Παρασκευή 7 Απριλίου 2023

ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗ ΠΑΝΑΓΝΩ ΜΗΤΡΙ ΤΟΥ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ

 ΥΠΟ ΤΟΥ ΘΕΟΦΙΛΕΣΤΑΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΠΕΤΡΑΣ ΔΑΒΙΔ 

(1995)-(Ευχή την οποία συνέταξα, αφότου έγινα μοναχός στην μονή της μετανοίας μου, τον Άγιο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο στην Περιστερά το 1995, όταν η αγάπη μου για την Παναγία και τα σχετικά βιώματα, ήταν πρωτόγνωρα για μένα και στην πρώτη τους ένταση).


Πάναγνε! Η θεία σου αγάπη κατατιτρώσκει ανηλεώς τα σπλάχνα μου. Ο θείος σου πόθος καίει ασβέστως εντός του λύχνου της καρδίας μου. Άμεμπτε Παρθενομήτωρ! Ο πυρίμορφός σου ζήλος επυρπόλησε την ψυχήν μου και κατέλαβε αυτήν. Πανάχραντε, συ οίδας. Αύτη η ασίγαστος επιθυμία της ανυπερβλήτου ωραιότητος μορφής σου! Αύτη η αδιάλειπτος αναζήτησις της αρρήτου ηδονής πεπλησμένης χάριτός σου! Αύτη η περιέχουσα την γεύσιν του αιωνίου διηνεκής επίκλησις του παναγίου και μελιρρύτου ονόματός σου! Αύτη η ανέκφραστος πνευματική μετουσία! Την καρδίαν μου όλην κατέφλεξε! Το είναι μου έτηξε! Την υπόστασίν μου ηλλοίωσε! Πάναγνε! Η ψυχή μου επεπόθησε του επιθυμήσαι τα θαυμαστά σου μεγαλεία και τα μέγιστα θαυμάσιά σου εν παντί καιρώ.

 Αειπάρθενε Μαριάμ!!! Περικαλλεστάτη Κόρη του Επουρανίου Πατρός και στοργικοτάτη Μήτηρ του Ενανθρωπήσαντος Υιού. Ανύμφευτε Νύμφη του Παναγίου και Τελεταρχικού Πνεύματος, του εκ του Πατρός εκπορευομένου και εν Υιώ αναπαυομένου. Ποθώ διακαώς, όπως υμνήσω σε. Θέλγομαι από το πάγκαλον της ψυχής σου, της προξενησάσης ανεκδιήγητον έκστασιν εις εμέ. Έλκει με το άμεμπτον της καθαροτάτης καρδίας σου. Σαγηνεύομαι εκ του πανάγνου, του χριστομόρφου νοός σου, του εκπέποντος θεϊκάς ακτινοβολίας εκτυφλωτικής λάμψεως. Ίλιγγος καταλαμβάνει με, αναλογιζόμενος την υψίστην ταπείνωσίν σου. Εις μέθην νηφάλιον περιπίπτω συλλογιζόμενος την άπειρόν σου ευσπλαχνίαν. Καρδιακά σκιρτήματα ουρανίου και ακορέστου έρωτος θορυβούν την καρδίαν μου, γευόμενος της τελείας και απλήστου αγάπης σου, της προκαλούσης δάκρυα αναρίθμητα και αλλαλήτους στεναγμούς.

