Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2022

ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΓΝΟΦΟ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ β΄

 ὑπό τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Κυκλάδων κ. Σάββα

Μέρος β΄

Ὑπέρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς καὶ καιρῶν εἰρηνικῶν, του Κυρίου διηθῶμεν.

Λέγοντας η εκκλησία αυτή την αίτηση θέλει να κάνει πιο συγκεκριμένη την ειρήνη και να την συνδυάσει με τον καιρό και τις καιρικές μεταβολές. Ζητάμε λοιπόν από τον Θεό να μας στείλει ωφέλιμο καιρό στην ατμόσφαιρα που θα βοηθήσει την καρποφορία. Θα δώσει τα απαραίτητα συστατικά στο χώμα, στον αέρα για να γίνει καλή και άφθονη παραγωγή καρπών. Ζητούμε να γίνουν όλα με μέτρο και η βροχή και ο ήλιος και ο αέρας να συνεργαστούν με την υπόλοιπη φύση ώστε να έχουμε ευλογία και άφθονη συγκομιδή αγαθών.

Και αν εμείς μέσα στην μεγαλούπολη που ζούμε δεν εκτιμάμε την αξία του φυσικού περιβάλλοντος είναι αλήθεια ότι η γη που ζούμε και μας έδωσε ο δημιουργός πρέπει να την προστατεύουμε και να παίρνουμε τα απαραίτητα στοιχεία για τη ζωή μας. Βρισκόμαστε σε οικολογικές καταστροφές, μπροστά σε ρύπους και μολύνσεις, σε αλόγιστη χρήση φυσικών πόρων και δεν υπάρχει σέβας στον τόπο που πατάμε και στον δημιουργό.

Ο Αμαρτωλός παπάς εύχεται και προσεύχεται να λαμβάνουμε καιρό ειρήνης και ευλογίας για τα αγαθά, τους καρπούς και την ζωή μας.

Ὑπέρ πλεόντων, ὁδοιπορούντων, νοσούντων, καμπνόντων, αἰχμαλώτων και τῆς σωτηρίας αὐτῶν του Κυρίου δεηθῶμεν.

Και πάλι σ’ αυτήν την αίτηση βλέπουμε το στοργικό ενδιαφέρον της εκκλησίας έναντι των διαφόρων περιστάσεων της ζωής των χριστιανών. Μας υπενθυμίζει κατηγορίες ανθρώπων που έχουμε χρέος εμείς οι χριστιανοί να προσευχόμαστε. Θα μπορούσαμε να δώσουμε δύο ερμηνείες σ’ αυτό το αίτημα:

  • Η πρώτη ότι ζητάμε από τον Θεό-Πατέρα να προστατεύσει όλους αυτούς που βρίσκονται στις παραπάνω περιστάσεις του βίου και αντιμετωπίζουν τόσες ταλαιπωρίες και κινδύνους. Οι κόποι και οι δοκιμασίες τους να γίνουν δρόμος προς την βασιλεία των ουρανών.
  • Μια δεύτερη ερμηνεία θεωρείται και η άποψη ότι προσευχόμαστε γι’ αυτούς που βρίσκονται σ’ αυτές τις περιστάσεις και δεν έχουν την δυνατότητα να είναι παρόντες στο αγιαστικό μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας. Έχουν την θέληση αλλά οι καταστάσεις της ζωής στερούν απ’ αυτούς την θεϊκή αυτή χαρά. Είναι αυτοί για τους οποίους ο Μέγ. Βασίλειος θα πει: «ὑπέρ τῶν δι’ εὐλογίας αἰτίας ἀπολειφθέντων». Αυτοί που για δικαιολογημένη αιτία απουσιάζουν. Όχι όμως γι’ αυτούς που κάνουν σπορ την Κυριακή, εργασίες διάφορες, ξεκούραση.. όχι οι αιτίες τους δεν είναι εύλογες. Εν γνώσει τους απουσιάζουν από τις μεγάλες δωρεές του Θεού καταφρονώντας την ωφέλεια της Θ. Λειτουργίας για ζώντας και νεκρούς. 

Στην φράση «καὶ τῆς σωτηρίας αὐτῶν» δεν εννοούμε μόνο να επιστρέψουν με ασφάλεια όσους ταξιδεύουν, όσοι πετούν, όσοι βρίσκονται σε δύσκολες καταστάσεις αλλά να έχουν την ίδια πορεία με μας για την σωτηρία της αθανάτου ψυχής μας. Πορεία δηλαδή ουρανίου βασιλείας. Αυτές οι περιστάσεις να μην τους αλλάξουν τους στόχους και να ζητούν θεϊκά αιτήματα όπως και εμείς που μετέχουμε στην Θ. Λειτουργία.

Ὑπέρ του ρυσθῆναι ἡμᾶς ἀπό πάσης θλίψεως, ὀργῆς, κινδύνου καὶ ἀνάγκης, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.

Τα τελευταία λόγια που είπε ο Χριστός στους Μαθητές Του στον Μυστικό Δείπνο ήταν: «ἐν τῷ κόσμω θλῖψιν ἔξετε, ἀλλά θαρσεῖτε, ἐγῶ νενίκηκα τὸν κόσμο». Δεν είπε ο Χριστός ότι εξεφάνησα την θλίψη, τους πειρασμούς, τις δοκιμασίες αλλά ότι εγώ τα υπέμεινα όλα αυτά, μπήκα στην διαδικασία επιρροής και αναδείχθηκα νικητής! Θέλω λοιπόν (μας λέει ο Κύριος) και εσείς με την αγιαστική παιδεία της εκκλησίας και την θωράκιση των αγίων μυστηρίων να βγαίνετε νικητές σε κάθε δοκιμασία.

Σήμερα μπερδεύουμε τις δοκιμασίες και τις θλίψεις και τις λέμε «τιμωρίες του Θεού». Ο Θεός δεν τιμωρεί– «Θάνατον οὐκ ἐποίσησε, οὐδέ τέρπεται ἐπ’ ἀπωλεία ἀνθρώπων». Οι θλίψεις και οι δοκιμασίες είναι νουθεσίες και φρονηματισμός για τα τραύματα τα οποία προξένησε η αμαρτία. Κάθε πειρασμός και θλίψη έχει διττή έννοια κατά τον Άγ. Μάξιμο τον Ομολογητή. Ο πρώτος ενήδονος και γεννά πάθη και κακίες. Ο δεύτερος ενώδυνος και χωρίς την θέληση του πιστού χριστιανού λυτρώνει και εξαγνίζει. Εμείς θα σταθούμε στον β’ κυρίως. Αυτόν που περνούν όλοι και έχει αξία πνευματική. Δηλαδή ακόμα και οι άγιοι του Θεού πέρασαν από το καμίνι των θλίψεων και των πειρασμών για να απαλλαγούν απ’ ότι είχε μείνει από τον παλαιό άνθρωπο. Τεράστια και μοναδικά παραδείγματα ο Αβραάμ και ο Ιώβ (ανάλυση). Γι’ αυτό και οι πατέρες θα πουν ότι η αντοχή του Αβραάμ ξεπέρασε και την αντοχή των Αγ. Μαρτύρων μπροστά στα μαρτύρια κα κολαστήρια των τυράννων.

Στοχαζόμενοι τα παραπάνω μπορούμε να πούμε ότι η «δίκαια οργή» του Θεού καταφθάνει «επί τους υιούς της απειθείας» όπως λέει ο Απόστολος για να τους συνετίσει και ταρακουνήσει από την ψυχόλεθρον ζωή που κάνουν. Πάλι για καλό τους και σωφρονισμό… Ο πιστός χριστιανός δεν προκαλεί ποτέ την οργή του Θεού αλλά το έλεός Του. Και αν είπαμε ότι οι θλίψεις είναι ευεργετικές στον άνθρωπο γιατί ζητάμε να απαλλαγούμε και να ελευθερωθούμε από αυτές; (ρυσθῆναι). Αφορά τους αδυνάτους και όχι τους δυνατούς. Να σας το πω αλλιώς. «Ο υγιής πνευματικά έλεγε ένας γέροντας, γλεντά την αρρώστια του, ο άρρωστος υποφέρει». Διότι είναι καλύτερο να στερηθούμε τα στεφάνια που δίνονται στους αγωνιστές παρά να μας οδηγήσει η θλίψη στην απόγνωση. Καλύτερα να αναγνωρίσουμε την πνευματική μας αδυναμία και να περιμένουμε τα πάντα από το μέγα έλεος του Κυρίου.

Ἀντιλαβοῦ σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός τῇ σῃ χάριτι.

Η χάρις είναι χάρισμα, δωρεά, δώρο!

Δηλαδή η σωτηρία μας δεν είναι αποτέλεσμα κάποιων καλών έργων. Αλλά της Σταυρικής θυσίας και Αναστάσεως του Ιησού Χριστού. «Ὄτι εξ’ ἔργων νόμου, οὐ δικαιωθήσεται πᾶσα σάρξ, ἀλλά χάριτι ἐστω σεσωσμεύσι». Και δεν σώζεται ο άνθρωπος απαριθμώντας «Φαρισαϊκώς» τα καλά έργα. Αλλά όταν αυτά τα κάνει με αγάπη και όχι συμφεροντολογικά προς τον Θεό. Με αγάπη όπως το καλύτερο παιδί και υπάκουο προς την μητέρα του. Πρέπει ο άνθρωπος με την χάρη του Θεού να γίνει «κατά χάριν Θεόν». Εμείς σήμερα θεοποιούμε τον εαυτό μας. Αυτοθεούμεθα με τον εγωισμό μας, την υπερηφάνεια και την κενοδοξία. Και ότι κάνουμε το χωρίζουμε από την ευλογία και την χάρη του Θεού. Απομακρυνόμαστε από τον δημιουργό μας και δεν απολαμβάνουμε την σχέση Πατέρα – παιδιού και δεν ζούμε κάτω από την σκέπη και αγάπη και χάρη του Δημιουργού μας. Έτσι μας πλησιάζει η χάρης του Θεού. Και ας μην την αξίζουμε, και ας είμαστε αμαρτωλοί. Μας πλησιάζει και μας αλλάζει. «Τὸ ἐλεός σου Κύριε καταδιώξει με πᾶσας τὰς ἠμέρας τῆς ζωῆς μου».

Τῆς Παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου, δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, μετά πάντων τῶν ἁγίων μνημονεύσαντες, ἐαυτούς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα.

Σε άλλο σημείο της Θ. Λειτουργίας θα αναφερθούμε αναλυτικά στο πρόσωπο της Παναγίας μας. Εδώ σ’ αυτήν την αίτηση θα σταθούμε στο σημείο: «καὶ πᾶσαν τὴν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Ζητούμε λοιπόν με τις πρεσβείες της Παναγίας μας και τον εαυτό μας αλλά και τους άλλους χριστιανούς που εκκλησιάζονται μαζί μας να παραδώσουν-δώσουμε ολοκληρωτικά τις ψυχές μας στην πρόνοια του Θεού. Να διώξουμε το υπερβολικό άγχος για την πορεία μας πάνω στη γη και το τέλος μας για πράγματα που δεν έχουμε την δύναμη να επιλύσουμε, για αδιέξοδα που μοιάζουν αδιάλυτα, για εμπόδια ανυπέρβλητα.

Υπάρχει όμως και ένας άλλος λόγος που ζητάμε τον σκοπό την συνδρομή της Κυρίας Θεοτόκου. Η παράθεση της ζωής μας στον Κύριο είναι κάτι ανάλογο με την δική της αφιέρωση στον Θεό. Όπως η Πάναγνη, σε ηλικία 3 ετών αφιερώθηκε στον Κύριο για να γίνει έμψυχος θρόνος Του, έτσι και κάθε πιστός προσφέρεται στον Κύριο για να γίνει οίκος δικός Του. Στην Θ. Λειτουργία ο ιερεύς μας προτρέπει να αφιερώσουμε και εμείς τους εαυτούς μας για να κατοικίσει μέσα μας ο Χριστός.

Σχετικά με το: «Κύριε ἐλέησον», που επαναλαμβάνουμε σε κάθε αίτηση.

Το «Κύριε ελέησον» είναι η πιο σύντομη, περιεκτική, συμπυκνωμένη προσευχή της εκκλησίας. Τα λέει όλα, κάνει θαύματα αυτή η προσευχή. Στο βιβλίο που λέγεται «ΔΙΑΤΑΓΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ» και στο οποίο περιέχονται οι προφορικές διδασκαλίες, παραδόσεις και αποφάσεις των Αποστόλων σχετικά με τα θέματα της Εκκλησίας τονίζεται ιδιαιτέρως ότι το «Κύριε ελεήσον» πρέπει να το λένε στην Θ. Λειτουργία όλα τα παιδάκια μαζί. Ως αγνότερα και καθαρότερα που είναι, με το πνεύμα της παιδικής απλότητας και αγνότητας «κρούουν» με παρρησία την πόρτα του Θεού και ζητούμε έλεος δι’ αυτών διότι η βασιλεία των ουρανών εις αυτά μένει».

