Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2023

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ

Τό Μέγα Δεῖπνο

Ὁ Κύριος εἶναι προσκεκλημένος σέ δεῖπνο στό σπίτι κάποιου ἄρχοντα τῶν Φαρισαίων. Ἡ συζήτηση ποῦ γίνεται ἐκεί ἀφορά τίς πρωτοκαθεδρίες πού ἐπεδίωκαν νά ἔχουν πάντα οἱ Φαρισαῖοι.

Τότε κάποιος ἀπό τούς συνδαιτυμόνες τοῦ δείπνου τήν ὥρα τῆς συζήτησης   ἀναφωνεί, ‘’ μακάριος ὅποιος φάει ἄρτο στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ’’. Αὐτός ὁ μακαρισμός παρουσιάζει τήν αὐτάρεσκη βεβαιότητα τῶν Φαρισαίων, ὅτι αὐτοί φυσικά θά εἶναι στό ἐσχατολογικό τραπέζι, στό ὁποῖο βέβαια δέν μποροῦν καί δέν εἶναι δυνατόν νά παρακαθίσουν μαζί τους καί οἱ ἀνάξιοι τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, πτωχοί, χολοί καί ὁ λοιπός ἐπικατάρατος καί ἀμόρφωτος ὄχλος.

Ὁ Ἰησοῦς παίρνει ἀφορμή ἀπό τή συζήτηση, καί ἰδιαίτερα ἀπό τόν μακαρισμό πού εἶπε ὁ φαρισαῖος γιά νά διδάξῃ ὅτι ὅποια θέση καί ἄν κατέχῃ κανείς, ἐάν δέν δεχθῇ μέ ταπείνωση τήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ γιά τήν Βασιλεῖα Του, θά ἀποκλεισθῇ ὁριστικῶς ἀπό αὐτή.

Βέβαια τά λόγια τοῦ Κυρίου δέν εἶναι μόνον γιά τοῦς Ἰουδαίους ἀλλά ἀναφέρονται σέ ὅλους, ἀπευθύνεται σέ ὅλους, ἡ παραβολή ταιριάζει γιά ὅλους.

Μέ τήν ἴδια λογική τῆς παραβολῆς ὁ Κύριος ὀμιλεῖ καί στό κεφάλαιο 13 στῖχος 29. «Θά ἔρθουν ἀπό ἀνατολάς καί ἀπό δυσμάς καί ἀπό τόν βορρά καί τόν νότο καί θά παρακαθίσουν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί θά γίνουν οἱ πρώτοι ἔσχατοι καί οἱ ἔσχατοι πρώτοι’’.

Ὁ ἄρχοντας, ὁ οἰκοδεσπότης πού παραθέτει τό δεῖπνο τῆς παραβολῆς, εἶναι βέβαια ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ‘’ἐκάλεσε πολλούς’’. Τό πολλούς σημαίνει ὅλους. Κλητοί εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι γιά νά εἰσέλθουν στήν Βασιλεία Του.

Τό αἶμα τοῦ Σωτῆρα τό ὑπέρ ἡμῶν καί πολλῶν -- διάβαζε ὅλων-- ἐκχυνόμενον.

Οἱ ἄνθρωποι στούς ὁποίους ἀπευθύνει πρῶτα τήν πρόσκλησή του εἶναι ‘’κεκλημένοι ‘’. Πρέπει πολύ νά προσέξουμε τό κεκλημένοι, διότι εἶναι αὐτοί πού δέν ἔχουν ἄγνοια τοῦ πράγματος, δέν τό ἀκοῦνε γιά πρώτη φορά. Ὅπως ἕνας χριστιανός δέν θά μποροῦσε νά πῇ ὅτι δέν ξέρει τίποτα, δέν ἄκουσε τίποτα, ὅτι ἀγνοεῖ τά περί τοῦ Εὐαγγελίου, ἀγνοεί τά περί σωτηρίας, ἀγνοεῖ τά περί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Οἱ προσκεκλημένοι ἀρνήθηκαν τήν πρόσκληση ‘’ἀπό μιᾶς’’, εὐθύς ἐξ ἀρχῆς, σάν νά ἦταν ὅλοι προσυνεννοημένοι.’’ Τουτέστιν ἐξ ἑνός συνθήματος’’ (Ἅγιος Κύριλλος Άλεξανδρείας).