Τι ανταποδώσω τη Πανάγνω Παρθένω και Μητρί του Εμμανουήλ, περί πάντων ων ανταπέδωκέ μοι; Τίνι τρόπω δυνήσομαι υμνήσαι την Πανάσπιλον Κόρην του θεοκίνητην έχοντος την γλώτταν και θεόπνευστον τον νουν, Προφήτου και Βασιλέως Δαβίδ, του και εκλεκτού του Κυρίου; Τίνι δυνάμει βουλόμενος ημπορέσω πλέξαι ευφρόσυνα άσματα και ωδάς πνευματικάς, ως άλλους ανθοστολίστους στεφάνους, τη αρχή της ημών σωτηρίας και τη δι’ ης εξέλαμψεν η παραδείσιος χαρά και ατελεύτητος ευφροσύνη, ταις εσκοτισμέναις ημών ψυχαίς, ταις άχρι τούδε διαγούσαις τον βίον των, εν τη λύπη της αμαρτίας; Πως δυνηθώ-διερωτώμαι και απορώ και ουκ έστι μοι ανθρωπίνως, απόκρισις ουδεμία-κινήσαι την ασθενεστάτην και έχουσαν παντελή άγνοια ρητορικών εξάρσεων και υμνογραφικής τεχνικής, όντως αρρητόρευτον και άμουσον γλώτταν μου, ίνα καν έστω ομολογήσω την μεγίστην αδυναμίαν μου εγκωμιάσαι την Παναγιότητα της Αγιωτέρας των Αγίων και την Θειότητα της Θειοτέρας των θείων Αγγέλων, των και γλυκαινόντων τας οράσεις αυτών εκ της θέας της μετά Θεόν θεού, της τα δευτερεία της Τριάδος εχούσης;

 Παναγία Θεοτόκε! Όντως ασυναγώνιστος τη ωραιότητι η Πανακήρατος μορφή σου. Δέσποινα του κόσμου! Αληθώς αξεπέραστον το μέγεθος της ρητορικής ενδείας της γλώττης μου, της ταχέως κινουμένης εις προφοράν και σχηματισμόν λογίων ανειπώτου ακαθαρσίας, αλλά βραδέως φθεγγομένης ρήματα θείας σοφίας, των τε εις την αιώνιον ζωήν οδηγούντων. Βασίλισσα βασιλέων και Μήτηρ μητέρων! Δίχα αμφιβολίας της παραμικράς, ανυπολόγιστον το ουτιδανόν της ασθενούς τε και εμπαθούς διανοίας μου, της ανικάνου εις επινοήσεις λεκτικών σχημάτων και εμπνεύσεις ψαλμικών ποιημάτων.

Παρακαλώ σε τοίνυν Παρθένε και δυσσωπώ την ανείκαστόν σου αγαθότητα. Φώτισόν μου το σκότος, ίνα ούτως δυνηθώ ως άλλος Παλαμάς διηγήσασθαι τα μεγαλεία, σου της θεόπαιδος Μαρίας και εκλελεγμένης προ πάντων των αιώνων, όπως επ’ ευδοκία του Πατρός και συνεργεία του Αγίου Πνεύματος, δανείσεις εκ των αγνών παρθενικών αιμάτων σου, την ανθρωπίνην σάρκαν εις τον Μονογενήν Υιόν του Θεού, τη αρρήτω συγκαταβάσει, φιλανθρωπία και αγαθότητι Αυτού. Άνοιξόν μου τα ώτα της ψυχής, της εκ των βελών της αμαρτίας καταπεπληγωμένης και εκ των αναθυμιάσεων των παθών, δύσπνοιας κεκτημένης, ίνα ακροώμενος τας εμπνεύσεις και τας αληθείας του Παρακλήτου-Παράκλητε Αγαθέ επισκίαζε αιωνίως μετά της χάριτός σου εμέ τον ταπεινόν-τας αφορώσας τη γλυκυτάτη και παμποθήτω μορφή σου, δυνηθώ μετατρέψαι αυτάς εκ φθόγγων προφορικών εις λόγια γραπτά, αναιρούσης της χάριτός σου το ανήμπορον και αμβλύν του εμού καλάμου τε και μεταβαλλομένου αυτού εις κάλαμον γραμματέως οξυγράφου, κατά την περίφημον ρήσιν του αθανάτου Προφητάνακτος.

