουγγαρίας, που δημιουργούν ένα κλίμα αστάθειας. Σταδιακά, ωστόσο, θα χάσει τον κοινωνικό του χαρακτήρα και θα μείνει μια θρησκευτική αίρεση, όπως, επίσης, και θα αλλοιώσει διάφορες θέσεις του αρχικού Βογομιλισμού, οι οποίες θα περάσουν στην Δυτική Ευρώπη[33].
Η Βουλγαρία μετά την ήττα του Σαμουήλ από τον Βασίλειο Β΄ (976-1025) πέρασε στην επικράτεια του Βυζαντίου, όπου γίνεται ευκολότερη η μετακίνηση των αιρετικών στις περιοχές. Η Βουλγαρία χωρίστηκε σε θέματα, όπου αρχικά τοποθετήθηκαν Βουλγάροι διοικητές μέχρι όμως το 1041 όλοι ήταν Βυζαντινοί. Επίσης, το σύστημα της εκμίσθωσης των φόρων που λειτούργησε στη περιοχή αποδείχθηκε ιδιαίτερα επαχθές για τους κατώτερους πληθυσμούς, μαζί με την κατάργηση της δυνατότητας να καταβάλλουν τους φόρους σε είδος, προκάλεσαν την έντονη δυσαρέσκεια των κατώτερων στρωμάτων[34]. Οι δύο αυτοί παράγοντες, δηλαδή, η μονοπώληση των ανώτερων αξιωμάτων από τους Βυζαντινούς (μαζί και η υποχρέωση της Ελληνικής ως λειτουργικής γλώσσας) και η καταπιεστική φορολογία των βυζαντινών δημιούργησαν πρόσφορο έδαφος για τον προσηλυτισμό του πληθυσμού[35]. Τον 11ο αι. θα υπάρξουν διάφορες εξεγέρσεις στην Βουλγαρία, όπως η περίπτωση του Πέτρου Δελεάνου του ανακηρύχθηκε τσάρος ή αυτή του Βογόμιλου Λέκα το 1078[36]. Το Βυζάντιο απώλεσε τα εδάφη στη Βουλγαρία το 1186, μετά την επιτυχημένη επανάσταση των αδελφών Ασέν (1186). Αν και το δεύτερο βουλγαρικό κράτος αρχικά δεν δίωκε του Βογόμιλους η στάση τους θα αλλάξει. Το 1211 η σύνοδος στο Τίρνοβο καταδίκασε τον Βογομιλισμό και ακολούθησε έντονη δίωξη της αίρεσης, τουλάχιστον μέχρι την εκθρόνιση του Βορίλου το 1218[37]. Πάντως ο Βογομιλισμός δεν εξαλείφθηκε στη Βουλγαρία μέχρι και την κατάκτησή της από τους Οθωμανούς το 1396.
Δ. Η Κοινωνική Διάσταση
Ένα από τα βασικά επιχειρήματα για τον χαρακτηρισμό του Βογομιλισμού ως κοινωνικού κινήματος είναι το ότι αντιτίθεται προς την κάθε μορφή ιεραρχίας και εξουσίας όπως και η μη υπακοή σε αυτήν. Όπως είδαμε, άλλωστε, ένας από τους κύριους λόγους επέκτασης του Βογομιλισμού στα Βαλκάνια ήταν ότι υπήρχε ισχυροποίηση της αριστοκρατίας σε βάρος των αγροτών, οι οποίοι έψαχναν τρόπο να αντισταθούν στην καταπίεση.
