Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2024

ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ

 ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ 

ΥΠΟ ΤΟΥ ΘΕΟΦΙΛΕΣΤΑΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΠΕΤΡΑΣ ΔΑΒΙΔ

                   

Διπλή εορτή και πανήγυρη σήμερα αγαπητοί μου αδελφοί. Διπλή χαρά για ολόκληρη την Συμβασιλεύουσα, διότι μαζί με τον Όσιο Ευθύμιο τον Μέγα εορτάζει και ο Παναγιώτατός μας Μητροπολίτης κ.κ. Ευθύμιος. Ένας ποιμενάρχης με πολλά τάλαντα και χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, ο οποίος είναι ο στοργικός πατέρας των πιστών της Μητροπόλεως και αποτελεί σημείο αναφοράς για όλους τους θεσσαλονικείς. Και αυτό γιατί αγωνίζεται όλα αυτά τα χρόνια ανύστακτα και ακούραστα, χωρίς να δίδει ύπνον τοις οφθαλμοίς του και τοις βλεφάροις του νυσταγμόν για την κατά Θεόν πρόοδο και την πνευματική ευημερία του ποιμνίου του.

 Με ανεξάντλητες δυνάμεις δαπανά εαυτόν και θύει την ψυχή του υπέρ των προβάτων. Ευπροσήγορος και επικοινωνιακός, προσέχει τον κάθε πιστό ξεχωριστά και συνδιαλέγεται με τους πάντες. Εργάζεται με μεγάλο ενδιαφέρον για τα εκκλησιαστικά πράγματα και ενημερώνεται συνεχώς για τα τεκταινόμενα σε παγκόσμια κλίμακα. Είναι υπερβολικά γενναιόδωρος και φιλόξενος και όλοι έχουν να λένε για τις αβραμιαίες τράπεζες και την άφθαστη φιλοξενία του Παναγιωτάτου και της Μητροπόλεώς του. Μία όμως από τις κορυφαίες του αρετές, για την οποία δικαίως ξεχωρίζει, είναι η ανεξικακία και συγχωρητικότητα που επέδειξε εμπράκτως όλα τα προηγούμενα χρόνια, απέναντι στους αμετανοήτους εχθρούς και αντιπάλους του, οι οποίοι αεννάως ζητούσαν ανυποχώρητα με λύσσα και μανία την κεφαλή του επί πίνακι.

 Ο Παναγιώτατος ήταν πάντοτε ιδιαίτερα συγκαταβατικός, έστω και αν απέναντί του είχε να αντιμετωπίσει βράχους εμπαθούς αδιαλλαξίας και ογκόλιθους αφιλαδέλφου σκληρότητος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της μεγαθυμίας του Παναγιωτάτου, είναι ένα περιστατικό που του συνέβη στο τρένο. Εκεί σε ένα ταξίδι ο συνεπιβάτης του χωρίς να τον γνωρίζει, συνομιλούσε μαζί του κατηγορώντας διαρκώς τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ευθύμιο. Όταν τελικά το τρένο έφτασε στον προορισμό του, ρώτησε ο Παναγιώτατος τον συνεπιβάτη του. «Τον ξέρεις αυτόν τον Ευθύμιο; Τον γνωρίζεις προσωπικά;», «όχι, του απαντά εκείνος, δεν τον ξέρω απλά έχω ακούσει για αυτόν». Και τότε του λέγει ο Παναγιώτατος: «Εγώ είμαι ο Ευθύμιος, που τόσες ώρες κατηγορούσες ασταμάτητα». Και βεβαίως έμεινε κόκκαλο, σύξυλος ο άνθρωπος εκείνος, γιατί απέναντί του είχε έναν άνθρωπο που σε όλο το ταξίδι αντιμετώπιζε αδιαμαρτύρητα, με χαμόγελο και ευγένεια τις κατηγορίες του.