Φώτισον τους της διανοίας μου οφθαλμούς, τους και τετυφλωμένους εκ του ζοφεροτάτου σκότους της φιληδονίας, ήτις βασιλεύει εντός μου και έλκει με εις τα βάραθρα της απωλείας, και καθάρισον την καρδίαν μου ήν εν τη αμελεία μου κατέστησα καταγώγιο των δαιμόνων και βασίλειον του αρχεκάκου εχθρού και μισοκάλου διαβόλου, ίνα ούτως άδω τε και ψάλλω και υμνώ, ου μόνον εν τω νυν αλλά και εν τω μέλλοντι αιώνι, το ακατανόητον του προοιμίου των θαυμάτων του Χριστού-ώ θαύμα θαυμάτων Κεχαριτωμένη Μαρία εν σοι θεωρούσα πάσα κτίσις αγάλλεται-και του κεφαλαίου των δογμάτων Αυτού.

Χαίροις τοίνυν παρ’ ημών Παναγία Κόρη! Χαίροις Μαρία Θεοτόκε, η αγιωτέρα πάντων των αγίων! Χαίροις παρ’ ημών Πάναγνε, Μήτερ του Υψίστου Θεού, η δεξαμένη εις τα Άγια των Αγίων, αγία τροφή εξ’ αγίου Αγγέλου. Πανυπερευλογημένη και τρισένδοξη Δέσποινα!!! Προσπίπτω εις τους παναγίους πόδας σου και παρακαλώ σε, όπως αγιάσεις με και σώσεις με, δια των αγίων πρεσβειών σου προς τον πανάγιον Υιόν σου, τον τε αγιάζοντα το γένος των βροτών δια της αγιαστικής χάριτός του, την εξαγιάζουσα τον κόσμον όλον, ορατόν τε και αόρατον και καταστήσασαν τούτον, καινόν τε και άγιον.

Αγίασόν μου τας φρένας, η καταργούσα των φθορέα τούτων, τον και πολεμούντα πάσι τοις αγίοις, του Τρισαγίου και Παντοδυνάμου Θεού, Εωσφόρον. Φύτευσον, η φύουσα τον φυτουργόν της ζωής ημών, το άνθος της αγίας αγνότητος εις τον ακαλλιέργητον αγρόν της αναγίας ψυχής μου. Παραμύθησόν μου το σκότος, η φωτοδόχος λαμπάς, η φαίνουσα τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις. Χάρισόν μου την ανέκφραστον χαράν και ατελεύτητον μακαριότητα των αιωνίων αγαθών, της των ουρανών Βασιλείας, ά οφθαλμός ουκ οίδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, καθώς συ ει η ηλιοστάλακτος ακτίς των αιωνίων ελπίδων πάντων των Ορθοδόξων, η εκ του ανεσπέρου Ηλίου της δικαιοσύνης εξαποστελλομένη δια της χάριτος του Παναγίου και Πανσόφου τε Πνεύματος εις τας καρδίας των πιστών και θερμαίνουσα αυτάς, ου μην τε αλλά και οδηγούσα αυτάς εις άσβεστον πόθον και υπερκόσμιον έρωτα, του αγαπημένου, περιποθήτου και γαλακτομελιρρύτου ονόματος του Υιού σου.

Χαίροις ουν η καλλονή Ιακώβ, ην ηγάπησεν ο Κύριος! Χαίρε η κληρονομία ην εξελέξατο ημίν ο Παντάναξ Θεός! Χαίροις το όρος Σιών! Χαίρε όρος πίον! Χαίρε όρος τετυρωμένον! Χαίροις το όρος εν’ ώ ηυδόκησεν ο Θεός κατοικείν εν αυτώ. Χαίρε η παγκόσμιος δόξα, η δοξάζουσα τους Αυτήν δοξάζοντας, όντας ακενοδόξους και επιζητούντας μόνον την δόξαν και εύκλειαν του Υπερδεδοξασμένου Ιησού. Χαίρε η τον άνθρωπον, θεόν κατά χάριν απεργασαμένη, δια της ενανθρωπήσεως του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, Υιού και Λόγου του Θεού.