Ωστόσο, τα πράγματα περιπλέκει η επιθετική στάση τους εναντίον του Βυζαντίου – για το αν πρέπει να χαρακτηριστεί κοινωνικό κίνημα ή μια μορφή αντίστασης στην καταδυναστευτική στάση του Βυζαντίου γενικότερα (πολιτικά και θρησκευτικά). Για παράδειγμα, το 1081 οπαδοί του Βογομιλισμού λιποτάκτησαν από τον βυζαντινό στρατό (ο οποίος οδηγήθηκε σε ήττα από τους Νορμανδούς) για να επιστρέψουν σπίτια τους[38]. Επίσης, λίγα χρόνια αργότερα φαίνεται ότι είτε βοήθησαν είτε δεν αντιστάθηκαν στους Πετσενέγκους οι οποίοι εισέβαλαν στην αυτοκρατορία – άλλωστε ηγέτες των Βογομίλων είχαν συνάψει οικογενειακούς δεσμούς με Πετσενέγκους[39]. Ενώ, όταν ο Καλογιάν στις αρχές του 13ου αι. κατέκτησε και εισήλθε στην Φιλιππούπολη αυτός υποδέχθηκε από τους Βογόμιλους ως ελευθερωτής –προφανώς ενάντια στη Βυζαντινή καταπίεση[40]. Αν και μπορεί να φαίνεται σαν αντιβυζαντινό κίνημα – πράγμα που ισχύει εν μέρει – αυτό δεν μπορούμε να το πούμε αποκλειστικά και μόνο για το Βυζάντιο, αφού και στις άλλες περιοχές που επεκτάθηκε προσέλαβε τον ίδιο επαναστατικό χαρακτήρα. Γίνεται κατανοητό, ότι η εξήγηση του κόσμου με βάση τις θέσεις του Βογομιλισμού θα μπορούσε εύκολα να ασπασθεί από διάφορες ομάδες, οι οποίες ζητούσαν πρόφαση για να αντισταθούν στην καταπίεση και στην εξουσία των ανωτέρων[41]. Βλέποντας τις προϋποθέσεις διάδοσης και στα άλλα Βαλκανικά κράτη της εποχής, θα το χαρακτηρίζαμε μια θρησκευτική αίρεση (άλλωστε επιβίωσε ακόμα και όταν έχασε τις κοινωνικές του βάσεις) με έντονες κοινωνικές προεκτάσεις ή μια θρησκευτική αίρεση που ρίζωσε τόσο βαθιά εξαιτίας αυτών.
Ένα άλλο ζήτημα είναι η επέκταση του Βογομιλισμού στις ανώτερες τάξεις της βυζαντινής αριστοκρατίας, κάτι που φαίνεται αντιφατικό με τον επαναστατικό χαρακτήρα της αίρεσης, περί αποκήρυξης του πλούτου κτλ. Ένας λόγος της παρείσφρησης ήταν σίγουρα το ότι κάποιοι δεν ήταν ικανοποιημένοι με την πολιτική κατάσταση των πραγμάτων και ο Βογομιλισμός προσέφερε μια εναλλακτική για να δείξουν την δυσαρέσκειά τους[42]. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αν και ο Βογομιλισμός είχε κάποιες συγκεκριμένες θέσεις αυτές δεν ήταν για όλους (είτε επειδή δεν ήθελαν είτε επειδή δεν μπορούσαν) καθώς όπως είδαμε ο Βογομιλισμός είχε ιεραρχία στην οποία κάποιος ανέβαινε εφόσον ήταν έτοιμος. Επομένως, η αποδοχή συγκεκριμένων θέσεων από τους βυζαντινούς οφείλεται και στο επιτυχημένο ευρύ φάσμα θέσεων του Βογομιλισμού, που μπορούσε να βρει υποστηρικτές από τα κατώτερα στρώματα του πληθυσμού μέχρι να ανώτερα. Το ότι οι περισσότεροι δεν ήταν φανατικοί υποστηρικτές της αίρεσης φαίνεται από το γεγονός ότι είτε κρυβόντουσαν είτε απεμπόλησαν τις θέσεις τους μετά τις ποινές του Αλεξίου[43].
Είναι γεγονός πάντως ότι ο Βογομιλισμός (το ίδιος και ο Παυλικιανισμός) ξεκίνησαν προσηλυτίζοντας αγρότες από την ύπαιθρο που αντιτίθενται στην κοσμική και στην εκκλησιαστική ιεραρχία, ενώ από το κράτος άλλοτε αντιμετωπίζονται ως αιρετικοί και άλλοτε ως πολίτες[44]. Ο Ι. Καραγιαννόπουλος συνοψίζει σε μια πρόταση την κατάσταση «Απότοκος της κοινωνικής αυτής και οικονομικής κρίσεως υπήρξεν η ραγδαία εξάπλωσις της θρησκευτικής αιρέσεως των Βογομίλων, υπο το ένδυμα της οποίας εκρύπτοντο βεβαίως οι αναπτυσσόμεναι κοινωνικαί αντιθέσεις»[45] και παρακάτω, «Συν τω χρόνω ο Βογομιλισμός, όχι πλεόν ως απλή θρησκευτική αίρεσις, αλλ’ ως κοινωνικόν κίνημα των ταπεινών και καταπιεζομένων, θα επεκταθή υπο διάφορα ονόματα πέραν των ορίων του βουλγαρικού κράτους»[46].