 Παναγιώτατε! Είστε ένα πρόσωπο τόσο οικείο και αγαπητό για όλους τους θεσσαλονικείς και όχι μόνον, καθώς έχετε συνδέσει την πορεία και την δράση σας, την ζωή σας και την παρουσία σας με την Νύμφη του Θερμαϊκού, τα τελευταία τουλάχιστον πενήντα χρόνια. Είστε πλέον μέλος αναπόσπαστο και μέρος της ιστορίας αυτής της πόλεως. Το όνομά σας είναι ταυτισμένο με την Θεσσαλονίκη και τις τύχες της. Όταν κάποιος λέει «ο Θεσσαλονίκης», οι πάντες, ακόμα και οι πέτρες γνωρίζουν, ότι εννοεί εσάς. Διότι δικαιωματικά, έχετε κερδίσει την θέση αυτή στις συνειδήσεις των ανθρώπων.

 Υπάρχει όμως κάτι για το οποίο θα σας ευγνωμονώ αιωνίως. Και σε αυτήν την ζωή και στην άλλη. Είναι κάτι που αποτελεί την κορυφαία ενέργειά σας, την διαχρονικά πιο συνετή και σοφή απόφασή σας, απόφαση καθοριστικού χαρακτήρος για ολόκληρο το στερέωμα της Εκκλησίας και την κορυφαία ευεργεσία που θα μπορούσατε να πράξετε και να πραγματώσετε για την Εκκλησία και τους πιστούς της.

Ως μία ψυχή και μία καρδιά, φωτιζομένη από το Πνεύμα του Χριστού-στις πιο δύσκολες και κρίσιμες στιγμές για την Εκκλησία-μαζί με τον αταλάντευτο αγωνιστή και υπέρμαχο της εκκλησιαστικής νομιμότητος και του ορθοδόξου φρονήματος, τον εμβληματικό, αλησμόνητο και αγαπημένο Ιεράρχη, τον αγίας βιωτής, λαοπρόβλητο και θεοφιλή Φθιώτιδος και Θαυμακού κυρό Καλλίνικο, κατορθώσατε την καλή νίκη, την ωραία και θεάρεστον και περιεσώσατε την εκκλησιολογική καθαρότητα και κανονικότητα του Συνοδικού σώματος της Εκκλησίας του Χριστού, στρεφόμενοι και οι δύο ταυτόχρονα κατά πάσης φύσεως εγκληματικών ενεργειών και πραξικοπηματικών κινήσεων, που είχαν ως σκοπό την μετά δόλου και υποχθονίων μεθόδων υφαρπαγή της καθ’ όλου εκκλησιαστικής διοικήσεως. Διαφυλάξατε έτσι, Παναγιώτατε, κατά τρόπον καθοριστικόν για το μέλλον-όπως απεδείχθη περίτρανα στην συνέχεια-την ακεραιότητα της πίστεως και την καθαρότητα του φρονήματος της Εκκλησίας, απαλλάσοντάς την, από τα σκάνδαλα και την παρανομία.

Με αυτόν τον τρόπο δεν επιτρέψατε τον εκτροχιασμό της Εκκλησίας σε επισφαλείς ατραπούς, καθώς αποτρέψατε την διαβρωτική και ψυχόλεθρον μετάλλαξη του Θεανθρωπίνου Σώματος του Χριστού σε σωματειακά και κοινοτικά υποκατάστατα. Βλέποντας και κρίνοντας κανείς τα πράγματα εκ των υστέρων, Παναγιώτατε, δεν μπορεί παρά να σας ευγνωμονεί, διότι εάν εσείς δεν είχατε ορθώσει το ανάστημά σας όταν έπρεπε, την κρίσιμη στιγμή, σήμερα τα εκκλησιαστικά πράγματα θα είχαν πάρει τελείως διαφορετική τροπή και το μέλλον της Εκκλησίας θα ήταν αβέβαιο και σκοτεινό.

 Είναι όμως αψευδές το στόμα Εκείνου, που διαβεβαίωσε ότι «πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν Αυτής» (Ματθ. Ις΄, 18). Και το σίγουρο είναι ότι ο Κύριος σε κάθε εποχή αναδεικνύει στην Εκκλησία Του αναστήματα πνευματικά, που ως άλλοι Άτλαντες σηκώνουν στους ώμους τους την Ορθοδοξία και με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος που κατευθύνει τα πάντα, την οδηγούν σε λιμένα εύδιον και σωτήριον.