 Ευλογημένος όντως ο καρπός της σης κοιλίας, Αγνή, της γενομένης δοχείον του Αστέκτου Πυρός και Ναός του Αχωρήτου. Συ Πάναγνε Παρθενομήτωρ έμεινας Άφθορος μετά την κύησιν του Εμμανουήλ, ώσπερ η Ερυθρά θάλασσα έμεινεν άβατος μετά την πάροδον του Ισραήλ. Συ Σεμνή Παμμακάριστε ήνωσας τα το πριν διεστώτα και αποκατήλλαξας τα ουράνια μετά των επιγείων. Συ Άχραντε Θεοτόκε εί, η χαρά παρθενικών χορών και το άσμα των Αρχαγγέλων. Των πιστών το σεπτό εγκαλώπισμα και των αγίων το ουράνιο αγαλλίαμα. Άξιον ουν εστίν ως αληθώς μακαρίζειν σε την Θεοτόκον , την Αειμακάριστον και Παναμώμητον και Μητέρα του Θεού ημών. Την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ, την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν, την όντως Θεοτόκον σε μεγαλύνομεν!

Πάναγνε, φώτισόν μου το σκότος! Εάν ούτως προσηυχόταν εις άγιος της πνευματικής αίγλης του Γρηγορίου του Παλαμά, έχων φθάσει εις την θεωρίαν του Ακτίστου Φωτός, διερωτώμαι, πως πρέπει να προσεύχομαι εγώ ο τρισάθλιος αμαρτωλός, ο μηδέν πνευματικόν τι έχων, αλλά τα της σαρκός φρονών και εκ των θεηλάτων και καταπτύστων ηδονών θελγόμενος και κυριευόμενος.

Χαίρε τοίνυν και πάλιν ερώ χαίρε Παραδείσου θυρών ανοικτήριον! Ειλικρινώς Παναγία επιθυμώ τα κάλλη του Παραδείσου, τον μυρισμόν και τα άνθη και την τερπνήν ευωδίαν και τας φωνάς των αγγέλων, ων ανυμνούν τον Υιόν σου. Στρέφω νοερώς το βλέμμα της ψυχής μου εις την Βασιλείαν των ουρανών. Εκείσε η ανέσπερος ημέρα. Εκείσε εορτών εορτή και πανήγυρις εστί πανηγύρεων. Εκείσε αι ψυχαί πλημμυρισμένες εκ της ανεκλαλλήτου ηδονής, χαίρονται «ανυποφόρως». Εκείσε συ Παράδεισε λογικέ και Παρθενικόν καύχημα εκ δεξιών καθεζομένη του Υιού σου και Θεού ημών, περιβεβλημένη ένδυμα αφθαρσίας και πεποικιλμένη τη θεία δόξη. Παρακαλείς συνεχώς τον Χριστόν και πρεσβεύεις υπέρ των αμαρτωλών, αιτουμένη παρά του Δικαιοκρίτου, αλλά και Φιλευσπλάχνου εν τω άμα Θεού, την άφεσιν των παραπτωμάτων και την εξάλειψιν των εγκλημάτων ημών.

 Συ συγκρατείς την δικαίαν οργήν του και επιτιμάς τον Πρόδρομον και Βαπτιστήν του Κυρίου, τον τε εν γεννητοίς γυναικών μείζονα-όστις επιζητεί και επιθυμεί μετά μεγάλης ανυπομονησίας την επί το τάχιστον πραγματοποίησιν της συντελείας των αιώνων και της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού-καθησυχάζων αυτόν και λέγουσα ταύτα: «Βαπτιστά Ιωάννη μην ενοχλείς τον Υιόν μου. Ούπω γαρ ήγγικεν η ώρα Αυτού. Μακροθύμισον ουν και παρακάλεσον Αυτόν, όπως φωτίσει πάσαν καλοπροαίρετον ψυχήν και σώσει το ανθρώπινον γένος. Δια τούτο άλλωστε ενηνθρώπησεν ο Θεός, ίνα θεώσει τον άνθρωπον και ανακαλέσει αυτόν εις το αρχαίον και προπτωτικόν κάλλος του Παραδείσου».