Δ. Επίλογος
Είδαμε, λοιπόν, πώς ο Βογομιλισμός ξεκίνησε, ποιες ήταν οι κυριότερες αιτίες εξάπλωσης και τις περιοχές της Βαλκανικής που επεκτάθηκε. Η εμφάνιση του στα μέσα του 10ου αι. μέσα σε μια κοινωνία, όπου οι κοινωνικές αντιθέσεις και η καταπίεση ήταν έντονες, οι πόλεμοι συνεχείς και το μέλλον αβέβαιο δεν προκαλεί εντύπωση πως κατάφερε να επεκταθεί γρηγορά. Μάλιστα αυτές οι δυσχερείς συνθήκες δεν θα εκλείψουν στους επόμενους αιώνες (αν και θα υπάρξουν στιγμές καλής διοίκησης), αλλά μάλλον θα αυξηθούν.
Όπως είδαμε ο Βογομιλισμός εμφανίστηκε τον 10ο και αποτελεί μείγμα προηγούμενων αιρέσεων με κάποιες αλλοιώσεις. Κύρια εστία τους υπήρξε η περιοχή της Θράκης αλλά και της Βουλγαρίας. Οι απόψεις του Βογομιλισμού για τον κόσμο, ως βασίλειο του Σαταναήλ, προσέφερε μια καλή αιτία για διαφοροποίηση αλλά και αντίδραση προς την άρχουσα τάξη. Κατά την εξάπλωσή του στη Βαλκανική προβάλλονται, ως αίτια διάδοσης, κυρίως κοινωνικοί παράγοντες· όπως η ισχυροποίηση του φεουδαρχικού συστήματος.
Εάν θα θέλαμε να περιγράψουμε τον Βογομιλισμό μόνο ως θρησκευτική αίρεση θα δυσκολευόμασταν να βρούμε τα αίτια της ευρείας διάδοσης. Άλλωστε, οι ίδιες οι ρίζες της αίρεσης προέρχονται από μια άλλη αίρεση (Παυλικιανισμός) η οποία είχε αναπτύξει στρατιωτική δράση απέναντι στο Βυζάντιο. Από την άλλη εάν μιλούσαμε για ένα κοινωνικό κίνημα θα το απογυμνώναμε από την πηγή του, άλλωστε στον μεσαίωνα η θρησκεία έπαιζε καίριο ρόλο.
Κλείνω με την άποψη του S. Runciman, ότι ο Βογομιλισμός δημιουργήθηκε μέσα από τον Παυλικιανισμό προσαρμόζοντας την οργάνωσή του ώστε να ταιριάζει στις κοινωνικές συνθήκες τις εποχής[47]. Πλην, όμως, η άποψη μπορεί να διαβαστεί και ανάποδα, ότι οι κοινωνικές συνθήκες μετασχημάτισαν τον Παυλικιανισμό (στην συνέχεια προστέθηκαν και άλλες αιρέσεις) στον Βογομιλισμό, πράγμα που σημαίνει ότι αυτός θα ρίζωνε όπου αυτές ήταν έντονες.
[1] Angelov, D., The Bogomils Movement, Sofia 1987, σ. 29 (στο εξής: Angelov, The Bogomils)· Frassetto, M., Heretic Lives: Medieval Heresy from Bogomil and the Cathars to Wyclif and Hus, London 2007, σ. 9 (στο εξής: Frassetto, Heretic Lives)· Hussey, J., M., The Orthodox Church in the Byzantine Empire, Oxford 1990, σ. 157 (στο εξής: Hussey, Orthodox Church)· Obolensky, D., The Bogomils: a study in Balkan neo-Manichaeism, Cambridge 1972, σσ. 111-112· (στο εξής: Obolensky, The Bogomils)· Runciman, S., The Medieval Manichee: A Study of the Christian Dualist Heresy, Cambridge 19995, σσ, 67-68, (στο εξής: Runciman, Medieval Manichee)· Χαραλαμπάκης, Π., «Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός Θρησκευτικά αιρέσεις και λαϊκά κινήματα», στο: Ψαρομηλίγκος, Α., Λάζου Β. (επίμ.), Λαϊκές Εξεγέρσεις στο Βυζάντιο, Αθήνα 2011 (49-84), σ. 68, (στο εξής: Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός).
[2] Fine, J., V., A., The early medieval Balkans: a critical survey from the sixth to the late twelfth century, Ann Arbor 1999, σσ. 172-173, (στο εξής: Fine, Medieval Balkans)· Frassetto, Heretic Lives, σσ. 9, 11· Obolensky, The Bogomils, σσ. 112-118.