Δέν ἀνταποκρίθηκαν στήν πρόσκληση καί ἦταν ‘’πάντες’’ καί ὄχι ὁρισμένοι ἀλλά πάντες. Καί ἐάν οἱ Ἰουδαῖοι ἦταν προσκεκλιμένοι καί ἔχασαν διότι δέν ἀνταποκρίθηκαν στήν κλήση τοῦ Θεοῦ. Καί ἐμεῖς οἱ ὁποῖοι εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἄν καί εἴμαστε πιό πολλοί προσκεκλημένοι ἄν δέν ἀνταποκριθοῦμε, δέν θά λάβουμε μέρος στό δεῖπνο θά μείνουμε ἔξω πράγμα πού εἶναι καί ἡ έπιδίωξη τοῦ διαβόλου.    

Νά ποῦμε ὅμως καί τό ἄλλο, ὅτι δηλαδή αὐτοί ποῦ ἀρνήθηκαν τήν πρόσκληση καί δέν πηγαίνουν στό δεῖπνο, εἶναι ἔντιμοι κατά τά ἄλλα ἄνθρωποι, δέν εἶναι κάποιοι φοβεροί ἁμαρτωλοί βουτηγμένοι στήν ἁμαρτία καί δέν ἔχουν συναίσθηση τῶν πραγμάτων.

Ἀλλά εἶναι καθώς πρέπει, εἶναι νοικοκυραῖοι. Αὐτό πρέπει νά μᾶς προβληματίσῃ πολύ. Δέν γίνεται τίποτα ἁπλῶς μέ τό νά εἶσαι ἕνας καλός ἄνθρωπος.

Νά εἶσαι καλός ἄνθρωπος στή δουλειά σού, νά εἶσαι ἕνας καλός νοικοκύρης δέν θά βγῆ τίποτα, δέν σώζετε μόνο μέ αὐτά, ἐάν δέν ἐπιθυμίσης τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μέ ὅ,τι αὐτό συνεπάγεται.

Οἱ δικαιολογίες, οἱ προφάσεις πού ἱσχυρίζονται οἱ ἀρνητές εἶναι: Μιά ἀγορά ἀγροῦ, μιά ἀπόκτηση πέντε ζευγάρια βόδια και ἡ τρίτη γάμος πιθανῶς πού εἶχε γίνει πρόσφατα.

Ἄς ἐξετάσουμε μέ προσοχή τίς δικαιολογίες πού λέγονται. Τά ἀντικείμενα τῶν δικαιολογιῶν εἷναι : Ἀγρός= ἄψυχο πρᾶγμα. Ζεύγη βοδιῶν= ἔμψυχα ὅντα. Γυναῖκα ἀνθρώπινο πρόσωπο. Αὐτά δηλαδή πού ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δώρισε στόν ἄνθρωπο, αὐτά γίνονται πολλές φορές ἐμπόδια γιά νά ἀνταποκριθῇ στήν πρόσκληση πού τοῦ ἀπευθύνει Ἐκεῖνος.

Ἡ ἀπόρριψη ἀκόμη ἀποδεικνύει τήν ἔλλειψη καλής θέλησης τῶν προσκεκλημένων. Θά μποροῦσαν ὁποιαδήποτε ἄλλη στιγμή νά ἐκτελέσουν αὐτές τίς ἐργασίες καί ὄχι κατά τήν ὥρα τοῦ δείπνου.

Ἐξ ἄλλου σέ καμμία ἀπό τίς τρεῖς περιπτώσεις που δέν ὑπῆρχε λόγος ἐπείγουσας ἀνάγκης.

Ποιές ὅμως εἶναι οἱ αἰτίες τῆς ἄρνησης.

Μιά αἰτία εἶναι ὅτι δέν λαχταρᾷ κανείς τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀλλά μᾶλλον τήν φοβᾶται .

Ὅταν θέλουμε κάτι πολύ, μέ ζῆλο,τότε μπαίνουμε στήν σειρά καί περιμένουμε πότε θά ἀνοίξῃ ἡ πόρτα γιά νά τό ἀγοράσουμε καί μόλις ἀνοίξει ἡ πόρτα, σμπρώχνοτας πολλές φορές, μπαίνουμε μέσα γιά νά τό βροῦμε καί νά τό ἀγοράσουμε.

Δεύτερη καί χειρότερη αἰτία εἶναι ὅτι δεν πιστεύουν ὅτι αὐτός πού τούς προσκαλεῖ εἶναι κάτι, εἶναι ἄρχων, ἔχει ἀξίωμα, εἶναι ὁ Κύριος.

Ἐάν π.χ μᾶς προσκαλέσῃ ὁ νομάρχης, ὁ ὑπουργός, ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, τότε θά πηγαίναμε τρέχοντας καί χωρίς καθυστέρηση μέ προγενέστερη προετοιμασία καί ἑτοιμότητα.

