Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2024

ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ

ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ - 2024

ΥΠΟ ΤΟΥ ΘΕΟΦΙΛΕΣΤΑΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΠΕΤΡΑΣ ΔΑΒΙΔ





Ιδού και πάλιν ανατέλλει ημίν το γρήγορον όμμα της χάριτος και πάνσοφον στόμα του Πνεύματος, της θεολογίας η βρύση, των θείων δογμάτων ο αένναος ποταμός. Εκείνος που ελάλησε τα μεγαλεία της κρυφιομύστου Τριάδος και επλούτισε πάντας με την φωτοχυσίαν της ορθοδόξου θεολογίας του. Ο μέγας και οικουμενικός διδάσκαλος, που με το ηδύτατον ρεύμα της διδασκαλίας του και τις αστραπές των λόγων του, απεμείωσε τα σκοτώδη νέφη των αιρέσεων και εστήριξε τους καλοπροαιρέτους εις την αληθή πίστιν των Ορθοδόξων.

Σήμερα όμως αγαπητοί μου, εκτός από τον μέγιστο Θεολόγο και κορυφαίο Ιεράρχη Άγιο Γρηγόριο, εορτάζει και ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπός μας κ.κ. Μακάριος την εικοστήν επέτειον από την εκλογήν του εις τον αρχιεπισκοπικόν θρόνον των Αθηνών. Σε έναν θρόνον εις τον οποίον διεδέχθη μεγάλους Ιεράρχες και Αγίους της Εκκλησίας, όπως τον Άγιο Διονύσιο τον Αρειοπαγίτη, τον Άγιο Ιερόθεο, αλλά και τον μακαρία τη λήξει άμεσο προκάτοχό του κυρό Αυξέντιο. Όπως επισημαίνει κατά παρόμοιον τρόπον ο άγιος Γρηγόριος στο λόγο του εις τον Μέγαν Αθανάσιον, ο Μακαριώτατός μας ανέβηκε στον θρόνο του κλεινού άστεος «όχι κρυφά και τυρρανικά, ούτε εγκληματικά και πραξικοπηματικά, αλλά αποστολικά και πνευματικά, διάδοχος ομοίως της ευσεβείας και του αξιώματος των προκατόχων του. Και εάν και  διαδέχθηκε στο θρόνο τους πρώτους χρονικά Ιεράρχες των Αθηνών, ύστερα από πολλούς άλλους, όμως στην διαδοχή της ευσεβείας και της αρετής, έρχεται πολύ κοντά μετά από εκείνους (αγίους Διονύσιο και Ιερόθεο).

 Αυτή μάλιστα η διαδοχή στην αρετή και την ευσέβεια, πρέπει να θεωρείται η κατεξοχήν διαδοχή. Και σε κάνει πραγματικά-συνεχίζει ο άγιος-κάτοχο του ίδιου θρόνου με κάποιον η κοινή πίστη, ενώ η διαφορά στην πίστη, ουσιαστικά σημαίνει και διαφορά στον θρόνο. Έτσι η ομοφροσύνη του Μακαριωτάτου με τους προκατόχους του, αλλά και το ομότροπόν του με αυτούς εν γένει, εξασφαλίζει την αληθινή διαδοχή στον Μακαριώτατο και την Εκκλησία μας, ενώ σε αντίθετη περίπτωση, θα είχαμε κατ’όνομα μόνο διαδοχή. Διάδοχος δεν είναι αυτός που άσκησε βία για να ανέλθει στον θρόνο και ανάγκασε να τον δεχθούν, αλλά εκείνος που αναγκάσθηκε να δεχθεί. Δεν είναι αυτός που παρανόμησε, αλλά αυτός που προτάθηκε νόμιμα. Ούτε αυτός που φρονεί αντίθετα, αλλά όποιος έχει την ιδίαν πίστιν (και το ήθος των αγίων). Αν δεν εννοεί κανείς έτσι την διαδοχή-συνεχίζει ο άγιος Γρηγόριος-τότε διαδέχεται η ασθένεια την υγεία, το σκοτάδι το φως, η ζάλη την γαλήνη και η παραφροσύνη και έκσταση την σύνεση και τη λογική». (Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου, Εις τον Μέγαν Αθανάσιον, Λόγος κά, Ε.Π.Ε., εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1980, τ. 6, σ. 49-51 και του Αυτού, «Μιλάει ο Γρηγόριος Θεολόγος», Αποστολική Διακονία, Έκδοση Α΄ 1991, σ. 63).          