Η Εκκλησία βεβαίως δεν έχει ανάγκη από ανθρώπινους σωτήρες. Μήπως είχε όμως ανάγκη από τον Γρηγόριο τον Θεολόγο, τον Βασίλειο τον Μέγα, τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, τον Κύριλλο Αλεξανδρείας, τον Αθανάσιο τον Μέγα, τον Γρηγόριο τον Παλαμά, τον Μάρκο τον Ευγενικό, τον Κοσμά τον Αιτωλό και τόσους άλλους αναρίθμητους αγίους; Άνθρωποι ήταν και αυτοί. Ένας και μοναδικός είναι ο Λυτρωτής της Εκκλησίας, ο Θεάνθρωπος και Κύριος μας Ιησούς Χριστός. Η προσωπικότητά σας και το έργο σας όμως Παναγιώτατε, προβάλλουν και τονίζουν χαρακτηριστικά την ειδοποιό διαφορά και την χαώδη απόσταση, που υπάρχει ανάμεσα στον ποιμένα τον καλό, ο οποίος ακολουθώντας το πρότυπο του Εσφαγμένου Αρνίου από καταβολής κόσμου, αγωνίζεται για την επικράτηση της Βασιλείας του Θεού επί της γης, και στους λυκοποιμένες, οι οποίοι με δορά προβάτου και με το προσωπείο της υποκρίσεως και του δόλου εργάζονται για τον όλεθρο και την καταστροφή του ποιμνίου τους.

Για όλα αυτά σας ευχαριστούμε Παναγιώτατε και σας ευγνωμονούμε εσαεί μέσα από τα βάθη της καρδιάς μας και της ψυχής μας. Σας ευχαριστούμε οι πάντες, όλα τα πιστά μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, εν ενί στόματι και μιά καρδία και δοξάζουμε με άπειρες δοξολογίες  τον Υπέρθεο, Παντοδύναμο, Παντεπίσκοπο και Ακατάληπτο Τριαδικό Θεό, αινούντες και ευλογούντες το Πανάγιον Όνομά Του, διότι με την δική σας συμβολή και στάση, δεν επέτρεψε, ο Παράδεισος της Εκκλησίας να μετατραπεί στην κόλαση του Δάντη.

  Σας ευχαριστώ προσωπικά εγώ Παναγιώτατε, μέσα από τα μυχιότερα και ενδότερα σημεία της υπάρξεώς μου, διότι ως υπεύθυνος και ενσυνείδητος ποιμένας, που νοιάζεται πραγματικά για το ποίμνιό του, μαζί με τον μακαριστό και αλήστου μνήμης συνοδοιπόρο σας κυρό Καλλίνικο, δεν εγκαταλείψατε τα παλάτια της ΟΝΤΩΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, προκειμένου να εισέλθετε αυτομολώντας στα εκκλησιώνυμα, πλην ερειπιώδη καταγώγια, που φέρουν μεν το όνομα της Εκκλησίας, πλην όμως πόρρω απέχουν από αυτήν, όσο τα ουράνια από τα καταχθόνια και δεν διαθέτουν τίποτα που να θυμίζει κάτι από την δόξα και την εύκλεια της Εκκλησίας. Σε εσάς χρεωστούμε και οφείλουμε, το ότι είμαστε σήμερα μέλη της ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ, ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ και ανήκουμε στον υγιή, ασφαλή και ακέραιο χώρο του Θεανθρωπίνου Σώματος του Δεσπότου Χριστού και όχι σε έναν αρρωστημένο χώρο, που εγκυμονεί μολυσματικές νόσους και υποθάλπει επικίνδυνες νοοτροπίες αυταρχισμού και τυρρανικότητος και αρρωστημένες καταστάσεις.

Προσωπικά νιώθω ευλογημένος όσο λίγοι, που έχω το προνόμιο να ανήκω στην συνοδεία του μακαριστού Γέροντός σας, του πνευματικού μας πάππου, του απλού και ταπεινού, του ανεπιτήδευτου πλην τιμίου και έχοντος μπέσα και φιλότιμο αρχιμανδρίτου Ιάκωβου Παπαδέλλη-μπέσα και φιλότιμο, που σπανίζει στις ημέρες μας- ο οποίος έθεσε τις βάσεις για την περαιτέρω πορεία σας, με τις αρχές και τις αξίες που σας δίδαξε, ανασταίνοντας πνευματικά τέκνα και αναστήματα, που ανεδείχθησαν σε κορυφαίες προσωπικότητες της Εκκλησίας, όπως εσάς, τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Μακάριο και τον θεοφιλέστατο επίσκοπο Καισαρείας κ. Τιμόθεο.