[3] Hussey, Orthodox Church, σ. 157- Καραγιαννόπουλος, Ι., Το Βυζαντινό Κράτος, Θεσσαλονίκη 20014, σσ. 153-154, (στο εξής: Καραγιαννόπουλος, Βυζαντινό Κράτος)· Runciman, Medieval Manichee, σσ. 68, 87-88· Φειδάς, Β., Εκκλησιαστική Ιστορία Β΄: Από την Εικονομαχία μέχρι την Μεταρρύθμιση, Αθήνα 19942, σ. 305, (στο εξής: Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία)· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σσ. 54, 60-62· Χριστοφιλοπούλου, Αι., Βυζαντινή Ιστορία Γ΄1 (1081-1204), Αθήνα 2001, σ. 79, (στο εξής: Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή Ιστορία). Ο Κωνσταντίνος Ε΄ θα μεταφέρει Παυλικιανούς από τη Συρία στην περιοχή της Θράκης, ενώ οι Λέων Δ΄ και Ιωάννης Τσιμισκής θα μεταφέρουν πληθυσμούς από την Αρμενία στην Θράκη, ανάμεσά τους και Παυλικιανοί, όλοι τους για την υπεράσπιση των συνόρων. Εκτός από Παυλικιανούς θα μεταφερθούν και άλλες θρησκευτικές αιρέσεις. Βλ. Obolensky, The Bogomils, σ. 147.
[4] Fine, Medieval Balkans, σ. 173· Kusabu, H., Comnenian Orthodoxy and Byzantine Heresiology in the Twelfth Century: A Study of the Panoplia Dogmatica of Euthymios Zigabenos, Chicago 2013, σ. 196, (στο εξής: Kusabu, Byzantine Heresiology)· Obolensky, The Bogomils, σ. 120· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 68. Συνοπτικά για την καταγωγή και σημασία του ονόματος βλ. Frassetto, Heretic Lives, σσ. 12-13.
[5] Kusabu, Byzantine Heresiology, σ. 196 - Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 306.
[6] Angold, M., Church and Society in Byzantium under the Comneni, 1081–1261, Cambridge 1995 σσ. 458-460, (στο εξής: Angold, Church and Society)· Frassetto, Heretic Lives, σσ. 15-18· Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, σσ. 307-308.
[7] Angelov, The Bogomils, σ. 31· Frassetto, Heretic Lives, σ. 15.
[8] Fine, Medieval Balkans, σ. 175· Hussey, Orthodox Church, σ. 159.
[9] Fine, Medieval Balkans, σσ. 173-175· Frassetto, Heretic Lives, σσ. 13-16· Runciman, Medieval Manichee, σσ. 73-74· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 66.
[10] Αρχικά πρέπει να υπήρχε ο διαχωρισμός ανάμεσα στους «τελειοποιημένους», αυτούς δηλαδή που ήταν μέλη της αίρεσης, και στους απλούς πιστούς οι οποίοι δεν ήταν ακόμα μέλη αλλά ασπάζονται τα δόγματα. Στη συνέχεια, ωστόσο, ανέπτυξε πιο σύνθετη δομή. Βλ. Frassetto, Heretic Lives, σ. 20.
[11] Fine, Medieval Balkansς, σ. 177· Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 308.
[12] Angelov, The Bogomils, 24-25.
[13] Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 308.
[14] Runciman, Medieval Manichee, σ. 79.
[15] Angelov, The Bogomils, σ. 13· Frassetto, Heretic Lives, σσ. 15-16.
[16] Angelov, The Bogomils, σ. 6· Μινέβα, Ε., «Η μεσαιωνική βουλγαρική και σερβική γραμματεία», στο: Σοφούλης, Π., Παπαγεωργίου (επίμ.), Α., Μεσαιωνικός Σλαβικός Κόσμος, Αθήνα 2015 (273-300), σ. 295.
[17] Angelov, The Bogomils, σ. 6· Fine, Medieval Balkans, σσ. 164-165.
[18] Σοφούλης, Π., «Η Μεσαιωνική Βουλγαρία», στο: Σοφούλης, Π., Παπαγεωργίου, Α. (επίμ.), Μεσαιωνικός Σλαβικός Κόσμος, Αθήνα 2015 (57-104), σσ. 76-77, (στο εξής: Σοφούλης, Η Μεσαιωνική Βουλγαρία).
[19] Fine, Medieval Balkans, σσ. 166-167.