Αφού όμως η ανάρρησις του Μακαριωτάτου εις τον αρχιεπισκοπικόν  θρόνον έγινε με τον ορθόν τρόπον, ομοίως ασκεί και την αρχιερατικήν εξουσίαν, που εκπηγάζει από το αξίωμά του. Ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το να είναι ποιμένας και ηγέτης της Εκκλησίας. Δεν άρπαξε το κορυφαίο εκκλησιαστικό αξίωμα, όπως έκαναν κάποιοι άλλοι. Δεν σφετερίζεται την αρχιερατική εξουσία και δη το να είναι Αρχιεπίσκοπος, αλλά αυτή του εδόθη από την Εκκλησία. Ας ακούσουμε όμως τα πολύ ωραία λόγια του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου που ταιριάζουν απόλυτα στην περίπτωση: «Δεν κάνει τον θρόνο ιδιοκτησία του(ο Μακαριώτατος), ούτε διοικεί τυραννικά την Εκκλησία, όπως αυτοί που αρπάζουν παρ’ελπίδα μια εξουσία ή μίαν απροσδόκητον γι’αυτούς κληρονομιά και γίνονται αμέσως αλαζόνες εξαιτίας της ικανοποιήσεως της φιλαρχίας των. Αυτή-η τυραννική και αυταρχική συμπεριφορά(η σκληρή και απάνθρωπη πολλές φορές)-είναι συμπεριφορά των νόθων και παρανόμων αρχιερέων, των αναξίων για την αποστολή τους.

 Αυτοί δεν έχουν προσφέρει τίποτε από πρωτύτερα στην ιερωσύνη, μήτε έχουν ταλαιπωρηθεί από πρωτύτερα για την αρετή, την ίδια ώρα ωστόσο αναδεικνύονται μαθητές και διδάσκαλοι της ευσεβείας και προτού εξαγνισθούν, σπεύδουν να  εξαγνίσουν. Ιερόσυλοι χθες, ιερείς και αρχιερείς σήμερα, μακρυά από τον κύκλο των χριστιανών χθες και μυσταγωγοί της πίστεως σήμερα, παλαιοί στην κακία και ολότελα βρέφη στην ευσέβεια. Αυτό(το να γίνονται δηλαδή αυτοί αρχιερείς) είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης εύνοιας και όχι της χάριτος του Πνεύματος. Αυτοί όταν κακοποιήσουν τα πάντα, κακοποιούν στο τέλος και την ευσέβεια. Σε αυτούς δεν πιστοποιεί ο τρόπος το αξίωμα, αλλά το αξίωμα τον τρόπο,(δηλαδή δεν είναι ως επίσκοποι αυτοί που θα έπρεπε, αλλά πατώντας επί του αξιώματός των, κάνουν κατάχρηση εξουσίας, διοικώντας την Εκκλησία ως στυγνοί και αμείλικτοι δικτάτορες), με ριζικές ανατροπές της φυσικής σειράς». (Αυτόθι, Ε.Π.Ε., τ. 6, σ. 51).

Από την άλλη ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος της Εκκλησίας της Ελλάδος κ.κ. Μακάριος διαποιμαίνει θεαρέστως και με υψηλό αίσθημα ευθύνης τον λαό του Θεού, ως ο νόμιμος διάδοχος του αρχιεπισκοπικού θρόνου και γνήσιος ποιμένας, φορέας και κληρονόμος της επαγγελίας του Χριστού. Ωσάν τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, θεολογεί και κηρύτει την ουράνια διδασκαλία του ευαγγελίου, με φόβο, δέος και σεβασμό για την Αλήθεια και τον Πανάγιο Τριαδικό Θεό, τον Θεό της Ορθοδοξίας και ό,τι του ανήκει.