Κάνουμε χιλιάδες αιτήσεις προς τον Θεό. Και η απάντηση είναι «έλεος». Ζητούμε έλεος, ζητούμε την βασιλεία του Θεού. Εκλιπαρούμε για έλεος και φιλανθρωπία Θεού. Και ο Θεός απαντά στο ένα «Κύριε ελέησον» ανάλογα με την απλότητα και την καθαρότητα των χειλέων μας και της καρδιά μας. Το συναντάμε άλλωστε πολλές φορές στο ευαγγέλιο:

  • «Ἐλέησον ἡμᾶς Κύριε, υἱός Δαβίδ» - οι τυφλοί και ανέβλεψαν αμέσως.
  • «Ἱησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς» - οι δέκα λεπροί και «ἐν τῷ ὑπάγεις αὐτούς ἐκαθαρίσθησαν»
  • «Κύριε ἐλέησον μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται».
  • «Κύριε σώσον ἡμᾶς - ἐλέησον ἡμᾶς, ὅτι ἀπολλόμεθα» - στην θάλασσα της Τιβεριάδας οι μαθητές με τον άνεμο να τους απειλεί.
  • «Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱέ Δαβίδ∙ ἡ θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται» και αφού ο Κύριος δοκίμασε την πίστη, της χάρισε την θεραπεία. 

Τέλος από αυτό το «Κύριε ἐλέησον» ξεκινά η Θεολογία της Νοεράς Καρδιακής Προσευχής…

Και η ευχή: «Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν, οὗ το κράτος ἀνείκαστον και ἡ δόξα ἀκατάληπτος∙ οὗ τὸ ἔλεος ἀμέτρητον καὶ ἡ φιλανθρωπία ἄφατος∙ αὐτός, Δέσποτα, κατά τῆς εὐσπλαχνίας σου, ἐπίβλεψον ἐφ’ ἡμᾶς καὶ ἐπί τὸν ἅγιον οἶκον τοῦτο, καὶ ποίησον μεθ’ ἡμῶν καὶ τῶν συνευχόμενων ἡμῖν, πλούσια τὰ ἐλέη σου καὶ τοὺς οἰκτιρμούς σου.

Ὅτι πρέπει σοι πᾶσα δόξα, τιμή καὶ προσκύνσησις, τῷ Πατρί καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεί καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰῶνων. Ἀμήν.

Στην ευχή που διαβάζεται μυστικώς έχουμε αναφορά στην φιλανθρωπία και το έλεος του Θεού το οποίο είναι πάνω από τα ανθρώπινα μέτρα (αμέτρητος) και πέρα από τον ανθρώπινο λόγο (άφατος). Απόρροια αυτών είναι το γεγονός της Θείας Σαρκώσεως και Θείας Οικονομίας: «Διὰ τὴν ἄφατην καὶ άμέτρητόν σου φιλανθρωπία, ἀτρέπτως καὶ ἀναλλοιώτως γέγονας ἄνθρωπος καὶ Ἀρχιερεύς ἡμῶν ἐχρημάτισας». Για την δική μας σωτηρία ο Θεός Λόγος σαρκώθηκε και έπαθε για να μείνουμε ελεύθεροι από την αμαρτία. Η αγάπη του Θεού είναι απεριόριστη στο μέγεθος και αρχοντική στο ήθος. Δεν μας κάνει ελεημοσύνη και συμπόνια ανθρώπινη αλλά αγάπη Βασιλική και ηγεμονική. «Μας ἐπαναφέρεις ἀπό παντοῦ πρὸς τὸν Εὐατό Του καὶ δὲ ἀφήνει νὰ προσηλώσουμε τον νοῦ μας σὲ τίποτα ἄλλο, οὔτε νὰ ἀγαπήσουμε ὁποιοδήποτε ἀπό τὰ ὄντα… με κάποια βία θαυμαστῇ καὶ φιλανθώπῳ τυραννίδι μᾶς ἐλκύει προς τὸν Εαύτό Του καὶ με τὸν εαὐτό Του μας ἐνώνει» (Ι. Καβάσιλας). Μοιάζει λοιπόν με την προσταγή που δίνει στην παραβολή του Μεγάλου Δείπνου: «Ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμιθῇ ὁ οἶκος μου». Παραθέτει ο Θεός Τράπεζα Ζωής και προσκαλεί τον άνθρωπο να έλθει. Και αν οι άνθρωποι αρνούνται και καταφεύγουν σε κατώτερης σημασίας ασχολίες η φωνή της αγάπης, της φιλάνθρωπης τυραννίδος θα ακούγεται ασταμάτητα! «Ἀνάγκασον είσελθεῖν» και «ἔτι τόπος ἐστί»…

Κάθε αίτηση και εκφώνηση στην Θεία Λειτουργία, κάθε ευχή καταλήγουν σε δοξολογικό ύμνο προς την αγία Τριάδα. Γιατί μέσα στον ιερό ναό, κατά την ιερουργία των θεϊκών μυστηρίων είναι παρών ο Ζων Τριαδικός Θεός και δια του Αγίου Πνεύματος βοηθάει και ευλογεί όλους τους παρισταμένους. Είναι «πανταχοῦ παρῶν» και ακούει τις φωνές και ικεσίες μας και λαμβάνει τα αιτήματά μας και ενεργεί κατά το συμφέρον εκάστου. Προσπαθώντας αυτά με την ανθρώπινη λογική να τα βάλουμε σε κάποια τάξη δυσκολευόμαστε. Τι να πούμε για τα δόγματα της Αγίας Τριάδος όταν μεγάλοι πατέρες της Εκκλησίας μόλις και μετά βίας – παρά την άρτια ψυχική και πνευματική τους κατάσταση –κατάφεραν να πουν; Ότι γνωρίζουμε είναι καρπός δικός τους και ευδοκία του Τριαδικού Θεού να φτάσει μέχρι σε μας. Και αναφέρω το παράδειγμα του Αγ. Αυγουστίνου.

«Κουρασμένος ο ιερός Αυγουστίνος από τις σκέψεις σχετικά με το Δόγμα της Αγίας Τριάδος, ειδικότερα με το ομοούσιον της Θεότητος του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, περπατούσε κάποτε στην ακρογιαλιά.

Εκεί συνάντησε ένα μικρό παιδάκι, που είχε ανοίξει ένα λάκκο στην άμμο και μ’ ένα κουβαδάκι έπαιρνε από τη θάλασσα νερό και το έριχνε μέσα. Πήγαινε κι ερχόταν, πήγαινε κι ερχόταν το παιδάκι…

Το παρακολουθούσε λοιπόν έτσι, ποιος ξέρει πόση ώρα ο ιερός Αυγουστίνος. Στο τέλος το πλησίασε και του είπε:

-Τι κάνεις; βρε παιδάκι μου, εδώ πέρα;

-Να, προσπαθώ να αδειάσω τη θάλασσα μέσα στην λακκούβα.

-Καλά, βρε αγόρι μου, του λέει, όλη αυτή η θάλασσα αδειάζει μέσα εδώ; Χωράει; Αυτό είναι αδύνατον!

-Αν δεν χωράει η θάλασσα μέσα σ’ αυτόν τον λάκκο κι αν αυτό είναι ακατόρθωτο και αδύνατον, έτσι, και ασυγκρίτως περισσότερο, το Άπειρο του Θεού, το Άπειρο της Αγίας Τριάδος, τα Μυστήρια του Θεού…, δεν μπορούν να χωρέσουν στο περιορισμένο μυαλουδάκι σου…, του είπε το παιδί (που οπωσδήποτε ήταν απεσταλμένος Άγγελος του Κυρίου) και εξαφανίστηκε».

ΑΝΤΙΦΩΝΑ

Μετά από τα όσα αναφέραμε αρχίζει η εμμελή απαγγελία των αντιφώνων. Όπως είπαμε εξαρχής η Θ. Λειτουργία στο σύνολό της είναι το μυστήριο της ζωής του Κυρίου. Κάθε επιμέρους στιγμή της είναι η μυστηριακή αναβίωση μιας ορισμένης χρονικής περιόδου της ζωής του Χριστού. Οι στίχοι των αντιφώνων που έχουν αντληθεί από το ψαλτήρι του Προφητάνακτος Δαβίδ «σημαίνουν τις αρχές της παρουσίας του Χριστού στη γη όταν ήταν στον κόσμο και ο κόσμος δεν τον εγνώριζε. Σημαίνουν τον καιρό πριν τον Βαπτιστή. Τότε ο κόσμος χρειαζόταν ακόμη τα προφητικά λόγια» (Ι. Καβάσιλας). Ενώ λοιπόν ζούμε με τα λόγια τους Προφητικούς χρόνους η μουσική, η μελωδία είναι ένας «προκαταρτικός»καθαρισμός και μία προπαρασκευή» για την συμμετοχή στο μυστήριο. Επομένως οι Ψαλμοί επιτελούν το έργο του Βαπτιστού. Ο Ιωάννης μας το δείχνει: «Ἴδε ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ». Λοιπόν, «δεῦτε ἀγαλ-λιασώμεθα τῷ Κυρίῷ∙ ἀλαλάξωμεν τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρι ἡμῶν».

Αναγκαίο εδώ να διατυπώσουμε ολίγα σχετικά με την ψαλμωδία. Είναι ένας από τους τρεις τρόπους με τους οποίους ομιλούμε στον Κύριο ιδιαιτέρως κατά την Θ. Λειτουργία. Οι ευχές διαβάζονται, οι αιτήσεις και τα ιερά αναγνώσματα απαγγέλλονται με ρυθμό. Τα μέλη ψάλλονται με αρμονία και καλαίσθητους τρόπους. Ας ακούσουμε την γνώμη του Ι. Χρυσοστόμου: «Τίποτα δεν ανυψώνει τόσο την ψυχή και δεν της δίνει φτερά και δεν την απαλλάσσει από τα γήινα και δεν την ελευθερώνει από τα δεσμά του σώματος και δεν την κάνει να ζήσει πνευματικά και να καταγελάσει τα βιοτικά πράγματα, όσο μία αρμονική μελωδία και ένας ρυθμικός θείος ύμνος… Από τους πνευματικούς ψαλμούς πολύ είναι το κέρδος, πολλή η ωφέλεια, πολύς ο αγιασμός και μπορεί να γίνει θεμέλιο της πνευματικής ζωής. Διότι τα μεν λόγια των ύμνων καθαρίζουν την ψυχή το δε Άγιο Πνεύμα πετά γρήγορα και εισέρχεται στην ψυχή που τα ψάλλει. Αυτός που ψάλλει με αγνότητα, ανακαινίζει την ψυχή του και γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος». Γι’ αυτό η ψαλμωδία θα πρέπει πρωτίστως να είναι σύμφωνη με τους κανόνες της μουσικής και να ακολουθεί τους τρόπους και το ύψος της παραδοσιακής αυτής τέχνης που καθόρισαν φωτισμένες μουσικές διάνοιες όχι μόνο γνωσιολογικά αλλά και με την χάριν του Αγ. Πνεύματος. Πέραν όμως από τις γνώσεις και τους κανόνες, η μελωδία θα πρέπει να είναι ομόφωνη με τις αγγελικές υμνωδίες. Ο ίδιος Άγιος συνεχίζει: «η ψυχή να είναι σε εγρήγορση, ο νους άγρυπνος, καρδιά κατενυγμένη, λογισμός υγιής, συνείδηση καθαρισμένη».

«Ψάλατε τῷ Κυρίῳ οἱ ὅσιοι αὐτοῦ» με μία φράση θα το πει ο Προφήτης Δαυίδ. Ο Μέγας Βασίλειος θα κινηθεί και αυτός στον ίδιο χώρο. «Όσοι αναπέμπουν ψαλμωδίες από καρδιά καθαρή και όσοι είναι όσιοι, δηλαδή έχουν πίστη προς τον Θεόν, αυτοί μπορούν να ψάλλουν, διότι ακολουθούν τους πνευματικούς ρυθμούς όπως αρμόζει… Καθαρίσατε τις καρδιές σας, για να φέρετε πνευματικούς καρπούς και αφού γίνεται όσιοι, να μπορείτε να ψάλλετε με σύνεση στον Κύριο». Και αντιφωνικά απαντά ο Ι. Χρυσόστομος: «Μουσικός ἄριστος ἐστίν ἡ ψυχή, τεχνίτης ἐστίν∙ ὄργανον ἐστί τὸ σῶμα, κιθάρας και αὐλοῦ καὶ λύρας χώραν ἐπεχον… Σὲ δὲ βουλόμενος ὁ Θεός διδάξαι, ὅτι διὰ παντός ὀφείλεις αὐτὸν ὑμνεῖν τε καὶ εὐλογεῖν, ἥνωσε τῷ τεχνίτῃ τὸ ὄργανον διηνεκῶς».

