ὑπό τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Κυκλάδων κ. Σάββα (Λουκ. ιστ΄, 19-31)
ΚΟΛΑΣΗ: ΜΥΘΟΣ Ή ΑΛΗΘΕΙΑ;
«ότι οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη»
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ακούγοντας το σημερινό ευαγγέλιο να μιλάει για τον τόπο της βασάνου του πλουσίου, αυτόματα ανεβαίνουν στη διάνοιά μας απορίες και ερωτήματα. Άραγε υπάρχει αυτός ο τόπος της αιώνιας καταδίκης; Άραγε υπάρχουν αυτά τα ατελεύτητα δεινά για την αμετανόητη ψυχή; Μήπως τελικά είναι ένα σύστημα εκφοβισμού των εκκλησιαστικών ηγετών που διαιωνίζει την ύπαρξη της εκκλησίας, πλουτίζει και δημιουργεί εξαρτήσεις, εγκλωβίζοντας δυναστικά τις ανθρώπινες ψυχές; Ας επιχειρήσουμε, ευκαιρίας δοθείσης, να δούμε κάποια πράγματα σχετικά και να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας...
ΚΥΡΙΩΣ ΘΕΜΑ
Α) ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
* Πολλές αναφορές και θέσεις του ευαγγελίου παρερμηνεύονται. Οι άνθρωποι είτε από έλλειψη γνώσεως, είτε από εγωιστική διάθεση, είτε από προκατάληψη σε σημαντικά ζητήματα παρουσιάζουν θέσεις «κατά το δοκούν». Επιφανειακά αν κοιτάξουμε αυτά τα ευαγγελικά χωρία θα δούμε ότι για το συγκεκριμένο θέμα (κόλαση) έχουμε αντιφατικές αναφορές. Π.χ. σε κάποιο σημείο ονομάζεται «πυρ αιώνιο» και σε άλλο «σκότος εξώτερο». Πως πυρ και σκότος συμβιβάζονται; Η φωτιά θερμαίνει, καίει, φωτίζει. Στο σκοτάδι απουσιάζει το φως. Συμβουλευτικά θα διευκρινίσουμε, ότι η εικόνα προσφέρεται όχι για να προσκολληθεί ο άνθρωπος σ’ αυτή, αλλά για να ανέβει πνευματικά πάνω απ’ αυτή.
* Στο αν είναι ψέμα ή μυθεύματα των εκκλησιαστικών ηγετών οφείλουμε να αντιπαραθέσουμε χωρία της Αγ. Γραφής: στο κατά Ματθαίον «εις κόλασιν αιώνιον» (Ματθ. 25, 46) αλλά και σε άλλα όπως «σκότος εξώτερον» (Ματθ. 8, 12), «γέενα πυρός» (Ματθ. 18, 8-9). Και φυσικά αφού ορίζεται η Κόλαση θα ορίζεται και ο Παράδεισος: «σήμερον μετ’ εμού έση εν τω Παραδείσω» (Λουκ. 23, 39-43), «μνήσθητί μου Κύριε εν τη Βασιλεία σου» (Λουκ. 23, 42) και ο Παύλος: «ηρπάγη εις τον Παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα α ούκ εξόν ανθρώπων λαλήσαι» (Β΄ Κορ. 12, 3-4). Υπάρχουν δηλαδή οι αγιογραφικές μαρτυρίες για τους τόπους εκείνους της απολαύσεως και της βασάνου.
* Δυστυχώς λοιπόν οι άνθρωποι δέχονται αυτούς τους τόπους ως αισθητούς, με κτιστό υλικό πυρ, τιμωρητικά όργανα και υλικές καταστάσεις, όπως και τα αντίθετα αγαθά που αφορούν την αιωνιότητα τα αντιλαμβάνονται και αυτά με τον ανάλογο τρόπο. Οι εικόνες και οι περιγραφές των ευαγγελιστών έχουν σκοπό να μας αναβιβάσουν σε πνευματικές καταστάσεις αλλά ο σύγχρονος άνθρωπος απέχει απ’ αυτήν την εργασία. Γι’ αυτό και λανθασμένα επιχειρούν αρκετοί να οδηγήσουν ανθρώπους στον δρόμο του Θεού μέσα από τον φόβο της κολάσεως και των ατελεύτητων τιμωριών, με ένα είδος εκβιασμού, πετυχαίνοντας φυσικά τα αντίθετα αποτελέσματα. Δεν περιγελούν μόνο τον εαυτό τους, αλλά δυσφημίζουν με τον χειρότερο τρόπο μια διδασκαλία αγάπης, ένα χώρο που αποπνέει το άρωμα της ελευθερίας, την ελευθερία της βούλησης για την ακρίβεια.