 Αλλά για να μην μείνω στα δικά μου λόγια, θα περιγράψω τον Μακαριώτατο με ακρίβεια, σε αδρές γραμμές, μέσα από την οπτική και τη σκέψη του μεγάλου Ιεράρχου και Οικουμενικού Διδασκάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου. Δανείζομαι τα λόγια του αυτολεξεί, παρμένα από το εγκώμιό του για τον Μέγαν Αθανάσιον. Μακαριώτατε είστε «σπουδαίος στα έργα, ταπεινός όμως στο φρόνημα. Έχετε πάντοτε στραμμένους τους νοερούς οφθαλμούς της καρδιάς σας εις τα άνω, γι’αυτό και είστε άφθαστος και απλησίαστος στην αρετή, πολύ προσιτός όμως στο να σας συναντήσει κανείς.

 Γαλήνιος, ατάραχος, συμπονετικός, γλυκύς στο λόγο, γλυκύτερος στους τρόπους, αγγελικός στη μορφή, αγγελικότερος στο λογισμό και την ψυχή. Γαλήνιος και μαλακός, ήπιος όταν επιτιμάτε, παιδαγωγικός στον έπαινο. Και αυτά τα δύο μέσα διορθώσεως και αγωγής, δεν τα κακοποιείτε, ούτε τα καταστρέφετε με την υπερβολή, αλλά και η επίπληξή σας είναι πατρική και ο έπαινός σας συγκρατημένος. Ούτε η ηπιότητα και τρυφερότητά σας καταντάει αδυναμία, ούτε η αυστηρότητά σας σκληρότητα και κακία. Αλλά η πρώτη εκδηλώνει επιείκεια, η δεύτερη σύνεση, ενώ και οι δύο φιλοσοφημένη συμπεριφορά. Δεν καταφεύγετε εύκολα σε βαριές ποινές, επειδή κάνετε μετρημένη χρήση της ράβδου». (Αυτόθι, Ε.Π.Ε., τ. 6, σ.53 και «Μιλάει ο Γρηγόριος Θεολόγος»,σ.63-64).

  Σε σχέση με άλλους εκκλησιαστικούς χώρους, όπως είναι αυτός του νέου ημερολογίου και όχι μόνον, θα μπορούσαμε Μακαριώτατε να επισημάνουμε εν συνόψει, κάποια από τα χαρακτηριστικά, κάποια από τα στοιχεία, που μας ξεχωρίζουν και μας διαφοροποιούν από εκείνους τους χώρους, χρησιμοποιώντας τα λόγια του αγίου Γρηγορίου, προκειμένου να καταδείξουμε, ποίας Εκκλησίας είστε ηγέτης και ποίας κληρονομιάς και παρακαταθήκης, φορεύς και κληρονόμος. Λέγει λοιπόν ο Καππαδόκης Ιεράρχης τα εξής χαρακτηριστικά, τα οποία διαφοροποιούν την Εκκλησία του Χριστού, την Εκκλησία μας, την Εκκλησία της Ιεράς ημών Συνόδου από τις άλλες, τις λεγόμενες «Εκκλησίες»: « Έχουνε αυτοί τους οίκους, εμείς τον ένοικο(τον Χριστό δηλαδή). Αυτοί τους ναούς, εμείς τον Θεό…αυτοί τους δήμους(πολυπληθή εκκλησιάσματα και πολλές ενορίες), εμείς αγγέλους. Αυτοί θράσος, εμείς πίστιν, αυτοί το να απειλούν, εμείς το να προσευχόμασθε. Αυτοί το να κτυπούν και να επιτίθενται, εμείς το να υπομένουμε και να ανεχόμαστε, αυτοί χρυσόν και άργυρον(πλούτον και οικονομική επιφάνεια), εμείς λόγον κεκαθαρμένον(τον καθαρόν και ανόθευτον λόγο της αληθείας του Χριστού». 