Ίσως κανείς να αναρωτηθεί… γιατί δεν χρησιμοποιούμε όργανα στην Ορθόδοξη Εκκλησία; Θα μας απαντήσει ο Ι. Χρυσόστομος περιπολεύων τα ουράνια… «Ὕμνον ἱερόν τίκτει εὐλάβεια ψυχῆς, τρέφει συνειδός ἀγαθόν, δέχεται δὲ εἰς τὰ ταμεῖα τῶν οὐρανῶν ὁ Θεός»και προχωράω και εγώ ταπεινά σε συλλογισμό σχετικό: Οποιοδήποτε μουσικό όργανο, όσο και τέλειο και να είναι δεν μπορεί να πλησιάσει τον ανθρώπινο λάρυγγα που ο Θεός έβαλε μέσα σε κάθε άνθρωπο. Αυτός (η ανθρώπινη φωνή) μπορεί να μελήσει σε σμικρά – σμικρότατα διαστήματα τον τόνο πληρέστερα και με μαθηματική ακρίβεια πέρα από κάθε ανθρώπινο κατασκεύασμα. Το άριστον λοιπόν στην δοξολογία του Θεού. Το δώρο στον Δωρεοδότη παντός αγαθού Δημιουργόν του Παντός.

Ἔτι καὶ ἔτι ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.

Οι λέξεις ἔτι-ἔτι μπορεί να εκφράζουν την επανάληψη των αιτήσεων του ιερέως και του λαού. Όμως στην πραγματικότητα είναι η αναζήτηση καινούριων εμπειριών. Ποτέ κανείς όσο και αν ανέβηκε πνευματικά βρήκε κάποιο όριο, κάποιο τέρμα στην αναζήτηση του Θεού. Ο Θεός είναι χωρίς αρχή και τέλος. Δεν έχει τα στενά ανθρώπινα όρια και ο άνθρωπος που αγωνίζεται να ανέλθει προς Αυτόν βλέπει ότι συνεχώς μπορεί να κατακτήσει μεγαλύτερα αγαθά.

Ἔτι και ἔτι…Δεν χορταίνουμε να λέγουμε να ίδια λόγια στον Κύριο. Να ζητούμε τα ίδια πράγματα. Και όταν η αγάπη του μας τα προσφέρει, βλέπουμε πως δεν είναι ίδια με αυτά που ήδη είχαμε. Διαπιστώνουμε πως όσο βρισκόμαστε στον κόσμο τούτο, υπάρχει η δυνατότητα να φθάσουμε πιο κοντά στην ειρήνη του Θεού. Στην αγάπη της Παναγίας, στην κοινωνία των Αγίων. Διότι όσο καθαρίζεται από την αμαρτία το σώμα και η ψυχή, τόσο αφθονότερη μας προσφέρεται η χάρις της Θείας Λειτουργίας. Τούτο μπορείτε και εσείς και ο καθένας μας να το ζήσει. Μεταλαμβάνει πάντοτε το Χριστό. Το ίδιο ανά τους αιώνας και όμως άλλοτε αισθάνεται μεγαλύτερη πνευματική χαρά και άλλοτε λιγότερη ή και καθόλου καθώς η ψυχή του δεν είχε το κατάλληλο ένδυμα να δεχθεί τον Δεσπότη της.

Ὁ Μονογενής Υἱός καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀθάνατος ὑπάρχων καὶ καταδεξάμενος διά τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν σαρκωθῆναι ἐκ τῆς ἁγίας Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, ἀτρέπτως ἐναν-θρωπήσας, σταυρωθείς τε Χριστέ ὁ Θεός, θανάτῳ θάνατον πατήσας, εἶς ὤν τῆς Ἁγίας Τριάδος, συνδοξαζόμενος τῷ Πατρί καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, σῶσον ἡμᾶς.

Τον χριστολογικόν αυτόν ύμνο συνέθεσε ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός για να ψάλλεται στον μεγάλο ναό που έκτισε της του Θεού Σοφίας. Περιλαμβάνει συνοπτικά 6 άρθρα από το σύμβολο της πίστεως. Πραγματικά η συγκατάβαση του Θεού για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους είναι απροσμέτρητη. Ο Ιερός Χρυσόστομος αισθάνθηκε ιδιαίτερα αυτήν την καταδεκτικότητα του Χριστού: «Εκείνος που βρισκόταν στις πατρικές αγκάλες, καταδέχθηκε να λάβει μορφή δούλου και να υπομείνει όλες τις σωματικές καταστάσεως… Να μεγαλώσει σιγά-σιγά, να περιτμηθεί, να προσφέρει θυσία, να πεινάσει, να διψάσει, να κοπιάσει και στο τέλος να υπομείνει και θάνατο… Όλα αυτά τα καταδέχθηκε για μας και για την σωτηρία μας ο Δημιουργός των πάντων. Αυτός ο Όποιος έφερε στην ύπαρξή τα πάντα από το μηδέν, Αυτός που και μόνο να ρίξει το βλέμμα Του στην γη την κάμνει να τρέμει, του Οποίου την ακτινοβολία της δόξης ούτε τα Χερουβίμ δεν μπορούν να κοιτάξουν, αλλά στρέφουν αλλά τα πρόσωπά τους. Αυτός για μας και την σωτηρία μας καταδέχθηκε να γίνει άνθρωπος».

Ο Χριστός πολέμησε για μας, έγινε άνθρωπος για να δείξει πως η αμαρτία δεν είναι ανίκητη. Πως μπορεί ο άνθρωπος αν αγωνιστεί να ανέλθει υψηλότερα. Τούτο κατάφεραν οι μάρτυρες και οι άγιοι της πίστεώς μας. Με το παράδειγμα του Κυρίου ρίχθηκαν στους προσωπικούς τους αγώνες καλώντας και εμάς έναν καθ’ έναν στον πνευματικό στίβο. Ο Χριστός νικητής της αμαρτίας και του Θανάτου. Και τώρα γύρω του συναγμένοι οι πιστοί ψέλνουμε τούτο τον ύμνο.

Η ΕΥΧΗ: Ὁ τὰς κοινάς ταύτας καὶ συμφώνους ἡμῖν χαρισάμενος προσευχάς, ὁ καὶ δυσί καὶ τρισί, συμφωνοῦσιν ἐπί τῷ ὀνόματί σου, τὰς αἰτήσεις παρέχειν ἐπαγγειλάμενος∙ Αὐτός καὶ νῦν τῶν δούλων σου τὰ αἰτήματα προς τὸ συμφέρον πλήρωσον, χορηγῶν ἡμῖν ἐν τῷ παρόντι αἰῶνι τὴν ἐπίγνωσιν τῆς σῆς ἀληθείας καὶ ἐν τῷ μέλλοντι ζωήν αἰώνιον χαριζόμενος.

Ὅτι ἀγαθός καὶ φιλάνθρωπος Θεός ὑπάρχεις καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν τῷ πατρί καὶ τῷ Υἱῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεί καὶ εἰς τους αἰώνας τῷν αἰώνων.

Η παραπάνω ευχή μας μιλά για τις κοινές και ομόφωνες προσευχές που μας χαρίζει ο Κύριος. Σκοπός της εκκλησίας είναι να έχουμε κοινωνία αγάπης. Η εκκλησία ιδρύθηκε για να είμαστε όχι διαιρεμένοι όσοι μαζευόμαστε, αλλά για να φθάσουμε στην ενότητα όσοι είμαστε διαιρεμένοι και αυτό φανερώνει η ευχαριστιακή σύνοδος» (Ι.Χρυσοστ.). Για να δούμε όμως και πως ο Άγ. Μάρτυς Ιουστίνος ο φιλόσοφος πως περιγράφει την ευχαριστιακή σύναξη: «Την ημέρα της Κυριακής γίνεται συνάθροιση όλων των πιστών στο ίδιο μέρος και διαβάζονται τα απομνημονεύματα των αποστόλων ή τα συγγράμματα των Προφητών, όσο επιτρέπει ο χρόνος. Ύστερα σηκωνόμαστε όλοι να αναπέμπουμε προσευχές…Εν συνεχεία προσφέρεται άρτος και οίνος και ύδωρ και ο λειτουργός πάλι αναπέμπει ευχές και ευχαριστίες στον Κύριο με όλη την δύναμή του. Και ο λαός επιδοκιμάζει ψάλλοντας ΑΜΗΝ».

Ο Χριστός έδωσε την υπόσχεσή του, ότι όπου δύο ή τρεις πιστοί συγκεντρώνονται στο Όνομά Του, θα είναι οι ίδιοι ανάμεσά τους, θα ακούει τις κοινές τους προσευχές και θα εκπληρώνει τα αιτήματά τους. Ίσως πει κάποιος ότι πολλές φορές ζητάμε και δεν παίρνουμε απάντηση στην αίτησή μας. Άκου τον Ι. Χρυσόστ. και λάβε απάντηση: «Μιλώντας ο Χριστός για σύναξη πιστών δεν εννοεί μόνο μία απλή συγκέντρωση. Ζητά ν’ αγωνιζόμαστε και για την αρετή». Εάν τα αιτήματά μας δεν τα εντάσσουμε στην αγάπη μας προς τον Χριστό αλλά σ’ ένα εγωκεντρισμό χωρίς να γνωρίζουμε τα ωφέλημα πώς να λάβουμε από τον φιλάνθρωπο Θεό;

Αυτή η αγάπη τρέφει τις ομόφωνες προσευχές των πιστών. Μπορούμε και στο σπίτι μας λένε πολλοί να προσευχηθούμε… Δεν είναι το ίδιο με την κοινή προσευχή, την ομόφωνη πιστών και κλήρου. Αυτή η συμφωνία ιερέων-πιστών με το σύνδεσμο της αγάπης και ομόνοιας αποδίδει καρπούς. «Μία προσευχή, μία δέησις, εἷς νοῦς, μία ἐλπίς ἐν ἀγάπῃ, ἐν τῇ ἀμώμῳ, ὁ ἐστίν Ἰησοῦς Χριστός» (Ιγνάτιος Αντιοχείας).

ΕΙΣΟΔΟΣ ΕΓ. ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΚΑΙ ΙΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΕΥΧΗ: Δέσποτα Κύριε, ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ καταστήσας ἐν οὐρανοῖς τάγματα καὶ στρατιάς ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, εἰς λειτουργίαν τῆς σῆς δόξης, ποίησον σὺν τῇ εἰσόδῳ ἡμῶν, εἴσοδον ἁγίων ἀγγέλων γενέσθαι, συλλειτουργούντων ἡμῖν καὶ συνδοξολογούντων τὴν σὴν ἀγαθότητα. Ὅτι πρέπει σοὶ πᾶσα δόξα, τιμή καὶ προσκύνησις, τῷ Πατρί καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεί καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰῶνων.

Ο ΙΕΡΕΥΣ: Εὐλογημένη ἡ εἴσοδος τῶν ἁγίων σου, Κύριε, πάντοτε∙ νῦν καὶ ἀεί καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.

Μέχρι τον 7ον αιώνα η Θ. Λειτουργία άρχιζε με την είσοδο του Αγ. Ευαγγελίου. Ο ιερεύς φορούσε τα άμφιά του στο σκευοφυλάκιο του Ναού έπαιρνε από εκεί το Άγ. Ευαγγέλιο και μαζί με τους πιστούς εισέρχονταν στον κυρίως Ναό.

Αυτή η συνήθεια άλλαζε αργότερα και επικρατεί η τάξη που αναφέραμε. Η είσοδος αυτή ονομάζεται Μικρά Είσοδος. Κατά τον Άγ. Γερμανό, φανερώνει «τὴν παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εἴσοδον εἰς τὸν κόσμο τοῦτο». Επίσης η είσοδος των πιστών στο Ναό που γίνονταν κατ’ αυτήν την ώρα παλαιότερα συμβολίζει «την μετάθεσή τους από την κακία και την αγνωσία στην αρετή και την γνώση».