Σήμερα Παναγιώτατε που άγετε τα σεπτά σας ονομαστήρια, θα ήθελα να σας ευχηθώ έτη πολλά και ευλογημένα, καρποφόρα και δημιουργικά και να παραμείνετε ένας πύργος ακλόνητος που θα στηρίζει τους πάντες και θα τους εμπνέει την εγγύτητα προς τον Θεό και την αφοσίωση στην Εκκλησία Του. Να είσασθε πάντοτε υγιής και δυνατός, πνευματικά και σωματικά και να δαπανάτε όλες σας τις δυνάμεις στην λατρεία του Υψίστου και την διακονία των λογικών του προβάτων.

Περνώντας όμως τώρα στο δεύτερο μέρος της ομιλίας μου, στον άνθρωπο στον οποίον οφείλετε το όνομά σας, ο Μέγας Ευθύμιος προήλθε από στείρα και άκαρπη γαστέρα, όπως ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο προφήτης Σαμουήλ και ο πατριάρχης Ισαάκ. Γι’αυτό και πήρε την ονομασία «Ευθύμιος» κατά την υπόσχεση του Θεού, όταν ακούστηκε φωνή από τον ουρανό, που προέτρεπε να ευθυμούν οι γονείς του, οι οποίοι παρακαλούσαν να δώσει ο Θεός να κάνουν παιδί. Μάλιστα ο άγιος Ευθύμιος όταν μεγάλωσε, έλυσε όχι μόνον την ακαρπία της μητέρας του, αλλά και την ακαρπία της γης, καθώς με την προσευχή του, όπως ο προφήτης Ηλίας, άνοιξε τις θύρες του ουρανού και θεράπευσε με την βροχή την γη, που νοσούσε από την ξηρασία.

 Η εσωτερική λαμπρότητα του αγίου φανερώθηκε μεταξύ των άλλων, όταν αυτοί που παρευρίσκονταν σε μία θεία Λειτουργία που τελούσε ο όσιος, είδαν να κατέρχεται από τον ουρανό στύλος πυρός και βρισκόταν μαζί με τον άγιο, καθώς ιερουργούσε την αναίμακτον θυσία, μέχρις ότου τελείωσε η θεία Λειτουργία. Σημάδι μάλιστα της τελείας καθαρότητος και αγιότητος της καρδιάς του είναι το γεγονός, ότι έβλεπε ο όσιος νοερώς τις διαθέσεις εκείνων που προσέρχονταν να μεταλάβουν την Θεία Κοινωνία, ποιος δηλαδή από αυτούς προσέρχεται με καθαρή συνείδηση και ποιος με ακάθαρτη και βρώμικη.

Η υμνογραφία της Εκκλησίας μας θεωρεί τον Μέγα Ευθύμιο εκμαγείο, δηλαδή αποτύπωμα και εικόνα του Προδρόμου, διότι εκτός των άλλων, ο όσιος υπήρξε άλλου είδους Βαπτιστής, αναγεννώντας και ανακαινίζοντας τους ανθρώπους με την ορθόδοξη διδασκαλία του στο πνευματικό βάπτισμα της Εκκλησίας, το βάπτισμα της υιοθεσίας. Δηλαδή ανέπλαττε τους ανθρώπους, μεταμορφώνοντάς τους σε υιούς του Θεού, καθώς αναδείχθηκε και αυτός Βαπτιστής μιμούμενος τον βίο του Προδρόμου και την διδασκαλία του.

Οι αρετές που άσκησε ο άγιος και με τις οποίες υπερέβη και νίκησε τα πάθη, συνοψίζονται στο ότι πρώτα από όλα πόθησε την Βασιλεία του Θεού, έπειτα ντύθηκε την ταπείνωση, ακολούθησε την εγκράτεια, επιδίωξε την δικαιοσύνη. Έτσι μπόρεσε να απεμπλακεί από την γοητεία της παρούσας ζωής, διότι μετέθεσε το κέντρο βάρους της ζωής του στα μένοντα και σταθερά και αιώνια λόγω της αγάπης του προς τον Κύριο. Άλλος δρόμος από αυτόν για κάθε άνθρωπο δεν υπάρχει. Όσο θεωρούμε ότι η ζωή βρίσκεται στον παρόντα κόσμο, τόσο δεν υπάρχει περίπτωση να ζήσουμε αληθινά την όντως ζωή, τον Κύριο και την χάρη του.