Θά πηγαίναμε καί μάλιστα μέ κάμποση δόση ὑπερηφάνειας γιά τήν τιμή πού μάς γίνεται, καί τοῦτο διότι ἀγνωρίζουμε ὅτι ὁ προσκαλῶν εἶναι πρόσωπο μέ ἀξίωμα, μέ τιμή, εἶναι ἄρχων.

Ἐδῶ τώρα ἡ πρόσκλησή μας γίνεται ἀπό τόν Θεό. Μόνον ἐάν δέν ἀναγνωρίζουμε ποιός μάς καλεῖ τότε θά θεωρεῖται ἀγκαρία καί πίεση νά δεχθοῦμε τήν πρόσκληση.

Ἐπομένως τό μυστικό εἶναι ἐάν παραδέχεσαι ὅτι ὁ Χριστός ὁ ὁποῖος σέ καλεῖ εἶναι ὁ Θεός δημιουργός καί ὄχι ἁπλῶς ἕνας φωτισμένος δάσκαλος, ἕνας Ἀβατάρ, ὅτι τά λόγια του εἶναι αἰώνια καί ὄχι τῶν παπάδων.

Ὅτι πράγματι ὑπάρχει ἡ βασιλεία Του.

Ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν ἐξαντλεῖται μέ τήν ἐδῶ παρουσία του, ἀλλά εἶναι πλασμένος νά ζῇ αἰώνια, να ζῆ στήν βασιλεία Του, ὅτι ἡ ἐδῶ ζωή εἶναι ὁ πρόλογος, οἱ δύο ἤ τρεῖς πρῶτες σελίδες τοῦ βιβλίου ἄνθρωπος καί ὅτι ὅλες οἱ ἄλλες χιλιάδες σελίδες του ἀφοροῦν τήν αἰώνια ζωή, τή ζωή τῆς βασιλείας. Ὅταν ὁ οἰκοδεσπότης πληροφορεῖται τήν ἀπόρριψή του τότε ὀργίζεται. Ὀργίζεται ὁ Θεός? ὈΧΙ δέν ὁργίζεται ὁ Θεός, ὀργίζεται ὄχι μέ τήν ἔννοια πού τό καταλαβαίνουμε ἐμεῖς.

Δηλαδή τήν όργή πού ἔχει κανείς μέσα του, τόν θυμό πού ἔχει μέσα του, τήν κακία πού ἔχει, τήν ἐκδικητικότητα, τό πάθος.

Ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, ἀγαπᾷ τόν ἄνθρωπο, ἀγαπᾷ τό παιδί του, θυσιάζεται γιά αὐτό.

Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος τελικά δείξει τέτοια περιφρόνηση ἀπέναντί Του, στόν Θεό πού πεθαίνει, πού σταυρώνεται ἀπό ἀγάπη γιά ἐμᾶς, ὁ ὁποῖος δέν κάνει αὐτή την σταυρική θυσία γιά νά μᾶς ἔχει ὡς ὑπηρέτες Του τάχα, ἀλλά γιά νά μάς βγάλῃ ἀπό τήν κατάσταση τοῦ θανάτου καί τῆς ἁμαρτίας, τότε

ἀνθρωποπαθῶς λέμε ὅτι ὀργίζεται.

Ὁ Δεσπότης τῆς παραβολῆς στέλνει τόν δοῦλο του στίς πλατεῖες καί τούς στενούς δρόμους, τίς ρύμες τῆς πόλης γιά νά καλέσῃ τούς φτωχούς, τούς ἀναπήρους, τούς χωλούς καί τούς τυφλούς.

Δηλαδή αὐτούς πού οἱ Φαρισαῖοι θεωροῦσαν ἀνάξιους τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὅχι βέβαια μέ τήν ἔννοια ὅτι αὐθαίρετα παίρνει τόν ἕναν ἤ τόν ἄλλον καί τούς ὁδηγεῖ στό δεῖπνο.Ὅτι θέλουν δέν θέλουν κάποιοι θά μποῦν στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ὅτι πολλοί πού ἦταν ἁμαρτωλοί, ὅσο καί ἄν θεωροῦνται τρόπον τινά ἀπόβλητοι, ἐάν ἐπιστρέψουν στόν Θεό, ἐάν πιστέψουν στόν Θεό, τότε σώζονται.

Διότι ἦταν καί αὐτοί προσκεκλημένοι μετά τήν τυχόν προσέλευση τῶν ἀρνητῶν. Θά ἔστελνε ὁ Κύριος τόν Ἄγγελο νά φέρῃ καί αὐτούς. Καθόσον εἶναι φυσικό οἱ χολοί καί οἰ ἀνάπηροι καί οἰ τυφλοί νά θέλουν βοηθό γιά νά μετακινηθοῦν ἀλλά καί οἱ πτωχοί θέλουν παρακίνηση γιά νά προσέλθουν σέ τέτοια τιμή, ἐπειδή συναισθάνονται τήν θέση τους καί θά διστάζουν.    