Για να έρθουμε όμως στο σήμερα. Ο ιερεύς βγαίνοντας για την μικράν Είσοδον κρατά το ευαγγέλιο στο ύψος του προσώπου του για να φαίνεται μόνο ο εισερχόμενος Χριστός. Προηγείται δε του ιερού Ευαγγελίου η λαμπάδα το σύμβολο του Τιμίου Προδρόμου. Αφού πει: «Σοφία Ορθοί» ζουν όλοι οι πιστοί το θαύμα της αγγελικής φανερώσεως «ἐξαίφνης ἐγένετο σὺν τῷ ἀγγέλῳ πλῆθος στρατιᾶς οὐρανίου αἰνούντων τὸν Θεόν». Όπως στην Βηθλεέμ έτσι και στην Θ. Λειτουργία «Ἅγγελοι καὶ ἄνθρωποι συμμίγνυται∙ ὅρου γὰρ Βασιλέως παρουσία καὶ τάξις παραγίνεται». Αυτό το μυστήριο της αγγελικής παρουσίας παρακαλεί ο ιερεύς να ζήσουν και οι πιστοί. Να νιώσουν λίγο από τον αγγελικό κόσμο της που συνεφραίνεται και συμπανηγυρίζει με τους ανθρώπους για την ευεργεσία και ωφέλεια του θυσιαζόμενου Χριστού προς όλους τους πιστούς Του δούλους.

Επειδή λοιπόν έχουμε «σύμπραξη» προσευχητική – λατρευτική αγγέλων και ανθρώπων πρέπει και το δικό μας ένδημα της ψυχή να είναι κατάλληλο για να βρίσκεται μέσα στους πνευματικούς αυτούς γάμους και όχι ακάθαρτο και λερωμένο. Να είναι λαμπερό και φωτεινό από πράξεις και αρετές. Η παρακάτω διήγηση το επιβεβαιώνει:

« Ο Άγιος Μαρκιανός, πηγαίνοντας προς την Εκκλησία του ένα χειμωνιάτικο πρωινό, συνάντησε έναν κουρελιάρη, ο οποίος έτρεμε κυριολεκτικώς από το κρύο.

-Δώσε μου κανένα φόρεμα, πάτερ, του είπε ικετευτικά.

Δεν είχε ο καημένος τίποτε, αυτά που φορούσε τα έβγαλε και τα έδωσε. Έμεινε γυμνός. Έτρεξε γρήγορα στην Εκκλησία, ντύθηκε τα άμφιά του και περίμενε τον πατριάρχη για την Θεία Λειτουργία.

Ήρθαν κι άλλοι ιερείς εν τω μεταξύ, ντύθηκαν κι εκείνοι και περίμεναν. (Έτσι άρχιζε τότε, πριν τον 7ο αιώνα, η Θεία Λειτουργία, παρόντος επισκόπου. Οι ιερείς περίμεναν στην είσοδο του Ναού, ερχόταν ο αρχιερεύς ή ο πατριάρχης, έπαιρναν το Ιερό Ευαγγέλιο και πραγματοποιείτο η Μικρά Είσοδος).

Καθ’ όλη τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, όλοι οι πιστοί και οι παριστάμενοι συλλειτουργούντες ιερείς και άλλοι βοηθοί επίσκοποι, έβλεπαν κάτι και όλων τα μάτια ήταν στραμμένα στον Άγιο Μαρκιανό: Φορούσε μία στολή χίλιες φορές πιο αστραφτερή απ’ αυτήν που είχε ο πατριάρχης! Η απλή ιερατική στολή είχε μεταπιοηθεί σε θεούφαντη, ουράνια, μεγαλοπρεπή, τριφεγγή, από τις αστραπές και τις λάμψεις της Θείας Χάριτος!

Άρχισαν τα μουρμουρητά των αδελφών και συλλειτουργών και των άλλων αρχιερέων. «Πως είναι δυνατόν ένας παπαδάκος να έχει πιο λαμπρή στολή από τον πατριάρχη!» Επειδή τα παράπονα μεταφέρθηκαν στον πατριάρχη – άλλωστε ο πατριάρχης το έβλεπε κι ο ίδιος – στο τέλος αναγκάστηκε να τον καλέσει και του είπε:;

-Έλα εδώ, Μαρκιάνε! Τι ντροπή είναι αυτή; Τι στολή είναι αυτή που έβαλες; Επιτρέπεται να έχεις εσύ τέτοια στολή;

-Τι στολή έχω, Παναγιώτατε; ρώτησε έκπληκτος ο Άγιος.

-Να, τόσο λαμπρή, ούτε εγώ δεν έχω!

-Α, λέει, με πειράζετε!

-Εσύ, λέγει ο πατριάρχης, με κοροϊδεύεις! Αστράφτει αυτό εδώ πέρα! Ουτέ κεριά χρειάζονται, ούτε τίποτα. Όλος ο Ναός φωτίζεται!...

-Παναγιώτατε, απάντησε ο Άγιος Μαρκιανός, η στολή που φοράω είναι αυτή που μου δώσατε, όταν με χειροτονήσατε ιερέα!

Κι όπως έκανε να δείξει το ένδυμα και το σήκωσε, φάνηκε μπροστα σε όλους ότι από μέσα ήταν γυμνός! Και φεύγει η λάμψη της Θείς Χάριτος και μένει η πρώτη πτωχική στολή.

Τότε φωτίστηκε ο πατριάρχης και κατάλαβε ότι ήταν γυμνός από μέσα, γιατί κάπου είχε δώσει τα ρούχα του».

Ο ΤΡΙΣΑΓΙΟΣ ΥΜΝΟΣ

Και αν κατά την Αγία Είσοδο που προηγήθηκε μαζί με τον Χριστό εισοδεύουν οι Άγιοι Άγγελοι, μετά την είσοδο άγγελοι και άνθρωποι ψάλλουν τον Τρισάγιον Ύμνο και για να ακούσουμε την ερμηνεία του από τον Άγ. Γερμανό: «Ἅγιος ὁ Θεός, δηλαδή ὁ Πατήρ, Ἅγιος Ἰσχυρός, ὁ Υἰός καὶ Λόγος, διότι τὸν καθ’ ἡμῶν ἰσχυρόν Διάβολον ἐδέσμευσεν καὶ κατήργησε διά τοῦ Σταυροῦ καὶ τοὺ τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ Θανάτου και τὴν ζωήν καὶ ἰσχύν καὶ τὴν ἐξουσία ἔδωκε τοῦ πατεῖν Ἐπάνω αὐτοῦ. Ἅγιος Ἀθάνατος, τὸ Πνεύμα τὸ Ἅγιον, τὸ ζωοποιόν, δι’ οὖ πάσα κτίσις ζωοποιείται και διαμένει και βοῷ λέγουσα Ἐλέησον ἡμᾶς…». Λέγεται αυτο 3 φορές για κάθε πρόσωπο της Αγίας Τριάδος γιατί και τα τρία είναι άγια και ομότιμα γιατί κάθε ένα από αυτά και άγιος είναι, και ισχυρός και αθάνατος.

Ο Ιερεύς λοιπόν θα εκφωνήσει: «Ὅτι ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρί καὶ τῷ Ἀγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων». Στη συνέχεια θα πει μυστικά την ευχή:

«Ὁ Θεός ὁ Ἅγιος, ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος, ὁ τρισαγίῳ φωνῇ ὑπό τῶν Σεραφείμ ἀνυμνούμενος καὶ ὑπό τῶν Χερουβείμ δοξολογούμενος καὶ ὑπό πάσης ἐπουρανίου Δυνάμεως προσκυνούμενος∙ ὁ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι παραγαγών τὰ σύμπαντα∙ ὁ κτίσας τὸν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα σὴν καὶ ὁμοίωσιν καὶ παντί σου χαρίσματι κατακοσμήσας∙ ὁ διδούς αἰτοῦντι σοφίαν καὶ σύνεσιν καὶ μὴ παρορῶν ἁμαρτάνοντα, ἀλλά θέμενος ἐπί σωτηρίᾳ μετάνοιαν∙ ὁ καταξιώσας ἡμᾶς τοὺς ταπεινούς καὶ ἀναξίους δούλους σου καὶ ἐν τῇ ὤρᾳ ταύτῃ στῆναι κατενώπιον τῆς δόξης τοῦ Ἁγίου Σου θυσιαστηρίου καὶ τὴν ὀφειλομένην σοι προσκύνησιν καὶ δοξολογίαν προσάγειν∙ Αὐτός, Δέσποτα, πρόσδεξαι καὶ ἐκ στόματος ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν τὸν τρισάγιον ὕμνον, καὶ ἐπίσκεψαι ἡμᾶς ἐν τῇ χρηστότητί σου. Συγχώρησον ἡμῖν πᾶν πλημμέλημα ἑκούσιόν τε καὶ ἀκούσιον∙ ἁγίασον ἡμῶν τὰς ψυχάς καὶ τὰ σώματα καὶ δὸς ἡμῖν ἐν ὁσιότητι λατρεύειν σοι πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς ἡμῶν∙ πρεσβείαις τῆς Ἁγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, τῶν ἀπ’ αἰῶνος σοι εὐαρέστη-σάντων.

Ὅτι ἅγιος εἶ, ὁ Θεός ἡμῶν, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρί καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεί καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

Ο ύμνος κατά τον Ιερ. Νικόλαο Καβάσιλα είναι μία σύνθεση. Το Άγιος που λέγεται τρεις φορές είναι από τον ύμνο των Αγγέλων. Από το ιερό ψαλτήριον είναι το υπόλοιπο μέρος και συγκεκριμένα από το χωρίο του Δαβίδ: «Ἐδίψισεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεόν, τὸν ἰσχυρόν, τὸν ζῶντα». Η αγία μας εκκλησία πρόσθεσε το «Ἐλέησον ἡμᾶς» για να φανερωθεί η ενότητα μεν Παλαιάς και Καινής Διαθήκης και η ενότης δε Αγγέλων και ανθρώπων μέσα στους κόλπους της.

Πράγματι πόσο υψηλό είναι το λατρεύει «κοντά» ο χοικός άνθρωπος τον Θεό με τις αγγελικές ιαχές και ευχές. Ουρανός και γη συμπορεύονται προς το Θυσιαστήριο. Η ορατή και αόρατη δημιουργία συναθροίσθησαν επί το αυτό και από κοινού πανηγυρίζουν δοξολογώντας τον Κύριο.

Κατά την διάρκεια όπου ψάλλεται, ο Τρισάγιος Ύμνος, ιερεύς και διάκονος κινούνται μεταξύ αγίας τραπέζης και αγίας προθέσεως. Μιμούνται έτσι συμβολικά τα αγγελικά τάγματα τα οποία, «ταὶς δυσί πτέρυξι πετόμενα γύρω ἀπό τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ Τὸν δοξολογοῦν ἀσιγήτοις δοξολογίας». Στην Αγ. Πρόθεση ο λειτουργός θα πει στον Κύριο που έρχεται στον κόσμο μας: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματος Κυρίου» και προς την Αγ. Τράπεζα (απέναντι βρισκόταν ο θρόνος του επισκόπου ο οποίος επέχει τον θρόνο του Θεού) και θα πει: «Εὐλογημένος εἶ ὁ ἐπί θρόνον δόξης τῆς βασιλείας σου» μία φράση από τον ύμνο των Τριών Παίδων.

Μετά το άκουσμα του τρισάγιου ύμνου (3 φορές) ο ιερεύς με πνευματική αγαλλίαση προφέρει την λέξη «ΔΥΝΑΜΙΣ» και η οποία αναφέρεται στην τρισυπόστατη και τριαδική Θεότητα την μία ΔΥΝΑΜΗ και ΕΞΟΥΣΙΑ την οποία και πάλι δοξολογούμε.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ο Ιερεύς:Πρόσχωμεν (στίχος του Προκειμένου) Σοφία ( επιγραφή του Αποστολικού αναγνώσματος) Πρόσχωμεν (ο αναγνώστης απαγγέλει την περικοπή και ο ιερεύς θυμιά) Είρήνῃ σοι τῷ ἀναγνόντι(πληρωθέντος του Αποστόλου) και ο ψάλτης: Ἀλληλούια, Άλληλούια, Ἀλληλούια.

