Στην περικοπή αυτή τα Κυριακά λόγια χωρίζονται σε τρεις προτροπές:
α) Στην συγχωρητικότητα προς τους συνανθρώπους και αδελφούς μας, β) στην αληθινή και όχι φαρισαϊκή νηστεία και επίδειξη, και γ) στον αληθινό θησαυρισμό του ανθρώπου.
Στην Κυριακή προσευχή ο Χριστός διδάσκει στο πέμπτο αίτημα της «καί ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν». Ακόμη, στην παραβολή του αγνώμονος δούλου ο Κύριος καταλήγει: «οὕτω καί ὁ Πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐάν μή ἀφῆτε ἕκαστος τῶ ἀδελφῶ αὐτοῦ ἀπό τῶν καρδιῶν ἡμῶν τά παραπτώματα αὐτῶν».
Με τον τρόπο αυτό αποδεικνύει την μεγάλη σημασία που έχει για μας τους ανθρώπους η συγχωρητικότητα, η ανθρωπιά, η μεγαλοψυχία προς τους συνανθρώπους μας.
Αυτή ανοίγει την δυνατότητα της κοινωνίας από την ευσπλαχνία του Πατρός, ο οποίος απαντά στην προθυμία του ανθρώπου να συγχωρήσει τους συνανθρώπους του με την ευσπλαχνία Του.
Φυσικά δεν σημαίνει ότι η συγνώμη που δίνουμε σε κάθε συνάνθρωπο μας αποτελεί έργο αξιομισθίας, αλλά η ανεκτικότητα, η ευσπλαχνία και η συγνώμη που δείχνουμε είναι απόρροια του βιώματος και της εμπειρίας που έχουμε από την ευσπλαχνία του Πατέρα προς εμάς τους αμαρτωλούς.
Όταν ο άνθρωπος απολαμβάνει την αγάπη του Θεού Πατρός και την ευλογία της συγχώρησης των παραπτωμάτων του από Εκείνον, τότε αυτή η γεύση, αυτή η γνώση της αγάπης, αντικατοπτρίζεται στην διαγωγή του απέναντι στους συνανθρώπους του.
Εάν δεν υπάρχει βίωμα από το πατρικό χάδι και την αγάπη Του δεν πρόκειται ποτέ ο άνθρωπος να δώσει ανάλογα και αυτός αγάπη και συγχώρηση στους άλλους.
Αυτή την συγχωρητικότητα για τα παραπτώματα των άλλων την αποκτούμε μόνον όταν βρισκόμαστε σε κοινωνία και ορθή σχέση προς τον Θεό πατέρα και αφού έχουμε βιώσει το μέγεθος της ευσπλαχνίας του, της θυσίας Του προς εμάς.
Εδώ ο Κύριος υπενθυμίζει ότι εάν δεν συγχωρήσουμε τους συνανθρώπους μας υπάρχει περίπτωση να χάσουμε την θεία αγάπη που συγχωρεί.
Ανάγκη λοιπόν να είμαστε συγχωρητικοί απέναντι στους άλλους ανθρώπους γιατί αυτό αποτελεί ασφαλή μέτρο μέτρησης της ποιότητας και της θέρμης στην μετά του Πατρός κοινωνίας και σχέσης.
Ο σταδιακός χωρισμός από την πατρική χάρη έχει σαν συνέπια την σκληρότητα της συμπεριφοράς μας που μπορεί να φτάσει μέχρι και την αγνωσία του Πατέρα.
Η υιοθεσία που ζητάμε από τον Θεό, είναι δώρο δικό Του. Εκείνος ζητά από εμάς συμπεριφορές ανάλογα με το αξίωμα να είσαι υιός του Αγαθού και Πολυεύσπλαχνου.
Άλλως υπάρχει και η τύχη του αχάριστου δούλου.
Μετά την προς την ελεημοσύνη και την προσευχή των υποκριτών ο Κύριος παρουσιάζει και την νηστεία στην αληθινή και πραγματική της μορφή και όχι των Φαρισαίων.
Η νηστεία αποτελεί εκδήλωση μετάνοιας, δείγμα συντριβής και συνδέεται πάντα με την προσευχή.
Η Εκκλησία δίνει πολύ μεγάλη βαρύτητα στη σχέση των δύο αυτών αρετών, ως εργαλεία για την γεώργηση της καρδιάς μας προς καρποφορία από την σπορά του Κυρίου που γίνεται στον καθένα μας προσωπικά για αγιασμό.
Εδώ ο Κύριος δεν αναφέρεται στις τηρούμενες από τον λαό καθιερωμένες νηστείες, όπως είναι παραδείγματος χάριν η νηστεία της ημέρας του εξιλασμού, ή οι άλλες διατεταγμένες από τον Νόμο νηστείες.
Αναφέρεται στις ιδιωτικές νηστείες της Δευτέρας και της Πέμπτης που τηρούσαν οι ευσεβείς του Ισραήλ.