Ο Άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος Μακαριώτατε, αγαπούσε και ευλαβείτο ως φιλοπάτωρ υιός τον σεβάσμιο γέροντα και πατέρα του. Τον σεβόταν και τον εφρόντιζε με ιδιαίτερη στοργή και τρυφερότητα. Για την αγάπη άλλωστε του πατρός του και για να κάνει υπακοή στο θέλημά του, απαρνήθηκε την αγαπημένη του ησυχία και ήλθε κοντά στον πατέρα του, προκειμένου να αναλάβει το δύσκολο και υπεύθυνο έργο του ποιμένος, που είναι η τέχνη των τεχνών και η επιστήμη των επιστημών. Ποτέ δεν θεώρησε ως παράπτωμα και αμάρτημα, το να αγαπάει κανείς τον πατέρα του με μεγάλη και θεοφιλή αγάπη. Αυτό άλλωστε ήταν ένα από τα βασικά και θεμελιώδη χαρακτηριστικά και δομικά στοιχεία της προσωπικότητος του Γρηγορίου, ο οποίος στο πρόσωπο του πατέρα του δεν έβλεπε μόνον τον κατά σάρκα γονέα του, αλλά και έναν σοφό και συνετό παιδαγωγό και οδηγό στην ευσέβεια και την ζωή της Εκκλησίας.

 Δυστυχώς όμως χάσμα μέγα εστήρικται σήμερα, ανάμεσα από την μια μεριά στην ευχαριστιακή και ευγνώμονα διάθεση του Αγίου Γρηγορίου προς τον πατέρα του και των ομοτρόπων του πιστών προς τον πνευματικό τους πατέρα και από την άλλη μεριά στην πατροκτόνον και θεοστυγή διάθεση κάποιων χριστιανών-κληρικών, λαϊκών και επισκόπων-προς τους δικούς τους πατέρες και οδηγούς, καθώς τουλάχιστον ένα μέρος αυτών επέδειξε ή και συνεχίζει να επιδεικνύει αχαρακτήριστη και ανεκδιήγητη ασέβεια, καθώς και ανεπίτρεπτη και απαράδεκτη συμπεριφορά, απέναντι στους ανθρώπους που προσπάθησαν να τους αναστήσουν πνευματικά, αλλά δυστυχώς δεν τα κατάφεραν.

 Εξ’ου και το γεγονός, ότι αυτοί οι χριστιανοί, αναδεικνύονται ωμοί και αδίστακτοι πατραλοίες, αχάριστοι και αγνώμονες, που δεν σέβονται τους ίδιους τους πατέρες των. Και αυτό καθρεπτίζεται και στον χώρο στον οποίο ζούνε, όπου πολλές φορές η ωμή, αδίστακτη και αμείλικτη συμπεριφορά και δράση τους, ξεπερνά κατά πολύ περισσότερο, τα στάνταρ της τυπικής και συνήθους τυραννικής και αυταρχικής συμπεριφοράς των. Και πως θα μπορούσαν άλλωστε οι συγκεκριμένοι άνθρωποι να μην είναι αδίστακτοι και αμείλικτοι με τους άλλους, όταν δεν λυπούνται και δεν σέβονται τον ίδιο τους τον πατέρα;

 Η εγωπάθεια αυτών των χριστιανών-κληρικών, λαϊκών και επισκόπων-είναι τέτοια και τόση, ώστε μπροστά της να μην μετράνε ούτε πατέρες, ούτε εκκλησιάσματα, αλλά ούτε ακόμα και η ίδια η Εκκλησία του Χριστού. Γι’αυτό και οι πατραλοίες ομοιάζουν με τον Αβεσσαλώμ, που προξένησε τόσες ταραχές και σκάνδαλα κατά του πατρός του Δαβίδ και της βασιλείας του και έφθασε μάλιστα μέχρι του σημείου να θέλει να δολοφονήσει τον ίδιο του τον πατέρα. Γίνονται και αυτοί με την σειρά τους-οι πατραλοίες χριστιανοί-οι σκανδαλοποιοί και κουρσάροι της Εκκλησίας, ιερόσυλοι και πραγματικοί οδοστρωτήρες, που δεν αφήνουν τίποτα όρθιο στο πέρασμά τους. 