Ήρθε ο Χριστός στη γη αλλά για τριάντα χρόνια παραμένει στην σιωπή. Ο Κύριος δεν λέει ακόμα τίποτα από την διδασκαλία του. Προηγείται ο πρόδρομος Ιωάννης, ο οποίος προετοιμάζει την οδό του Κυρίου. Πότε ο Κύριος ομιλεί μέσα στην Θ. Λειτουργία; Με τα ιερά Αναγνώσματα: το Αποστολικό και το Ευαγγελικό. Ακούμε, λοιπόν, τον αναγνώστη να μας λέγει: «ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΝ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ». Τι είναι αλήθεια το προκείμενο;

Είναι μικροί ψαλμικοί στίχοι που θα μας αποκαλύψουν τα θαύματα του Θεού. Αυτά που θα ακούσουμε. Αυτά που θα δούμε να τελούνται μέσα στην Θ. Λειτουργία αλλά και όσα συμβαίνουν στα Άγ. Μυστήρια. Τα παλαιότερα χρόνια, τα προκείμενα ήταν ολόκληρος ψαλμός και οι πιστοί τον έψαλλαν αντιφωνικά. Είναι μία τάξις που σε αρκετούς ναούςέχει επανέλθει και σκέφτομαι και εγώ να το κάνω. Η λέξη «ΠΡΟΣΧΩΜΕΝ» σημαίνει ας προσέξουμε γιατί ακολουθεί η σοφία του Θεού, η σοφία του Θείου Λόγου. Το «πρόσχωμεν» επαναλαμβάνεται και στο Ευαγ. Ανάγνωσμα. Και αυτό γιατί πρέπει να συγκεντρωθούμε και να καταθέσουμε όλες τις δυνάμεις μας, τις πνευματικές για να αντιληφθούμε όσο το δυνατόν πιο καθαρά τα κρυμμένα μηνύματα του Θείου Λόγου (πρβλ πως προσέχουμε σήμερα;).

Ακολουθεί έπειτα το ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ. Κατ’ αυτό δεν διαβάζουμε ανώνυμα κείμενα. Αλλά τις Επιστολές που έχουμε από τον ίδιο τον Απόστολο: τον Παύλο, τον Πέτρο, τον Ιωάννη, τον Ιάκωβο. Είναι δηλαδή ο Απόστολος παρών και μας ομιλεί με το στόμα του Αναγνώστου. Μας αποκαλεί αδελφούς και έτσι αρχίζουν όλοι οι Απόστολοι. Οι παλαιότεροι ερμηνευτές μας λέγουν ότι αν και δεν λέγονται Ευαγγέλιο όλοι οι Απόστολοι εν τούτοις είναι Ευαγγελικό κήρυγμα. Στους Αποστόλους είπε ο Κύριος μετά την Ανάστασή του: «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἄπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιο πάσῃ τῇ κτίση» και τα λόγια λοιπόν του Αποστόλου περιέχουν το χαρμόσυνο μήνυμα και κήρυγμα της σωτηρίας δηλαδή το «Ευαγγέλιο».

Ο Άγ. Νικόλαος Καβάσιλας ρωτά: «Γιατί δεν διαβάζεται πρώτα το Ευαγγέλιο και ύστερα το Αποστολικό Ανάγνωσμα; Γιατί εκείνα που λέγει ο Κύριος είναι τελειότερη αποκάλυψις, παρά εκείνα που λέγουν οι Απόστολοι. Και επειδή τα τελούμενα στην Θ. Λειτουργία έχουν μια προοδευτική αποκάλυψη, μια ανοδική κλιμακωτή πορεία, γι’ αυτό πηγαίνοντας από τα χαμηλά προς τα υψηλότερα έχουμε αυτή την τάξη και την σειρά».

Και ενώ στην Αγ. Είσοδο το Ευαγγέλιο ήταν κλειστό που σημαίνει ότι ο Λόγος βρίσκεται σε σιωπή τώρα τα ιερά βιβλία και των Αποστόλων και του Ευαγγελίου ανοίγουν για να δώσουν σε μας το χαρμόσυνο μήνυμα της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. Και εμείς με χαρά ετοιμαζόμαστε να δοξολογήσουμε τον Κύριο κα με ποια άλλη καταλληλότερη λέξη; Μα φυσικά το δοξολογικότατο «Αλληλούια».

ΑΛΛΗΛΟΛΟΥΙΑ – ΑΙΝΟΣ ΣΤΟΝ ΘΕΟΝ

Η λέξη «Αλληλούια» που ψάλλεται από τους ιεροψάλτες στο τέλος του Αποστολικού Αναγνώσματος σημαίνει: «Δοξολογήστε τον Κύριο» και είναι ένα επιφώνημα χαράς, ένας τρόπος για να δείξουμε την μεγάλη πνευματική μας αγαλλίαση για το επερχόμενο Ευαγγελικό μήνυμα της σωτηρίας. Είναι ένας χαιρετισμός, ένα καλωσόρισμα προς τον Κύριο που έρχεται να συναντήσει τα παιδιά Του σ’ αυτήν την λατρευτική σύναξη. Ο ιερός Νικόλαος Καβάσιλας γράφει: «Πριν από την παρουσία του Κυρίου, δεν ήταν δυνατόν να χαίρεται ο άνθρωπος, διότι μόνο ο Χριστός μας έφερε τη χαρά. Εάν κανείς στη γη χαιρόταν πριν να έλθει Εκείνος, χαιρόταν επειδή είχε μυηθεί στο μυστήριό Του. Όπως λέγει ο ίδιος ο Κύριος: «Ἀβραάμ ἠγαλλιάσαντο ἵνα ἴδῃ τὴν ἡμέρα τὴν ἐμήν καὶ εἶδε καὶ ἐχάρη».

Οι πιστοί ενώπιον του αγίου Θυσιαστηρίου βιώνουν την παρουσία του Χριστού και αγάλλονται. Όπως ακριβώς τα αγγελικά τάγματα, επειδή ακατάπαυστα δοξολογούν τον Θεό γύρω από τον Βασιλικό θρόνο, «ἐν διηνεκεῖ χαρά διατελοῦσιν, ἐν ἀϊδίῳ εὐφροσύνη, ἐν ἀγαλλιάσει ἀκαταπαύστῳ, χαίροντα, σκιρτῶντα, ἀσιγήτως δοξολογούντα». Όπως οι Άγιοι Άγγελοι, έτσι και εμείς χαιρόμαστε την παρουσία της χαράς του κόσμου, του Χριστού και αυθόρμητα ψάλλουμε: Αλληλούια, αλληλούια, αλληλούια.

Και αφού το «Αλληλούια» είναι αίνος και δοξολογία προς τον φιλάνθρωπο Θεό, αυτό σημαίνει ότι και εμείς έχουμε πολλούς λόγους, για να δοξολογούμε τον Θεάνθρωπο Χριστό και σωτήρα των ψυχών ημών:

1. Ότι γεννηθήκαμε από Ορθόδοξους γονείς και σήμερα βρισκόμαστε στην κοινή, λογική λατρεία, στην κιβωτό της εκκλησίας και όχι στο σκοτάδι της αθεΐας, της πλάνης και των αιρέσεων. ΟΧΙ ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ, αλλά μέσα στον Ναό.

2. Είναι η θυσία του Χριστού πάνω στο Σταυρό, διά μέσου της οποίας συμμετέχουμε στον θρίαμβο της Αναστάσεως και στην νίκη κατά του διαβόλου και των πονηρών πνευμάτων του.

3. Άλλος λόγος η άφεσις των αμαρτιών, η σωτηρία της ψυχής μας.

4. Το Πανάγιο Σώμα Του και το Τίμιο Αίμα Του, που μας προσφέρει ως τροφή αθανασίας.

5.… λόγος… λόγος… μύριοι λόγοι για ευχαριστία και δοξολογία του Θεού…

Όσον αφορά το θυμίαμα που γίνεται κατά το «ΑΛΛΗΛΟΥΙΑ», αυτό συμβολίζει την χάριντου Αγ. Πνεύματος και όπως το άρωμα του θυμιάματος απλώνεται σ’ όλον τον Ναό, έτσι και η χάρις των ευαγγελικών λόγων, ως άκτιστη ευωδία εισέρχεται στις ψυχές των χριστιανών, που με πολύ ευλάβεια παρακολουθούν το Ευαγγελικό ανάγνωσμα.

Πριν από το Ευαγγελικό ανάγνωσμα διαβάζουμε την ευχή: «Ἔλλαμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, φιλάνθρωπε Δέσποτα, τὸ τῆς σῆς Θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς καὶ τοὺς τῆς διανοίας ἡμῶν διάνοιξον ὀφθαλμούς εἰς τὴν τῶν εὐαγγελικῶν σου κηρυγμάτων κατανόησιν. Ἔνθες ἡμῖν καὶ τῶν μακαρίων σου ἐντολῶν φόβον, ἵνα τὰς σαρκικάς ἐπιθυμίας πάσας καταπατήσαντες, πνευματικήν πολιτείαν μετέλθωνμεν, πάντα τὰ προς εὐαρέστησιν τὴν σὴν καὶ φρονοῦντες καὶ πράττοντες. Συ γὰρ εἶ ὁ φωτισμός τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν, Χριστέ ὁ Θεός, καὶ σοι τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, σὺν τῷ ἀνάρχω σου Πατρί καὶ τῷ Παναγίω καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ σου Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεί καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν». Ο καιρός που προηγήθηκε πριν από την σάρκωση του Κυρίου ήταν καιρός σκότους. Με την σάρκωση του Χριστού ήρθε στον κόσμο το Φως το αληθινό: «Η θεία Γραφή ονομάζει συνήθως νύχτα τον καιρό πριν την ένσαρκο επιδημία του Χριστού, κατά τον οποίο… το σκότος της αγνωσίας κυριαρχούσε πάνω στη γη. Ενώ ημέρα ονομάζει τον χρόνο της επιδημίας του Σωτήρος, κατά τον οποίο φωτισθήκαμε και δεχθήκαμε στον νου μας το φως της αληθινής Θεογνωσίας και βλέπουμε πλέον με τους οφθαλμούς της ψυχής μας τον Ήλιον της δικαιοσύνης» (Κύριλλος Αλεξανδρείας).

Ζητούμε, λοιπόν, πριν την ανάγνωση του Αγ. Ευαγγελίου το φως της Θεογνωσίας, από τον Κύριο που δωρίζει μόνο αυτός στις ψυχές (πρβλ η κατανόηση όχι μόνο εγκεφαλική γνώση, περί γλώσσης). Ο Άγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς μας λέει: «ἡ γνώση ὀνομάζεται φῶς, ἐπειδή χορηγεῖται ἀπό τὸ φῶς ἐκεῖνο που δίδει ὁ Θεός». Και ο Απ. Παύλος: «Ὁ Θεός ὁ εἰπών ἐκ σκότος φῶς λάμψαι, ὅς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν προς φωτισμόν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ».

Και τι είναι η αληθινή γνώση. Είναι πρώτον το γεγονός ότι ο Θεός μας γνωρίζει ως δικούς Του και ως μετόχους της χάριτός Του. Δεύτερον ότι μας αποκαλύπτει ο Θεός από την αλήθεια Του. Με την αποκάλυψη αυτήν ο Χριστός φωτίζει τις καρδιές μας και μας συνάγει γύρω από την Ζωή. Διότι η Θεογνωσία γεννά την Ζωή. Έτσι ακριβώς θα μας το πει ο Αββάς Ισαάκ: «Τὶ ἐστίν ἡ γνώσις; - Αίσθησις τῆς ζωῆς τῆς ἀθανάτου».

Συνεχίζοντας όμως η ευχή μας λέει και κάτι άλλο πολύ σημαντικό. Για να εισέλθουμε στην χαρά του Κυρίου μας πρέπει, να καταπατήσουμε τις σαρκικές επιθυμίες.

Γνωρίζουμε και από την Ευαγγελική περικοπή ότι ο άνθρωπος, ο οποίος είναι φίλος των ηδονών, αρνείται την πρόσκληση του Κυρίου να συμμετάσχει στο Δείπνο της αγάπης Του. Διότι «όταν ανθρώπινος νους ρέπει προς την φιληδονία, είναι ανίσχυρος και αδύνατος στο έργο του Θεού. Ο νους που είναι φίλος των ηδονών του κόσμου δεν συμμετέχει στην Θεία και ουράνιο εορτή». Εξάλλου, «ο Θεός Πατήρ δεν δίνει στους ακαθάρτους το χάρισμα να γνωρίζουν καλά τον Χριστό, ούτε προσφέρει την ωφελιμότατη Χάρη του Αγ. Πνεύματος σε όσους μελέτησαν να παρεκκλίνουν σε άτοπες ατασθαλίες∙ διότι δεν πρέπει να χύνεται το πολύτιμο μύρο στο βόρβορο».