Μετά τήν προσέλευση αὐτῶν, ἐπειδή ὑπῆρχε καί γιά ἄλλους χῶρος, στέλνει γιά δεύτερη φορά ὁ Κύριος τόν Ἄγγελό Του΄ αὐτή τή φορά ἔξω ἀπό τήν πόλη, στούς φραγμούς, ἐκεῖ πού συνήθως βρίσκονται οἱ ἐπαίται καί οἱ ἄρρωστοι π.χ οἱ λεπροί.

Ἡ ἐντολή τοῦ δειπνοκλήτωρα εἶναι ρητή ‘’ ἀνάγκασων’’ νά εἰσέλθουν ἵνα γεμίσῃ ὁ οἶκός μου. Τό ‘’ἀνάγκασων’’ σημαίνει ἐνθάρρυνέ τους, προσπάθησε νά τούς πείσῃ, ἐπέμενε διότι πιθανῶς νά αἰσθάνονται, νά ἔχουν ἐπιφυλάξεις, νά ἔρθουν στό δεῖπνο στήν κακή κατάσταση πού βρίσκονται, μήπως προσβάλλουν τόν ἄρχοντα ἐάν θά πήγαιναν.

Τό ‘’ ἀνάγκασων’’ ὑπάρχει μέ τήν ἑρμηνεία ὅτι πολλές φορές ὁ Ἀγγελός μας- σάν δικός μάς Ἄγγελος πού μιά ὁλόκληρη ζωή μᾶς συντροφεύει, ὅταν δῇ τήν δεκτική καρδιά, τά ἐμπόδια ἀπό τό περιβάλλον μας, τόν στραβό δρόμο, τήν ἀδυναμία μας- μέ ἕναν τρόπο δυναμικό ὑποστηρικτικό, στήν ἀδυναμία μας, προτρεπτικό μᾶς τραβᾷ ἀπό τό χέρι, ὅπως ἕνας γονιός τό παιδί του πρό κάποιου κινδύνου γιά νά μήν σβήσῃ τό τρεμοσβένων φυτίλι μας.

Πολλές φορές βλέπουμε στήν πράξη ὄχι μία φορά, ὄχι δύο φορές, ἀνάλογα βέβαια καί σέ ποιά ἐποχή ζοῦμε, ἄνθρωποι πού ἐνῶ δέν εἶχαν ἰδέα, δέν εἶχαν πρόθεση καί σκοπό νά βροῦν τόν Θεό, νά πιστεύσουν στόν Θεό ,νά ἀρχίσουν νά ἔχουν ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό. Καί ὅμως ὁ Θεός πού βλέπει τήν καρδιά κάθε ἀνθρώπου καί γνωρίζει τί θά κάνει ὁ κάθε ἄνθρωπος αὐτόν τόν πλέον ἀδιάφορο καί τόν ἐχθρικά ἴσως διακείμενο, κάπου τόν πιάνει ὁ Θεός σέ κάποιο σταυροδρόμι, κάτι ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά τοῦ συμβῇ νά ὑποφέρῃ νά στριμωχθῇ, καί τελικά ὁ ἄνθρωπος νά βρῇ τόν Θεό, νά βρῇ τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, νά βρῇ τόν δρόμο τῆς μετανοίας τίς ταπείνωσης, νά μετανοήσῃ, νά ἀνταποκριθῇ στήν κλήση τοῦ Θεοῦ ἔστω καί στήν δύσκολη κατάσταση που βρίσκεται, ἔστω καί τήν ἔσχατη ὧρα.  

Ὁ ἀποκλεισμός τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἤ ἡ εἴσοδός του σέ αὐτήν, δέν εἶναι ἀποτέλεσμα κάποιας ἐκ τῶν προτέρων αὐθαίρετης ἀπόφασης τοῦ Θεοῦ, ὀφείλεται κυρίως στήν ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου μπροστά στήν κλήση τοῦ Ἰησοῦ ἤ τήν ἀπόρριψή της.

Κλητοί εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἐκλεκτοί ὅσοι ἀποδέχονται τήν πρόσκληση καί συμμορφώνονται πρός αὐτήν.  

 Ἀθανάσιος Κατσίκης ἀρχιτέκτων

ΠΑΝΗΓΥΡΗ ΑΓΙΑΣ ΖΩΝΗΣ