 Υπάρχουν επίσης μερικοί οι οποίοι, είτε λόγω, είτε και έργω, έμπρακτα δηλαδή, αμφισβητούν την παρουσία του πνευματικού. Αμφισβητούν ακόμη και την αγάπη των τέκνων προς τους πνευματικούς τους. Ισχυρίζονται, ότι αυτή η αγάπη είναι ένα ψυχολογικό πρόβλημα, που λέγεται εξάρτηση. Τολμούν ακόμη να μιλούν και για προσωπολατρεία. Βεβαίως υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις, η αγάπη όμως προς τον πνευματικό δεν είναι προσωπολατρεία και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοια, αλλά ως μυστήριο που δείχνει την εν Θεώ κοινωνία των προσώπων.

 Πολλοί χριστιανοί αγαπούν εν Χριστώ τον πνευματικό τους πατέρα, διότι αισθάνονται ότι τους αναγέννησε πνευματικά και οφείλουν έτσι μια ευγνωμοσύνη σε αυτόν. Στενοχωρούνται μάλιστα, όταν βλέπουν ανθρώπους, που τον αδικούν κατάφωρα. Αυτό όμως από πολλούς θεωρείται προσωπολατρεία. Βλέπετε είμαστε εύκολοι και γρήγοροι στο να στιγματίζουμε ανθρώπους και να τους κατατάσσουμε σε κατηγορίες, όταν έτσι εξυπηρετούνται τα εμπαθή συμφέροντά μας. Βλέπουμε ως εμπαθείς και αρρωστημένες τις σχέσεις των άλλων, επειδή εμείς είμαστε εμπαθείς και άρρωστοι.

 Ο όσιος Θαλάσσιος βλέπει βαθύτερα το πρόβλημα της ανυπακοής ή της μη αποκτήσεως πνευματικού πατρός και της μη συμμορφώσεως προς τις εντολές του και επομένως της έλλειψης αγάπης και εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό του. Ο άνθρωπος, λέγει, που είναι νεκρωμένος από τα πάθη «συμβουλής ουκ αισθάνεται, και παιδεύσεως πνευματικής, το σύνολον ουκ ανέχεται». Οι εμπαθείς άνθρωποι, όσο είναι νεκροί πνευματικά, δεν έχουν αισθήσεις για να αισθανθούν την αξία των συμβουλών και της πνευματικής παιδεύσεως, διό και αντιδρούν. Συνετός άνθρωπος, κατά τον όσιο Θαλάσσιο, δεν είναι εκείνος, που διαθέτει ισχυρά κρίση και δυνατή λογική, εκείνος που είναι ιδιαίτερα ευφυής, αλλά αυτός που ανέχεται τις συμβουλές και μάλιστα όταν τον συμβουλεύει ο πνευματικός του πατέρας, ο οποίος εκφράζει το θέλημα του Θεού.

 Αλλά υπάρχει και η άλλη πλευρά. Όπως σημειώνει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, όπως η τιμή και η αγάπη προς τον γνήσιο θεραπευτή των ψυχών μας και πνευματικό μας πατέρα, αναβαίνει προς τον Χριστό, έτσι και η τιμή και η αγάπη σε ψευτοδιδασκάλους, αναβαίνει στον Αντίχριστο. Επομένως, περισσότερο πρέπει να μας ενοχλεί και να μας προβληματίζει η προσωπολατρεία σε ψευδοδιδασκάλους, σε πνευματικούς που δεν δέχονται την Παράδοση της Εκκλησίας και που δεν είναι Ναοί του Αγίου Πνεύματος. Γιατί η προσωπολατρεία σε γνήσιο και αληθινό πατέρα μπορεί να διορθωθεί συν τω χρόνω και να οδηγήσει στη σωτηρία, ενώ η όποια αγάπη σε ψευδοδιδάσκαλο δεν θα έχει καλά αποτελέσματα. 