Φυσικά ο Κύριος δεν απορρίπτει τις νηστείες αυτές, αλλά θέλει να μας διδάξει να αποφεύγουμε την ευσεβιστική ματαιοδοξία, η οποία εξαντλείται στην αυτοδικαίωση του ανθρώπου από τους συνανθρώπους του.
Ο Κύριος κατακρίνει την εν ονόματι της ευσεβείας μεταβολή της εξωτερικής εμφάνισης του ανθρώπου που συνιστά υποκρισία.
Η κατήφεια του προσώπου, και αν ακόμη προέρχεται από εσωτερική συντριβή για τα αμαρτήματα αυτού που νηστεύει, είναι υποκρισία.
Αυτό δεν το θέλει ο Θεός, ούτε αποσκοπεί στην δόξα του, δεν φανερώνει ότι είμαστε παιδιά Του.
Απεναντίας φανερώνει ότι ζητούμε την αναγνώριση των άλλων για την όποια ευσέβειά μας.
Η έκφραση του Κυρίου «ἀφανίζουσι ………ὅπως φανῶσιν» δείχνει καθαρά την πρόθεση των υποκριτών για αυτοδιαφήμιση και δόξα εκ μέρους των ανθρώπων.
Με τον τρόπο αυτό, με την στάση αυτή, η νηστεία ως μέσο, ως εργαλείο για τον καθορισμό της καρδιάς και προσεγγίσεις του Θεού, από εκδήλωση ταπεινώσεις και αγάπης Του, μεταβάλλεται σε όργανο εξυπηρέτησης του ανθρώπινου εγωισμού.
Φυσικά η προτροπή του Χριστού για περιποίηση του εξωτερικού σχήματος του ανθρώπου, δεν σημαίνει νέο είδος υποκρισίας, να εμφανίζεται δηλαδή ο εξωτερικός άνθρωπος κατά τρόπο διαφορετικό της εσωτερικής καταστάσεως του.
Δεν είναι τα εξωτερικά γνωρίσματα αλλά η ορθή σχέσις προς τον Θεό.
Αυτό που δίνει το ορθόδοξο νόημα της νηστείας, αυτής που θα έχει και ανάλογη μισθοδοσίας από τον Πατέρα.
Αυτή που θα γίνει «ἐν τῶ κρυπτῶ» θα έχει την φανερή ανταπόδοση από τον δωρεοδότη.
Σαν αποτέλεσμα ο άνθρωπος να γεμίσει με χαμόγελο, με χάρη, με ευλογία υγείας, με νίκη στους πειρασμούς, με ανοχή στις θλίψεις.
Η τρίτη προτροπή του Κυρίου είναι το θέμα του θησαυρισμού.
Οι ραβίνοι τιμούσαν και εκτιμούσαν τους επίγειους θησαυρούς γιατί μπορούσε κανείς με την ελεημοσύνη, ή την φιλοξενία, να αποκτήσει ουράνιους θησαυρούς.
Τα επίγεια αγαθά όταν κανείς τα χρησιμοποιεί σωστά δίνουν την δυνατότητα απόκτησης των επουρανίων. Όταν χρησιμοποιούνται ως μέσα και εργαλεία αρετής.
Ο Κύριος όμως εδώ δείχνει μία διαφορετική διάσταση αυτών των πραγμάτων. Τονίζει τον πρόσκαιρο και φθαρτό χαρακτήρα των αγαθών του παρόντος κόσμου, σε αντίθεση με την αιωνιότητα και την σταθερότητα των ουρανίων θησαυρών.
Τα αγαθά του παρόντος κόσμου υπόκεινται σε καταστροφές, από έντομα, από σκουλήκια, από την οξείδωση, από την αρπακτική διάθεση των κλεπτών, από επίγειες καταστροφές.
Απεναντίας τα ουράνια αγαθά δεν διατρέχουν κανένα κίνδυνο και είναι αυτά που συνοδεύουν επ΄ αγαθόν τον άνθρωπο.
«Οὐδεῖς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Ο χριστιανός καλείται να εκλέξει τα αγαθά που τον κάνουν πραγματικό άνθρωπο, εκτιμητή της αληθινής αξίας των πραγμάτων, ή τα αγαθά του κόσμου, επενδύοντας στο αφερέγγυο και πρόσκαιρο.
Θα έχει κύριό του τον Θεό, ή τα αγαθά του κόσμου τούτου και τον μαμωνά.
Η κατάληξη των λόγων του Κυρίου είναι σαφής και γνωστή από την καθημερινότητά μας στις ανθρώπινες σχέσεις. «Ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ, ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν».
Το ζήτημα είναι ποιο θεωρείς θησαυρό για να στοχεύσεις τον θησαυρισμό σου.
Αθανάσιος Κατσίκης
αρχιτέκτων