Εάν προχωρήσουμε νικηφόρα σ’ αυτόν τον τομέα μας δίδεται η δυνατότητα να ακολουθήσουμε «πνευματική πολιτεία» και να γνωρίσουμε τον Φιλάνθρωπο Κύριο. Καταπατώντας την ύλη προτιμάμε το πνεύμα και ο Θεός ως πνεύμα έτσι «πλησιάζεται» και «ψηλαφίζεται» και γίνεται «γνωστός» στους ανθρώπους. Και από τον φωτισμό των ψυχών μας ας περάσουμε στον φωτισμό των λαμπάδων και των καντηλιών και των λύχνων που κάνει χρήση η εκκλησία μας σήμερα. Ας παρακολουθήσουμε την ερμηνεία όλων αυτών όπως την δίνουν δύο μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας:

Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει, ότι για έξι λόγους ανάβουμε λαμπάδες στον Ναό: «Πρῶτον, εἰς δόξαν Θεοῦ τοῦ άληθινοῦ φωτός τοῦ φωτίζοντος πάντα ἄνθρωπον. Δεύτερον, πρὸς δίωξιν τοῦ σκότους τῆς νυκτός καὶ παρηγορίαν… Τρίτον, εἰς σημεῖον χαρᾶς καὶ εὐφρούνης… Πέμπτον, αἱ ἀναπτόμεναι λαμπάδες… αἰνίττονται τὸ φῶς τῶν καλῶν ἡμῶν ἔργων… Καὶ ἕκτον διὰ τὴν συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν τῶν ταύτας (τὰς λαμπάδας) προσφερόντων».

Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος γράφει: «Αἱ λαμπάδες ὁποῦ ἀνάπτεις, σοῦ φανερώνουν τὸ νοητόν φῶς. Ἐπειδή καθώς ἡ ἐκκλησία λάμπει ὅλη ἀπό τὰς πολλάς λαμπάδας, τέτοιας λογῆς καὶ ὁ οἶκος τῆς δικῆς σου ψυχῆς, ὁποῦ εἶναι τιμιώτερος ἀπό τὴν ἐκκλησίαν, πρέπει νὰ λάμπει ὅλος νοητῶς… Τὸ πλῆθος τῶν κανδηλίων ὁποῦ εἶναι ἀναμμένα, σημαίνουν τοὺς φωτεινούς λογισμούς, ὁποῦ πρέπει νὰ λάμπουν εἰς ἐσέ, ὡσάν τὰ κανδήλια καὶ νὰ μὴν μείνῃ κανένας λογισμός σκοτεινός εἰς τὴν οἰκίαν τῆς ψυχῆς σου, ἀλλά ὅλοι νὰ εἶναι ἀναμμένοι καὶ νὰ λάμπουν μὲ τὸ φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».

Μα όσα τώρα λέγουν οι Πατέρες της εκκλησίας επιβεβαιώνουν και οι Πράξεις των Αποστόλων που μας πληροφορούν ότι, όταν ο Απόστολος Παύλος επισκέφθηκε την Τρωάδα και μαζεύτηκαν οι Χριστιανοί την Κυριακή για την Θ. Λειτουργία, άναβαν λαμπάδες πολλές στο χώρο της συνάξεως.

Στην Θ. Λειτουργία ο Χριστός έρχεται ως «Νυμφίος ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός» της ζωής αυτής. Ο ίδιος μας έδωσε εντολή να τον περιμένουμε με αναμμένα τα λυχνάρια μας: «ἔστωσαν ἡμῶν… οἱ λύχνοι καιόμενοι». Η εκκλησία πάντοτε μας προτρέπει να είμαστε λαμπαδηφόροι, φωτεινοί, γεμάτη χάρη και φως. Ιδιαιτέρως μας φωνάζει κατά την ημέρα του Πάσχα: «Προσέλθωμεν λαμπαδηφόροι τῷ προϊόντι Χριστῷ ἐκ τοῦ μνήματος ὡς Νυμφίῳ∙ καὶ συνεορτάσωμεν ταῖς φιλεόρτοις τάξεσι πάσχα Θεοῦ τὸ σωτήριον».

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Διαβάζοντας ο ιερεύς την ευαγγελική περικοπή δανείζει το στόμα του στον Λόγο, για να ακούσουν οι πιστοί τον Λόγον. Έτσι αντί του λειτουργού βλέπουμε τον Χριστό και από το στόμα του ακούμε την φωνή Του. Και ακούνε οι πιστοί αυτή την μακαρία φωνή και τον ακολουθούν «ὅτι οἴδασι τὴν φωνήν Αὐτού» παρόλο που έχουν περάσει αιώνες από την κατά σάρκα παρουσία Του. Μας λέγει ο Λειτουργός: «Σοφία ορθοί». Και δεν μας το λέει για να σηκωθούμε μόνο από τις θέσεις μας –είναι βεβαίως και αυτό σχήμα ευλαβείας– αλλά να στείλουμε την διάνοιά μας υψηλότερα για να ομιλήσουμε κατά κάποιον τρόπο με τον Θεό. Και η συνομιλία αυτή δεν πρέπει να γίνει με ραθυμία αλλά με ζήλο και με ευλάβεια. Η μεγαλύτερη ευκαιρία για τον πονηρό είναι να μας κλέψει τον ευαγγελικό λόγο με την ραθυμία μας. Ο χώρος που μας οδηγεί το ιερό ανάγνωσμα είναι η πολιτεία της ουρανίου βασιλείας. Και ο Ευαγγελιστής του οποίου το όνομα ακούγεται γίνεται οδηγός σ’ αυτήν την πορεία. Ας εισέλθουμε λοιπόν σ’ αυτήν την νίψη και εγρήγορση.

Η ιερατική ευλογία στο «ειρήνη πάσι» μας λέγει ο Άγ. Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης, είναι αυτή η πραγματική ευλογία του Χριστού. Και όντως γιατί είναι η τελευταία εικόνα που άφησε ορατά ο Χριστός για μας στον κόσμο. Στην αγία Ανάληψή του καθώς ευλογούσε τους αποστόλους «διέστη ἀπ’ αὐτῶν» και «ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανον». Έτσι και ο ιερεύς την θεανθρώπινη αυτή ευλογία μας μεταβιβάζει που είναι γαλήνη και ειρήνη στον ψυχικό μας κόσμο. Μόνο έτσι, μ’ αυτήν την πνευματική εσωτερική κατάσταση αποκτούμε τις προϋποθέσεις να πλησιάσουμε τον ευαγγελικό λόγο.

Δεχόμενος ο λαός αυτή την σπουδαιότατη ευλογία εύχεται «καὶ τῷ πνεύματί σου» δηλαδή και ο λειτουργός και ποιμένας και πατέρας του να έχει την ανάλογη κατάσταση μακριά από τον θόρυβο και την ταραχή που μπορούν να σκοτίσουν τον ανθρώπινο νου. «Εάν λοιπόν ετοιμάσουμε έτσι την διάνοιά μας, ώστε να υπομείνει όλες τις θλίψεις με ευκολία, δεν θα υπάρχει για μας βαρύ χειμωνιά, ούτε θαλασσοταραχή, αφού πάντα θα υπάρχει αδιατάρακτη γαλήνη».

Και τι ονομάζουμε άραγε ευαγγέλιον; τον λόγον εκείνο που αποκαλύπτει στους ανθρώπους το μυστήριο της Θείας Οικονομίας. Διότι αυτός ο λόγος είναι χαρούμενη αγγελία (ευ + αγγελία = καλή αγγελία, είδηση) ότι ο Θεός κατέβηκε στη γη για να σώσει τον άνθρωπο.

«Ἰδού εὐαγγελίζομαι, ἡμῖν χαράν μεγάλην… ὅτι ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον Σωτήρ, ὄς ἐστί Χριστός Κύριος». Και τι μπορεί να εξισωθεί μ’ αυτήν την χαρά ρωτά με θαυμασμό ο Ιερός Χρυσόστομος… «Ὁ Θεός στὴν γη, ὁ ἄνθρωπος στὸν οὐρανό. Ὅλα συνενώθηκαν: οἱ Ἄγγελοι ἐχόρευαν μαζί μὲ τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ἄνθρωποι συμμετεῖχαν στὴν ζωή τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν ἄλλων ἐπουρανίων Δυνάμεων. Καὶ ἦταν δυνατόν νὰ ἰδεῖς τὸν πολυχρόνιο πόλεμο εἰρηνευμένον, τὴν συμφιλίωση τοῦ Θεοῦ με τοὺς ἀνθρώπους, τον Διάβολον ἐντροπιασμένον, τοὺς δαίμονες νὰ δραπετεύουν, τὸν θάνατο νὰ ἔχει καταργηθεῖ, τὸν Παράδεισο νὰ ἀνοίγεται, τὴν κατάρα νὰ ἐξαφανίζεται, τὴν ἀμαρτία νὰ φεύγει ἀπό τὴν μέση, τὴν πλάνη νὰ ἔχει ἐκδιωχθεῖ, τὴν ἀλήθεια νὰ ἔχει ἐπανέλθει, τὸν λόγο τὴς εὐσεβείας νὰ σπείρεται παντοῦ καὶ νὰ καρποφορεῖ πλούσια, τὴν ζωή του ούρανοῦ νὰ ἔχει φυτευθεῖ στὴν γῆ».

Και όλα αυτά τα αγαθά αναλογίζονται οι πιστοί και πριν ακόμη αρχίσει καν το ευαγγελικό ανάγνωσμα, δοξολογούν με ευγνωμοσύνη τον Κύριο: «Δόξα σοι Κύριε, δόξα σοι» και η ίδια δοξολογία σφραγίζει και το τέλος του αναγνώσματος.

Υπάρχουν ακόμη δύο πολύ καλές συνήθειες από τις οποίες αποδεικνύεται η ευλάβεια και ο σεβασμός προς την ευαγγελική ανάγνωση αλλά και προς το ίδιο το ευαγγέλιο. Η πρώτη είναι ότι όταν οι πιστοί εισέρχονται στον Ναό σταματούν στον Νάρθηκα και δεν προχωρούν γιατί αναγιγνώσκεται το άγιο ευαγγέλιο. Ούτε καν για κερί δεν κινούνται. Μετά το πέρας εισέρχονται στον κυρίως ναό. Και η δεύτερη πολλές φορές μητέρες με τα βρέφη τους γονατίζουν κάτω από το ιερό ευαγγέλιο που κρατάει και διαβάζει ο ιερεύς. Είναι σαν να πέφτουν πάνω τους τα λόγια του ευαγγελίου, να τους δροσίζουν, να τους ζωογονούν και να λαμβάνουν δύναμη, την δύναμη του Χριστού που έβγαινε απ’ αυτόν και «ἰᾶτο πάντας» (πρβλ τάξη εωθινού ευαγγελίου).

Έπειτα από την ανάγνωση του Θ. Ευαγγελίου υπάρχει η συνήθεια από τους Αποστολικούς χρόνους να γίνεται το Θείο Κήρυγμα που εξηγεί το ευαγγέλιο και άλλα σπουδαία θέματα.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων (555-619 μ.Χ.) διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας την τελευταία δεκαετία της ζωής του.

Τότε λοιπόν, μερικοί ανευλαβείς χριστιανοί είχαν την εξής κακή συνήθεια. Μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου, στη Θεία Λειτουργία, έβγαιναν από την εκκλησία και άρχιζαν την κουβέντα (ήταν η ώρα που γινόταν το κήρυγμα!). Έμπαιναν πάλι μέσα στο Χερουβικό Ύμνο. Βλέποντας αυτήν την κατάσταση, που παρέμενε αδιόρθωτη, ο Άγιος Ιωάννης, βγήκε κάποια φορά και αυτός έξω, ντυμένος την αρχιερατική στολή, και κάθισε μαζί τους! Μόλις τον είδαν εκείνοι, εξεπλάγησαν. Τους λέγει τότε ο Άγιος:

-Μην απορείτε. Όπου είναι τα πρόβατα, εκεί πρέπει να είναι και ο ποιμένας… Ή πηγαίνουμε όλοι μέσα ή και εγώ κάθομαι μαζί σας έξω. (πρβλ σχετικά και με την αξία του Θείου Λόγου), (το παράδειγμα από την μεταστροφή του ρώσου γελωτοποιού, του Λάκη Λαζόπουλου της εποχής εκείνης…).

ΕΚΤΕΝΗΣ ΔΕΗΣΙΣ (ΚΑΤΗΧΟΥΜΕΝΑ)

Μετά το ευαγγελικό ανάγνωσμα και το κήρυγμα ακολουθεί αμέσως η «ΕΚΤΕΝΗΣ ΔΕΗΣΙΣ» που είναι μία επίμονη και θερμή παράκληση προς τον Θεό για όλους τους πιστούς, τους ζώντας και κεκοιμημένους και περιλαμβάνει συνολικά έξι αιτήσεις.