Σε ότι αφορά το μέχρι ποιου σημείου, πρέπει να φθάνει η αγάπη μας για τον Γέροντά μας, ο άγιος Συμεών, λέγει, πως αν δεις τον πνευματικό σου να ατιμάζεται, να φθονείται, να ραπίζεται και να σύρεται, τότε δεν πρέπει να σκανδαλισθείς. Και δεν εννοεί να μείνεις ατάραχος και να μην κάνεις τίποτα. «Αλλ΄ως θερμός Πέτρος λάβε την μάχαιραν και την χείρα εκτείνας, μη το ωτίον μόνον, αλλά και την χείρα και την γλώσσαν απόκοψον, του επιχειρούντος λέγειν κατά του σου πατρός ή αυτού άπτεσθαι». Όπως ο Πέτρος πάρε το μαχαίρι και κόψε όχι μόνο το αυτί, αλλά και το χέρι και την γλώσσα κόψε, εκείνου που θα επιχειρήσει να πει ή να κάνει κάτι κατά του πατρός σου. Έστω κι αν τότε επιτιμηθής, όπως επιτιμήθηκε ο Πέτρος, «πάντως και μειζόνως επαινεθήσει της πολλής αγάπης και πίστεως ένεκα». Γι’ αυτό όπως τονίζει ο άγιος Συμεών: «τω τω εαυτού πατρί αντιλέγοντι, συγχαίρουσι δαίμονες, τω δε μέχρι θανάτου ταπεινουμένω, θαυμάζουσιν άγγελοι». Οι δαίμονες χαίρονται με εκείνον, που αντιλέγει στον πατέρα του, ενώ αντιθέτως οι άγγελοι θαυμάζουνε εκείνον, που ταπεινώνεται στον πνευματικό του πατέρα, μέχρι θανάτου.

 Επομένως είναι προτεσταντικής και αιρετικής χροιάς, κάθε άποψη, που καταφέρεται άμεσα ή έμεσα ενάντια στο θεσμό της πνευματικής πατρότητος, χαρακτηρίζοντάς την ως προσωπολατρεία. Μάλιστα όσοι διακηρύσσουν τέτοιες απόψεις και θεωρίες, στην πραγματικότητα είναι στείροι πνευματικά και πάσχουν από πνευματική ανικανότητα και φθόνο. Δεν έχουν οι ίδιοι την ικανότητα να γεννήσουν πνευματικά παιδιά ή έστω δεν διαθέτουν την ποιότητα της σχέσεως άλλων πνευματικών με τα πνευματικά τους τέκνα.

 Εκείνος ο οποίος δεν έχει γεννηθεί, δεν έχει αναγεννηθεί πνευματικά, δεν μπορεί και να γεννήσει. Άλλωστε ένας νεκρός πνευματικά, πως μπορεί να γεννήσει; Γεννά ένας νεκρός; Ακόμη κι αν αποκτήσει τέκνα πνευματικά, η σχέση του μαζί τους θα είναι προβληματική. Και ίσως εκεί να αναφυεί και το φαινόμενο της προσωπολατρείας, το οποίο καταλογίζει σε εκείνους που φθονεί, λόγω της πνευματικής τους ευτεκνίας.

Κλείνοντας την ταπεινή μου αυτή ομιλία Μακαριώτατε, σας εύχομαι να παραμείνετε αρχιεπίσκοπος Αθηνών και να συνεχίσετε να είσθε στο τιμόνι της Εκκλησίας άχρι συντελείας των αιώνων, διότι ο λαός του Χριστού σας έχει ανάγκη και σας χρειάζεται, όλοι μας σας έχουμε ανάγκη και σας χρειαζόμαστε, προκειμένου διερχόμενοι δια πυρός και ύδατος, να μας οδηγήσετε ως άλλος Μωϋσής, να οδηγήσετε την Εκκλησία των Εσχάτων εις την τελείαν αναψυχήν, εις την ουράνια Γη της επαγγελίας, για να ευφραινόμασθε διηνεκώς και ακαταπαύστως, πλησίον του μεγάλου και κορυφαίου Ιεράρχου Γρηγορίου του Θεολόγου και πάντων των αγίων εις τους αιώνας των αιώνων, αμήν! Εις έτη πολλά Μακαριώτατε!!!