Β) Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΓΙΑ ΑΥΤΗΝ
* Το Άγιον Πνεύμα ερμηνεύει στις καρδιές των Θεοφόρων Πατέρων τις σωστές Ορθόδοξες απόψεις. Η παρουσία του Θεού βιώνεται ως «δροσιά ευφρόσυνος» και ως φωτιά που ταλαιπωρεί και κατακαίει. Είναι η αγαπητική παρουσία του Θεού που εκπέμπεται σ’ όλους. Τους μεν δίκαιους ευχαριστεί, τους δε αρνητές και αμαρτωλούς βασανίζει. Όπως ακριβώς κάνει η Θ. Κοινωνία. Φωτίζει – κατακαίει! Έχει σχέση με την πνευματική μας κατάσταση. Ή άλλο παράδειγμα, η συνάντησή μας με κάποιον που αγαπούμε ή μισούμε. Ενεργεί λοιπόν κοινώς η αδιάπτωτη αγάπη του Θεού, αλλά εκφράζεται με δύο τρόπους ανάλογα με το τι συναντάει στις ψυχές.
* Μιλάμε λοιπόν για τροπικές καταστάσεις και όχι τοπικές. Είναι πνευματικές εμπειρίες (τρόποι ζωής) αντίθετες μεταξύ τους. Ή καλύτερα μιά εμπειρία που βιώνουν όλοι οι άνθρωποι του κόσμου. Η «θέα του Θεού», όταν δηλαδή θα εμφανισθεί «εν δόξη» και οι άνθρωποι θα τον βλέπουν αιωνίως και τότε «εκπορεύονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες, εις ανάστασιν κρίσεως» (Ιω. 5, 29).
* Όλοι λοιπόν θα δούν τον Θεόν. Μόνο που ο άγιος Ιωάννης στην Κλίμακά του κάνει σωστότατον και κατανοητόν τον διαχωρισμόν: «πυρ καταναλίσκον και φωτίζον φως». Δύο ιδιότητες, φωτιστική και καυστική. Και γι’ αυτό δεν ευθύνεται ο Θεός. Μόνος του ο άνθρωπος επιλέγει «τα γυαλιά» με τα οποία θα Τον δει. Όπως ο ίδιος ο Κύριος μας σήμερα διακήρυξε ευαγγελικά: όλα ξεκινούν από τον διπλανό μας άνθρωπο, τον πλησίον, στον οποίο και καθρεφτίζεται ο Θεός. Η αγάπη προς τον συνάνθρωπο, «ουκ έστιν άλλως σωθήναι ει μη διά του πλησίον» (Άγ. Μακάριος).
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Πολλές φορές λοιπόν στις συζητήσεις μας, εμείς – αν επιτρέπεται η έκφραση – οι άνθρωποι του Θεού λέμε με εκφράσεις ψευτοταπεινώσεως ότι θα κολαστούμε, θα χάσουμε την ψυχή μας κ.λπ. και συγχρόνως αραδιάζουμε και μία κρίση για τον συνάνθρωπο μας, τον οποίο απεχθανόμαστε , μισούμε, θεωρούμε ότι μας αδικεί. Από εδώ και ο Παράδεισος και η Κόλαση αδελφοί μου! «Είδες τον συνάνθρωπό σου; Είδες τον Θεόν» λένε με νόημα οι Πατέρες μας. Είναι εύκολο να δώσουμε χρήματα αλλά είναι πολύ δύσκολο να δώσουμε συγχώρηση, να δείξουμε υπομονή, αντοχή, καρτερία, μακροθυμία. Αυτή η κακία είναι που κάνει την καθημερινότητά μας κόλαση και εμείς φοβόμαστε ότι θα την συναντήσουμε στην αιωνιότητα… Μπροστά στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού «δοκιμαζόμαστε» και βλέπουμε ποιά από τις δύο καταστάσεις ζούμε μέσα μας, ενώ συγχρόνως έχουμε την ευκαιρία να την αλλάξουμε (αν δεν είναι η πρέπουσα) πριν να είναι αργά...