«ΕΙΠΩΜΕΝ ΠΑΝΤΕΣ ΕΞ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΕΞ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΝΟΙΑΣ ΗΜΩΝ ΕΙΠΩΜΕΝ»

Ο Κύριος μας κατά την προσευχή του λίγο πριν το πάθος Του στον κήπο της Γεσθημανής προσευχήθηκε και κατά τέτοιο τρόπο ώστε ο Ιδρώτας Του σαν στάλες από αίμα και έπεφταν στην γη και στα δέντρα. Έτσι και εμείς θα πρέπει να προσευχόμαστε. Ο ψυχικός μας κόσμος να είναι στραμμένος προς την μεγαλειώδη θυσία του διδασκάλου μας. Εξ’ όλης ψυχής και εξ’ όλης της διανοίας, μας προτρέπει ο ιερεύς αλλά πόσοι από εμάς συγκινούμαστε για να το πραγματοποιήσουμε; Δυστυχώς σωματικά είμαστε παρόντες, πνευματικά όμως απόντες και με τα νεύρα της ψυχής «ἐν ὑπνώσει», σε νάρκη.

«ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΗΜΩΝ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ, ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΩΝ, ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΩΝ, ΜΟΝΑΧΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΖΟΥΣΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΗΜΩΝ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ».

Δύο ερμηνείες μπορούμε να δώσουμε σ’ αυτήν την αίτηση.

  • Η πρώτη ότι θεωρεί ως εν Χριστώ αδελφότητα όλο το σώμα των ποιμένων (δηλ. Πατριάρχες, μητροπολίτες, αρχιεπίσκοποι, επίσκοποι, ιερείς, διάκονοι) και όλους τους μοναχούς που συνδέονται μεταξύ τους με την αληθινή και ανόθευτη πίστη την Ορθόδοξο. 
  • Η δεύτερη και η οποία χρήζει ανάλυση έχει σχέση με την έλευση του Θεανθρώπου στον κόσμο. Ο Ιησούς Χριστός αγκάλιασε τον ταπεινό και καταφρονημένο άνθρωπο και τον ονόμασε αδελφό Του «Ὄστις γὰρ ἄν ποιήσῃ τὸ θέλημα τοῦ Πατρός μου τοῦ έν ούρανοῖς, αὐτός μου ἀδελφός καὶ ἀδελφή…». Και αν εξετάσουμε στην ελληνική γλώσσα είναι εκείνος που γεννιέται από την ίδια μάνα. Σύμφωνα όμως με το κήρυγμα του ευαγγελίου είμαστε όλοι πνευματικά αδέλφια γιατί έχουμε μία κοινή Μητέρα, την Μητέρα-Εκκλησία όπου έχει την Αγ. Κολυμβήθρα και σαν κοιλιά μας εξάγει όλους στον κόσμο της αληθινής Πίστεως. Μέσα στην Εκκλησία, λοιπόν, δεν πρέπει να υπάρχουν ξένοι. Πρέπει να στενεύουν και να συγγενεύουν οι επαφές μας. Να δίνουμε το χαιρετισμό της αγάπης με αλήθεια και όχι υποκρισία. Οι διακρίσεις καταργούνται… φτωχοί και πλούσιοι, εφοπλιστές, καθηγητές Πανεπιστημίου, αγράμματοι, βιομήχανοι, εργάτες όλοι μα όλοι μέσα στον Ναό είμαστε ίσοι. Και βέβαια καθόμαστε όλοι στο ίδιο το τραπέζι. Γύρω από το ίδιο πνευματικό έδεσμα. Μαζί με Αποστόλους, Προφήτες, Μάρτυρες, και γινόμαστε «σύναιμοι Χριστού». Και αυτή η ενότητα δεν μένει μέσα στον Ναό αλλά συνεχίζεται και κοινωνικά χωρίς βεβαίως υστεροβουλία. Αυτή είναι και η πρωτοχριστιανική κοινότητα, αυτή είναι η κεντρική ιδέα και να πως το αναφέρουν οι Πράξεις των Αποστόλων: «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχή μία, καὶ οὐδέ εἶς τὶ τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ’ ἦν αὐτοῖς ἄπαντα κοινά». Την λέξη «αδελφότητα» χρησιμοποίησαν και την καπηλεύτηκαν πολλοί, ομάδες ανθρώπων, έθνη, ακόμα και επαναστάσεις, όπως η Γαλλική, που είχε σύνθημα το τρίπτυχο: αδελφοσύνη – ισότητα – ελευθερία. Ωραίο το τρίπτυχο αλλά μακριά από τον Χριστό… τα πάθη δεν βγαίνουν με θεωρίες… γιατί όποιος δεν τα δεχόταν υπήρχε η απειλή της λαιμητόμου«ἐν Χριστῷ» αυτή είναι η διαφορά. Δεν υπήρχε, δεν υπάρχει άρα εκλείπουν και τα κίνητρα εκείνα που εμπνέουν την ανιδιοτέλεια και την ειλικρινή αγάπη. Μ’ αυτήν την «ἐν Χριστῷ» αγάπη και τον σύνδεσμο έζησαν οι μάρτυρες έχοντας:
  • μια Πίστη
  • ένα Βάπτισμα
  • ένα Δόγμα
  • μία κοινή Θεία Λατρεία…
  • ένα κοινό Αγώνα.. και μ’ αυτόν τον σκοπό πάλεψαν εναντίον των τυράννων και ηγεμόνων εφαρμόζοντας το Κυριακό Λόγο: «Λέγω δὲ ἡμῖν τοῖς φίλοις μου∙ μὴ φοβηθῆτε ἀπό τῶν ἀποκτενόντων τὸ σώμα, καὶ μετά ταῦτα μὴ ἐχόντων περισσότερον τι ποιήσαι». Να φοβάσται αυτούς που διαθέτουν δύναμη να ξεριζώσουν την πίστη σας από την καρδιά σας. Που με πονηρία, ψεύδος και κολακεία θα προσπαθήσουν να σας διαστρέψουν. Έρχονται δύσκολοι καιροί: «ὥστε πλανῆσαι εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς». Γι’ αυτό χρειάζεται να διαθέτουμε μεταξύ μας συνδέσμους πνευματικούς. «Ὑπέρ πάσης ψυχῆς ταὴς ἐν Χριστῷ ἀδελφότητος».

«ΕΤΙ ΔΕΟΜΕΘΑ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΜΑΚΑΡΙΩΝ ΚΑΙ ΑΟΙΔΙΜΩΝ ΚΤΙΤΟΡΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΟΥΤΟΥ ΚΑΙ ΥΠΕΡ ΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΑΝΑΠΑΥΣΑΜΕΝΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΑΔΕΛΦΩΝ ΗΜΩΝ, ΤΩΝ ΕΝΘΑΔΕ ΕΥΣΕΒΩΣ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ».

Με την δέηση αυτή ο ιερεύς μας προτρέπει να προσευχηθούμε πρώτα για τους κτήτορες του ιερού ναού αλλά και για όλους τους κεκοιμημένους αδελφούς μας που πέθαναν με ευσέβεια. Υπάρχει σώμα υπάρχει και ψυχή. Υπάρχει ζωή, υπάρχει και θάνατος. Υπάρχει θάνατος σωματικός και θάνατος ψυχικός. Το σώμα μας κρύβει μέσα το φοβερό μικρόβιο της φθοράς και της θνητότητας. Ο Θάνατος είναι συνέπεια της πτώσεως των πρωτοπλάστων. Το σώμα ύστερα από τον θάνατο, τον χωρισμό του από την ψυχή, φθείρεται αλλά δεν καταστρέφεται. «Γη εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσει». Και όπως αυτά τα υλικά είναι διασκορπισμένα στη φύση έτσι θα έρθει πάλι η ημέρα που με εντολή του Παντοδύναμου Θεού θα ενωθούν όλα αυτά τα στοιχεία και θα συνθέσουν νέα σώματα μακριά από την φθορά. Και μια και μιλάμε για τον θάνατο, για το σώμα και την ψυχή καλό είναι να δούμε μερικά στοιχεία

  • Τι γίνεται η ψυχή, από την στιγμή που θα πεθάνει μέχρι την ανάσταση των νεκρών;
  • Που βρίσκεται;
  • Κατά την έξοδό της τι αντιλαμβάνεται; τι περνά;
  • Μπορεί να βοηθηθεί η ψυχή ενός ανθρώπου, όταν πεθάνει;

Μετά τον θάνατο η ψυχή μεταφέρεται σε μία άλλη κατάσταση, σε μία άλλη πραγματικότητα. Είναι η λεγόμενη ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ και λέγεται έτσι γιατί δεν έχει γίνει η τελική κρίση και κατάταξη των κεκοιμημένων. Καθολικό φαινόμενο ο Θάνατος∙ «ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἄπαξ ἀκολουθεῖν, μετά δε τοῦτο κρίσις» (Εβρ. 9,27). Και ανάλογα με το τι επέλεξαν στην ζωή τους να ακολουθήσουν θα έχουν μια πρόγευση σ’ αυτήν την μέση κατάσταση.

Οι παπικοί έχουν πέσει σε μεγάλα λάθη, πλάνες και δογματικές παρατυπίες. Διαστροφές τρομερές όπως το «καθαρτήριο πυρ», τα συγχωροχάρτια και αξιομισθίας των έργων, πράγματα που η εκκλησία έχει απορρίψει. Με βάση την παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου η εκκλησία βεβαίως καις τις μαρτυρίες της Αγ. Γραφής, τους λόγους των Θεόπνευστων Πατέρων μπορεί και δογματίζει περί αυτών των θεμάτων και ας συνοψίσουμε μερικά στοιχεία.

1. Δεν είναι δυνατόν να επικοινωνήσουν εκείνες που προγεύονται τον Παράδεισο, μ’ εκείνες που προγεύονται την κόλαση. Μεταξύ τους υπάρχει μέγα και αγεφύρωτο χάσμα.

2. Στην μέση κατάσταση οι ψυχές έχουν συναίσθηση του ποιες είναι, δηλαδή της προσωπικότητάς τους.

3. Έχουν μνήμη της πρότερης τους ζωής γι’ αυτό υποφέρουν και χαίρονται. Οι αμετανόητες ψυχές στρέφονται με μίσος εναντίον του Θεού όπως και ο διάβολος γιατί τον θεωρούν υπεύθυνο για την φοβερή κατάστασή τους. Η αγάπη του Θεού λειτουργεί ως κόλαση για τους αμαρτωλούς και ως ευφροσύνη και ανέκφραστο χαρά για τους δίκαιους.

4. Ενθυμούνται οι ψυχές τους δικούς τους ανθρώπους πάνω στη γη, γονείς αδέλφια, συγγενείς, φίλους…

5. Στην κατάσταση αυτή δεν είναι δυνατή η μετάνοια. Οι ψυχές εκεί δεν μπορούν να μετανοήσουν! «Ἐν δε τῷ Ἄδῃ τὶς ἐξομολογίσεταί σοι;» - «Ἐν τῷ Ἄδῃ οὐκ ἔστι μετάνοια» (Ψαλμός 6ος). Και ενώ μεταξύ τους δεν μπορεί να γίνει αλληλοβοήθεια η άπειρος ευσπλαχνία του Θεού τις βοηθάει με δύο τρόπους μέχρι την Δευτέρα Παρουσία:

α) Η επουράνιος Εκκλησία των Αγγέλων και των Αγίων δέχεται τις παρακλήσεις μας για τους ζώντες και τους κεκοιμημένους και τις μεταφέρει μεσιτεύοντας για μας στον Θεό. Παρακαλούμε έναν Άγιο για κάτι… παίρνει την παράκλησή μας «αγκαλιά» και την μεταφέρει στον Θεό.