Μετά δακρύων ακαταπαύστων, δυσσωπείς Παρθένε τον Υιόν σου, υψωμένας έχουσα τας χείρας αείποτε εις ικετήριον στάσιν και κάμπτεις τελικώς, την άβυσσον της αγάπης και ευσπλαχνίας του. Αληθώς Πάναγνε την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι. Συ ει η προστασία του γένους των χριστιανών και η μόνη ακαταίσχυντος ελπίς της σωτηρίας μου. Εκλιπαρώ σε και θερμώς ικετεύω, όπως ρύσεις με της αιωνίου και ατελευτήτου κολάσεως, εν τη φρικτή ημέρα της κρίσεως και όπως απελαύνεις τους απαισίους και παμπόνηρους δαίμονας, πόρρω της τάλαινάς μου ψυχής, εν τη εξόδω αυτής εκ του αθλίου και φθαρτού τούτου σώματος, του χοϊκού και βροτείου, του τε κεκυριευμένου και πεπλησμένου εκ πλείστων όσων υπολανθανόντων και μη, αμαρτωλών ορέξεων και εφαμάρτων κλίσεων.

 Πάναγνε! Διατελώ μετά ακλονήτου βεβαιότητος, ότι την ημέραν εκείνην την φοβεράν θα με σώσεις το δίχως άλλο, ουχί επειδή το αξίζω-αντιθέτως ειμί άξιος της μεγαλυτέρας κολάσεως- αλλά διότι ουκ έστι δυνατόν, ίνα παρακάμψεις την άμετρόν σου ευσπλαχνίαν και καταφρονήσεις την άπειρον φιλανθρωπίαν σου.

Παναγία Παρθένε! Συ ει το δημιουργικότερον των δημιουργημάτων του μόνου Δημιουργού. Πανάφθορε Δέσποινα! Συ ει το ποιητικότερον και αρμονικότερον εκ των ποιημάτων του Πανσθενεστάτου Ποιητού. Κυρία και Βασίλισσα! Συ ει το τίμιον διάδημα των ευσεβών βασιλέων. Μήτερ και Παντάνασσα! Συ ει το νοητόν στέμμα, το κεκοσμημένον και στολισμένον μετά πολυτίμων πετρών και ατιμήτων λίθων των ευλαβών βασιλίδων. Υπεραγία Μαριάμ! Συ ει το μυριόχρουν κέντημα, το κεντημένον επί του δαπανηροτέρου ατλαζίου, Αυτόν τον Κύριον και Θεόν και Σωτήρα ημών Ιησούν Χριστόν!!!

Πάναγνε Μήτερ του Εμμανουήλ! Περιέρχομαι εις έκστασιν, όταν ενθυμούμαι το όνομά σου, το ασυγκρίτου γλυκύτητος και ευφροσύνης πληρούν το στόμα μου. Συγκλονίζομαι ολόκληρος, όταν αισθανθώ εις το ελάχιστον δια των αισθητηρίων της ψυχής, την όντως επιβλητικήν και μεγίστου δέους πλημμυρίζουσα την καρδίαν μου, παναγίαν παρουσίαν σου.

Πανάσπιλε Μήτερ του Θεού και ιδική μου Μήτηρ! Ερχόμενος εις το τέλος ταύτης της εξομολογήσεως, της εκ βάθους καρδίας γενομένης, βοώ μεγάλη τη φωνή, παράκλησιν εκτενή ποιών, προ της υπερλάμπρου αγνείας σου και της αδαμαντίνου παρθενίας σου. Πάναγνε σώσον την οικουμένην, προς δόξαν του Παντοδυνάμου, Απερινοήτου, Ακαταλήπτου, Απειροτελείου, Απεριγράπτου και Απροσίτου τη ουσία, Μακροθύμου και Φιλευσπλάχνου Θεού, του Ανάρχου Πατρός και του Μονογενούς Αυτού Υιού και του Παναγίου και Αγαθού και Ζωοποιού Αυτού Πνεύματος, ού η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν!   

        

ΠΑΝΗΓΥΡΗ ΑΓΙΑΣ ΖΩΝΗΣ