[20] Καραγιαννόπουλος, Ι., Ιστορία Βυζαντινού Κράτους Β΄: Ιστορία μέσης Βυζαντινής περιόδου (565-1081), Θεσσαλονίκη 19935, σ. 363, (στο εξής: Καραγιαννόπουλος, Ιστορία Βυζαντίου Β΄)· Οstrogorsky, G., Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους B΄, (μτφρ.) Παναγώπουλος, Ι., Αθήνα 1997, σ.145, (στο εξής: Ostrogorsky, Βυζαντινό Κράτος)· Σοφούλης, Η Μεσαιωνική Βουλγαρία, σ. 79.
[21] Fine, Medieval Balkans, σ. 165· Καραγιαννόπουλος, Ιστορία Βυζαντίου Β΄, σ. 363· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 68.
[22] Fine, Medieval Balkans, σσ. 168-169.
[23] Σοφούλης, Η Μεσαιωνική Βουλγαρία, 79.
[24] Κομνηνή, Ά., Annae Comnenae Alexias, εκδ. Κολοβού, Φ., Χ., Kambylis, A., and Reinsch, D., [Corpus fontium historiae Byzantinae. Series Berolinensis 40], Berlin 2001, 15, 8, 3 (54-56), (στο εξής: Κομνηνή, Αλεξιάς).
[25] Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 309.
[26] Κομνηνή, Αλεξιάς, 15, 8, 4-6.
[27] Angelov, The Bogomils, σσ. 33-34· Hussey, Orthodox Church, σ. 161· Runciman, Medieval Manichee, σσ. 70-71· Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 309· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 69. Αποτελεί την μόνη γνωστή περίπτωση όπου κάποιος κάηκε στην πυρά στην ιστορία του βυζαντινού κράτους.
[28] Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 310· Χαραλαμπάκη, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 70. Εκτεταμένα για το έργο του Ζηγαβινού βλ. Kusabu, Byzantine Heresiology.
[29] Gress-Wright, D., «Bogomilism in Constantinople», Byzantion 47 (1977), σσ. 175-177, (στο εξής: Gress, Bogomilism in Constantinople)· Hussey, Orthodox Church, σ. 162· Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, σσ. 310-311.
[30] Gress, Bogomilism in Constantinople, σ. 179· Hussey, Orthodox Church, σ. 162· Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, σσ. 311-312 - Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 70.
[31] Angelov, The Bogomils, σ. 40.
[32] Angelov, The Bogomils, σσ. 40-41· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 74.
[33] Angelov, The Bogomils, σσ. 41-42· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σσ. 74-75.
[34] Obolensky, The Bogomils, σσ. 170-172· Σοφούλης, Η Μεσαιωνική Βουλγαρία, σσ. 84-85.
[35] Hussey, Orthodox Church, σ. 159.
[36] Σοφούλης, Η Μεσαιωνική Βουλγαρία, σσ. 85-86.
[37] Angelov, The Bogomils, σ. 36· Hussey, Orthodox Church, σ. 163· Σοφούλης, Η Μεσαιωνική Βουλγαρία, σ. 92· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σσ. 72-74.
[38] Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 70.
[39] Οstrogorsky, G., Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους Γ΄, (μτφρ.) Παναγώπουλος Ι., Αθήνα 1997, σ. 23· Vasiliev, A., A., Ιστορία της Βυζαντινης Αυτοκρατορίας 324-1453 Β΄, (μτφρ.) Σαβράμη Δ., Θεσσαλονίκη 1971, σ. 22· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 70.
[40] Angelov, The Bogomils, σ. 34.
[41] Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 76. Ένα τέτοιο παράδειγμα καταπίεσης, κατά τον Obolensky, είναι η επιβολή της ελληνικής γλώσσας ως εκκλησιαστικής στη Βουλγαρική εκκλησία. Βλ. Obolensky, The Bogomils, σ. 169. Πρβλ. Fine, Medieval Balkans, σσ. 178-179.
[42] Gress, Bogomilism in Constantinople, σσ. 174-175.
[43] Gress, Bogomilism in Constantinople, σ. 169· Runciman, Medieval Manichee, σ. 71.
[44] Hussey, Orthodox Church, σ. 158· Χαραλαμπάκης, Παυλικιανισμός και Βογομιλισμός, σ. 78.
[45] Καραγιαννόπουλος, Ιστορία Βυζαντίου Β΄, σσ. 363-364.
[46] Καραγιαννόπουλος, Ιστορία Βυζαντίου Β΄, σσ. 364-365.
[47] Runciman, Medieval Manichee, σ. 88.