Θεμελιώδη αρετή του οσίου καθώς και πάντων των αγίων είναι η ταπείνωση. Και όπως επισημαίνει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, όσο περισσότερο προοδεύουμε στην αρετή, τόσο περισσότερο πρέπει να ταπεινώνουμε τους εαυτούς μας. Διότι όσο πιο ενάρετοι γινόμαστε, τόσο περισσότερο διαπιστώνουμε την απόσταση που υπάρχει ανάμεσα σε εμάς και στον Θεό. Έχει μεγάλη σημασία να γνωρίσουμε την αξία μας, ότι δηλαδή δεν αξίζουμε τίποτα μπροστά στον Θεό και αυτός που γνωρίζει καλύτερα τον εαυτό του, είναι αυτός που έχει χαμηλή υπόληψη και εκτίμηση για τον εαυτό του και νομίζει πως είναι ένα τίποτα. Γι’αυτό βέβαια, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, και ο Αβραάμ και ο Δαβίδ, όταν ανέβηκαν στο τελευταίο σκαλοπάτι, την τελευταία κορυφή της αρετής, τότε ακριβώς κατόρθωσαν να φτάσουν στην τελεία ταπείνωση. Και ο πρώτος ονόμαζε τον εαυτό του χώμα και στάκτη (Γεν. 18, 27), ο δεύτερος σκουλήκι.(Ψαλμ. 21, 7). Και όλοι οι άγιοι με τον ίδιο τρόπο ελεεινολογούσαν τον εαυτό τους. Ώστε αυτός που υπερηφανεύεται, είναι εκείνος που περισσότερο από όλους δεν γνωρίζει τον εαυτό του.

 Γι’αυτό και συνηθίζουμε να λέμε για τον υπερήφανο, ότι δεν έχει το γνώθι σαυτόν. Δεν έχει αυτογνωσία και αγνοεί τον εαυτό του. Αυτός όμως που αγνοεί τον εαυτό του, πως θα μπορέσει να γνωρίσει  άλλον; (Διερωτάται ο ιερός Χρυσόστομος και συνεχίζει). Τέτοιος, δηλαδή υπερήφανος, ήταν και ο Εωσφόρος, που έλεγε: «Επάνω από τα άστρα του ουρανού θα τοποθετήσω τον θρόνο μου» (Ησαϊας, 14, 13). Ο Παύλος όμως δεν συμπεριφερόταν έτσι, αλλά ονόμαζε τον εαυτό του έκτρωμα και τελευταίο από  τους αγίους και δεν έκρινε άξιο τον εαυτόν του να φέρει το όνομα των αποστόλων, αν και κατάφερε τόσα σπάνια και θεάρεστα κατορθώματα. Αυτόν λοιπόν ας ζηλέψουμε και ας τον μιμηθούμε, μας προτρέπει ο χρυσολόγος Ιωάννης. Και θα τον μιμηθούμε αν απαλλαγούμε από την γη και από τα πράγματα της γης (Κατά Ματθαίον ΚΕ΄. ΕΠΕ 10, 164-166. PG 57, 332-333). Δηλαδή από το σαρκικό φρόνημα, τις κοσμικές επιθυμίες και τις βιωτικές μέριμνες, που συμπνίγουν κάθε τι καλό και θεάρεστο μέσα μας και μας εμποδίζουν να προσκολληθούμε στον Χριστό και να αφοσιωθούμε στα ουράνια και αιώνια αγαθά της Βασιλείας του.

Εν κατακλείδι αγαπητοί μου αδελφοί εύχομαι σε όλους μας να μιμηθούμε όσο μπορούμε τις αρετές και την πολιτεία του οσίου και θεοφόρου πατρός ημών Ευθυμίου του Μεγάλου και με τις πρεσβείες του να κληρονομήσουμε, ο Παναγιώτατος και όλοι οι πιστοί, την ητοιμασμένην ημίν Βασιλείαν και να συνευφραινόμεθα εκεί συν πάσι τοις αγίοις, εις τους ατελευτήτους αιώνας των αιώνων. Αμήν!