ὑπό του Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Κυκλάδων κ. Σάββα (Μάρκ. 2, 1 - 12)
ΤΟ ΕΦΕΥΡΗΜΑ.
«...απεστέγασαν την στέγην...» (Μάρκ. 2, 4).
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Χριστός μας βρίσκεται, σύμφωνα με την σημερινή Ευαγγελική περικοπή, στην Καπερναούμ. «Είς την ιδίαν πόλιν» (Ματθ. 9, 1), στην δική Του πόλη, όπου επιτελεί την θεραπεία ενός παραλυτικού. Κηρύττοντας σε ένα σπίτι δημιουργεί αναπόφευκτα τον συνωστισμό του πλήθους: «Ουδέποτε ούτως ελάλησεν άνθρωπος, ως ούτος ο άνθρωπος» (Ιω. 7, 46). Γεμάτα σοφία και χάρη Θεού τα λεγόμενα, καθώς Αυτός είναι η Άνωθεν Σοφία που φανερώνεται στον κόσμο ανατρέποντας την ισχύουσα γνώση, τα προϋπάρχοντα δεδομένα εμφανίζοντας παράλληλα την «καινότητα» στην σκέψη και τη διανόηση. Μα πέρα και από αυτά ένα γεγονός, ένα εφεύρημα ξενίζει τόσο τον Διδάσκαλο, όσο και τους παρόντες. Ένα εφεύρημα αγάπης...
ΚΥΡΙΩΣ ΘΕΜΑ
Α) ΟΤΑΝ Η ΑΓΑΠΗ «ΜΗΧΑΝΕΥΕΤΑΙ» ΤΡΟΠΟΥΣ
* Η εγγενής αδυναμία του παραλυτικού, να εισέλθει μέσα από την πόρτα του σπιτιού και να πλησιάσει τον Ιησού, γίνεται αφορμή στους τέσσερις συνοδούς της ασθενείας του να προβούν σε ένα εφεύρημα. Αποστεγάζουν το σπίτι, διαλύουν την σκεπή κυριολεκτικά και με σχοινιά τον αποθέτουν μπροστά στο Διδάσκαλο. Θαυμάζει ο Κύριος και την πίστη τους και την αγάπη για τον άρρωστο συνάνθρωπό τους.
* Έχει η αγάπη τελικά κάτι τρόπους να εκδηλώνεται... Εκπλήσει για αυτό που μπορεί να κάνει, να πετύχει, να καταφέρει. «Μηχανεύεται» κάθε είδους τέχνασμα για να πετύχει τον Άγιο σκοπό της. Και πρώτος που σχεδίασε από αγάπη υπήρξε ο Θεός απέναντι στον κόσμο και τον αμαρτωλό άνθρωπο: «ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν Αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον.» (Ιω. 3, 16). Τρομερό εγχείρημα, ασύλληπτη σοφία, εξαιρετική επινόηση. Ο Θεός φοράει την ανθρώπινη σάρκα, διατηρεί την θεότητα, προσεγγίζει και λυτρώνει τον άνθρωπο.
* Από αυτήν την μέγιστη ευεργεσία μέχρι τις ελάχιστες εκδηλώσεις βοηθείας και αλληλεγγύης προς τον συνάνθρωπό μας μπορεί να υπάρχει τεράστια απόσταση. Όμως το κοινό στοιχείο είναι η θυσιαστική αγάπη. Αγάπη είναι και δείχνει ο Πατέρας. Σ’αυτή την αρετή μας καλεί να αγωνιστούμε όλοι ανάλογα με τις δυνατότητές μας. Και αυτό εκδηλώνουν απερίφραστα και δημιουργικά οι συνοδοί του παραλυτικού. Κάθε πνευματική προσπάθεια (φυσικά και υλική) χρειάζεται εφευρετικότητα. Επιμονή, πίστη στο σκοπό, που δεν είναι άλλος από την συνάντηση με τον Χριστό. Έτσι και ο ασθενής μη έχοντας αρτιμέλεια, αλλά συνοδευόμενος από ανθρώπους με πνευματική αρτιμέλεια, προσγειώνεται κυριολεκτικά από τον ουρανό (!) χάρη στην ουράνια αρετή της αγάπης.
Β) ΜΙΑ ΑΠΟΣΤΕΓΑΣΗ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ
* Ας κρατήσουμε λοιπόν την πράξη αυτή της αγάπης και τον όρο «αποστέγαση» για να τον μελετήσουμε συμβολιστικά και πνευματικά στη ζωή μας. Νομίζω πως μπορεί αυτή να καθορίσει την εσωτερική μας πορεία. Ας μην κρατήσουμε τον Χριστό «εγκλωβισμένο» στην ύπαρξή μας για τον εαυτό μας, σαν αυτούς που γέμισαν το σπίτι και άλλοι δεν μπορούσαν να Τον πλησιάσουν! Ας είμαστε έτοιμοι να ανοίξουμε το στέγαστρο της υπάρξεώς μας και άλλοι, αναρίθμητοι να γνωρίσουν την ευεργεσία Του. Μοίρασμα με τους συνανθρώπους μας, όχι φαρισαϊκή στειρότητα και αποκλειστικότητα.
* «Αποστέγαση» σε σχέση με την πολυπρόσωπη αμαρτία και τους ακάθαρτους λογισμούς που μεταβάλλουν σταδιακά την ψυχή μας σε σκληρό και άγονο χωράφι. Στις προτροπές και εγωιστικές φωνές που θέλουν να εγκαταστήσουν μέσα μας το φιλήδονο κυνήγι της εξουσίας, της απόλαυσης αλλά και της φιλαυτίας. Η αληθινή χαρά βρίσκεται στην κοινωνία με τον Θεό, η οποία προϋποθέτει την κοινωνία με τον πλησίον μας.
* Μιά «αποστέγαση» χρειαζόμαστε σε σχέση και με τούτον τον κόσμο. «Ο Κόσμος ούτως εν τω πονηρώ κείται» (Α΄ Ιω. 5, 19) και εμείς μοιάζουμε υπνωτισμένοι στις επιταγές και τα προστάγματά του. Κάλπικες φωνές που προσπαθούν να δικαιολογήσουν την αμαρτία, να αμνηστεύσουν την διαστροφή, να εκλογικεύσουν τον παραλογισμό, να νομιμοποιήσουν την παρανομία. Πως να αντισταθεί κανείς σε τέτοιες παρεκτροπές... Ας ανοίξουμε χώρο για το Ευαγγέλιο της αλήθειας και της αγάπης. Χώρο για τον Λόγο του Θεού που κυριολεκτικά ανάπτει λύχνο διακρίσεως στην ψυχή.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Μέσα στο σπίτι της Καπερναούμ υπήρχαν πολλοί που άκουγαν τον Χριστό. Φαρισαίοι, Γραμματείς, απλοί άνθρωποι, ο παράλυτος, οι φίλοι του παράλυτου... Εμείς σε ποιούς μοιάζουμε; Στους φιλοπερίεργους παρατηρητές, στον παράλυτο, στους φίλους του, στους αδιάφορους; Γιατί αυτό είναι η Εκκλησία, ένα σπίτι του Θεού που θεραπεύει την αμαρτία και εμείς παρόντες ή απόντες από τις δωρεές του Θεού! Ποιά θέση έχουμε εδώ τελικά;