β) Εμείς που αποτελούμε την επί γης Στρατευόμενη Εκκλησία, όντας ενωμένοι με τους προαπελθώντας αδελφούς στο ΕΝΑ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, παρακαλούμε και τελούμε γι’ αυτούς ειδικά:

  • την Θ. Λειτουργία
  • τα ιερά μνημόσυνα
  • τα τρισάγια
  • τα κομποσκοίνια, τις μετάνοιες
  • τις ελεημοσύνες

Όλα αυτά τελεί η Εκκλησία σαν μητέρα φιλόστοργη. Οι μερίδες που βγαίνουν από το «κατακλαστόν» θα πέσουν μέσα στο Άγ. Ποτήριο στο Σώμα και Αίμα του Κυρίου. Ο ιερεύς θα πει: «Ἀπόπλυνον, Κύριε, τὰς ἀμαρτίας τῶν ενθάδε μνημονευθέντων δούλων σου, ζώντων και τεθνεώτων τῷ Αἴματί Σου τῷ Ἁγίῳ, πρεσβείες της Παναχράντου σου Μητρός καὶ πάντων τῶν Ἁγίων. Ἀμήν». Όμως όλα αυτά τα όπλα που δίνει η Εκκλησία για ποιους ανθρώπους είναι; Μπορούν ανεξάρτητα να ευεργετηθούν όλοι; Δείτε και ακούστε λοιπόν:

  1. Για τους εν «πίστει τελειωθέντας» Ορθοδόξους Χριστιανούς.
  2. Για εκείνους που μετανόησαν «τελευταία στιγμή» και είπαν ένα «ήμαρτον», «Κύριε Ελέησον», «Θεέ μου, συγχώρεσε με», «Παναγία μου, βοήθησε με», «Έλεος Κύριε» και ποιος ξέρει τι άλλο έχουν νιώσει και έχουν πει άνθρωποι στην τελευταία τους στιγμή. Και εδώ γεννούνται τα μεγάλα ηθικά και πνευματικά διλλήματα για την περίπτωση του «κλινικά νεκρού» και πότε ένας άνθρωπος δεν επικοινωνεί με τον Θεό ή το περιβάλλον.
  3. Για τους Ορθοδόξους που πέθαναν και μετανόησαν οσιακώς..
  4. Για όσους μνημονεύουμε μέσα στην Θ. Λειτουργία (ιερείς που κράταγαν χρόνια ονόματα). 

Ενδιαφέρον έχει η ομολογία του Πέτρου του Μογίλα και η οποία είναι παρήγορη για τους κεκοιμημένους αδελφούς μας: «Πολλοί ελευθερώνονται, γράφει, από τα δεσμά του Άδου όχι με μετάνοια και εξομολόγηση δική τους, αλλά με τις ελεημοσύνες των ζώντων, με τις προσευχές που γίνονται γι’ αυτούς από τους δικούς τους, ιδιαιτέρως δε με την αναίμακτη θυσία, που κάθε μέρα προσφέρει η εκκλησία».

Την ανάλογη παρηγοριά και ακόμη μεγαλύτερη μας δίνει και ο Άγ. Συμεών Θεσσαλονίκης: «κατ’ αὐτήν οὗτοι διά τῆς ἐν τῷ δισκαρίῳ αύτῷν ἀφράτως μετέχουν τοῦ Θεοῦ, ἀποπλένονται, τῷ Αἵματι τῷ Ἁγίῳ καὶ κοινωνοῦν… καὶ παρακαλοῦνται.. καὶ εὐφραίνονται ἐν Χριστῷ». Πόση παρηγοριά δίνουν τα λόγια των αγίων και ενάρετων ανδρών για όλους εμάς και τους συγγενείς κεκοιμημένους αδελφούς μας…

Γνωρίζουμε όμως ποιες είναι οι τακτικές μας υποχρεώσεις, που έχουμε για κάθε νεκρό δικό μας; τι πρέπει υποχρεωτικά όπως θα δούμε να κάνουμε για καλό της ψυχής που έφυγε;

  • Τα τριήμερα: που γίνονται προς τιμήν της Αγ. Τριάδος η εις ανάμνηση της τριημέρους παραμονής του Κυρίου στον Άδη.
  • Τα εννιάμερα: που γίνονται προς τιμήν των 9 ταγμάτων των αγγελικών, με την ευχή όπως η ψυχή του κεκοιμημένου συγκαταριθμεί μεταξύ των αγγέλων.
  • Τα σαράντα: τελούνται εις ανάμνηση του πένθους του λαού του Ισραήλ για τον θάνατο του Μωϋσέως και για την τεσσαρακονθήμερο παραμονή του Κυρίου επί της γης μετά την Ανάστασή Του μέχρι και την ανάληψη.
  • Για το ετήσιο: δεν υπάρχει κάποιος συμβολισμός αλλά είναι υποχρεωτικό να τελείται.

Τα ονόματα των κεκοιμημένων κατά την τέλεση της Θ. Λειτουργίας μνημονεύονται στην Αγ. Πρόθεση (1), στην Εκτενή Δέηση (2), αμέσως μετά τον Καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων (3), όταν ρίπτονται οι μερίδες μέσα στο Αίμα του Κυρίου (4). Αυτή είναι η μεγάλη ωφέλεια της Θ. Λειτουργίας για τα παιδιά του Θεού που έχουν φύγει από την πρόσκαιρη ζωή. Και δεν σταματούν οι ιερείς που μνημονεύουν ασταμάτητα όλους όσους γνωρίζουν και τους έχουν παρακινήσει. Έχουν όλες οι ψυχές ανάγκες από τις ευχές της εκκλησίας και τις δικές μας. Κάποτε ρώτησαν τον πνευματικό π. Σάββα τον περίφημο Αγιορείτη γιατί μνημονεύει τόσα πολλά ονόματα… να τι άφησε ως απάντηση μετά την κοίμησή του:

«Και αφού τα εμνημόνευσα τας 39 ημέρας, την ημέρα όπου θα εγένοντο 40, ακουμβών εις το αναλόγιον και περιμένων να έλθη ο Γέροντάς μου να πάρω «καιρόν» δια να λειτουργήσω, απεκοιμήθην και βλέπω εις τον ύπνον μου ότι ήμιν φορεμένος την ιερατικήν μου στολήν άπασαν και ιστάμενος έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης. Και ήτο επάνω της Αγίας Τραπέζης ο Άγιος Δίσκος της Λειτουργίας γεμάτος με το Αίμα του Χριστού.

Βλέπω και έρχεται ο παπα Στέφανος (όχι εγώ βέβαια) και παίρνει το χαρτί από την Προσκομιδήν και την Λαβίδα και ήλθεν εις την Αγίαν Τράπεζαν και βάζει το χαρτί (με τα 62 ονόματα) επάνω, κοντά εις τον Άγιον Δίσκον και βουτά την Λαβίδα εις το Αίμα του Χριστού και σβήνει ένα όνομα. Και πάλιν βουτά και σβήνει, έως όπου ετελείωσαν όλα και εκαθάρισε το χαρτί.

Εξύπνησα κι εγώ και ήλθεν και ο Γέροντάς μου και τω είπον και μου είπε: «Δεν σοι είπα να μην πιστεύεις όνειρα;» Και μετά την Λειτουργίαν μοι είπε: «Εσύ δεν είσαι άξιος να συγχωρεθούν αι αμαρτίαι εκείνων. Με την πίστιν έλαβον την άφεσιν των αμαρτιών, δια τούτο και σβήνεται το όνομα».

Αυτή είναι η αιτία που μνημονεύω τα ονόματα όλων.

Στο τέλος, πριν απ’ την κοίμησή του, σκέφθηκε πως δεν έπρεπε να κρατήσει μυστική την αποκάλυψη. Την κατέγραψε και την άφησε στα χειρόγραφά του. Το 1925 ανακατεύοντας τα χαρτιά του ο πατήρ Ιωάννης Σπετσιέρης, την βρήκε και την αντέγραψε. Θα την αναφέρουμε ακριβώς όπως είναι γραμμένη:

Πρὸς τοὺς ἐρωτῶντας πόθεν παρακινηθείς μνημονεύω κατ’ ὄνομα καὶ ἐξάγω μερίδας εἰς τὴν Προσκομιδήν, εἰς τὰς καθ’ ἑκάστην ἐκτελουμένας Λειτουργίας.

Κατά τὸ 1843 ἔτος, ἀπό τῶν Ἰβήρων ἤλθομεν εἰς τὴν Μονήν τοῦ Διονυσίου, ἡσυχάζοντες ἄνωθεν τῆς Μονῆς εἰς τὸ Κάθισμα, ἔχον Ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, ἡ ὁποία ἦτο παλαιά καὶ εἶπεν ὁ Γέροντάς μου τῷ Ἡγουμένῳ καὶ τὴν ἀνεκαίνισεν ἐκ θεμελίων.

Καὶ ἦλθεν ὁ ἀρχιερεύς νὰ τὴν ἐγκαινιάσῃ. Τὸ ἑσπέρας ἦλθεν εἷς ἱερομόναχος τῆς Μονῆς καὶ ἔρραψε τὰς ποδιάς τῆς Θείας Τραπέζης καὶ τῆς Προσκομιδῆς καὶ ἔβρασε τὰ μίγματα, τὰ ἀπαραίτητα διὰ τὰ ἐγκαίνια. Τὸ πρωί, μετά τὰ ἐγκαίνια καὶ τὴν Λειτουργίαν εἶπε πρὸς τὸν Γέροντά μου: «Παρακαλῶ νὰ δώσης μερικά ὀνόματα τοῦ παπα Σάββα, ἐπειδή κάμνει κάθε ἡμέραν Λειτουργίαν, νὰ τὰ μνημονεύη 40 ἡμέρας εἰς τὴν Προσκομιδήν». Καὶ τοῦ εἶπε. «Δῶσε του ὅσα θέλεις». Καὶ ἔγραψεν ὁ ἀρχιερεύς εἰς ἕνα χαρτί 62 ὀνόματα καὶ εἰς τὸ τέλος ἔγραψε καὶ ὅσα ἔδωκεν ἐλεημοσύνην τὸν παπα Στέφανον».

Ας δούμε όμως και λίγα για το σιτάρι που βράζουμε το λεγόμενο «κόλλυβο»:

Στα μνημόσυνα και τα ψυχοσάββατα προσφέρονται κόλλυβα, τα οποία συμβολίζουν την ταφή και την ανάσταση. Καθώς το στάρι σπείρετε στη γη, θάβεται και σαπίζει, ύστερα όμως αναστήνεται φορτωμένο με καρπό, έτσι θα αναστηθούν και τα σώματα των κεκοιμημένων. Καλό θα είναι και εμείς από μέσα μας να μνημονεύουμε ονόματα νεκρών. Όσων θυμόμαστε και μπορούμε και αυτό να το κάνουμε αμέσως μετά τον Καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, την ώρα όπου ψάλλετε το «ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ». Εκείνη την ώρα οι ιερείς μνημονεύουν ονόματα και συγχρόνως και εμείς τα ενώνουμε με τα άλλα και τα στέλνουμε στον Θρόνο του Θεού.

Πολύ ωφέλεια προξενούν και τα κομποσκοίνια και οι μετάνοιες υπέρ των κεκοιμημένων και ιδίως για τους ανθρώπους που βρίσκονται στον ρόγχο του θανάτου. Αλλά και όταν βρισκόμαστε στο ξενύχτι ενός άρτι κοιμηθέντος νεκρού ας μην το ρίχνουμε στο κουτσομπολιό, στους καφέδες και τα κονιάκ(!) αλλά στο διάβασμα του ιερού ψαλτηρίου, της Αγ. Γραφής, στα κομποσκοίνια και στην προσευχή. Όλες αυτές οι δεήσεις θα ωφελήσουν και τον νεκρό αλλά και ανάλογη βοήθεια σε μας όταν θα έρθει η σειρά μας…

Ανάγκη, λοιπόν, έχουν όλοι οι κεκοιμημένοι αδελφοί μας. Από προσευχές, λειτουργίες και εκτενείς δεήσεις για ανακούφιση και παρηγοριά. Αρκετά σημαντικά είναι και όσα μας λέγει ο Αγιότατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων Δοσίθεος στην περισπούδαστη ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ: «Ἐκεῖνοι ἀπό τοὺς Χριστιανούς, που ἔπεσαν καὶ σὲ θανάσιμα ἀκόμα ἀμαρτήματα, ἀλλά δὲν πρόλαβαν νὰ ἐξομολογηθοῦν καὶ δὲν ἔδωσαν τὸν πρέποντα καρπό μετανοίας, αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων οἱ ψυχές ἀπῆλθαν στὸν Ἅδη καὶ ὑπομένουν τὴν ποινή γιὰ τὰ ἀμαρτήματά τους που διέπραξαν, μὲ τὴν ἔννοια τῆς προγεύσεως, ἀλλά καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα. Συναισθάνονται βέβαια ὅτι θα ἀπαλλαγοῦν ἀπό κεῖ, θὰ ἐλευθερωθοῦν λόγῳ τῆς ἄκρας ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ, διά μέσου τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν ἐλεημοσυνῶν τῶν συγγενῶν.

Πρέπει ὄμως νὰ ἀντιληφθούμε ὅτι ἐμεῖς δὲν γνωρίζουμε τὸν καιρό τῆς ἀπαλλαγῆς. Τὸ ὅτι ἀσφαλῶς γίνεται κάποια ἀνακούφισις, κάποια δροσιά καὶ πριν τὴν κοινή ἀνάσταση καὶ κρίσι, τὸ γνωρίζουμε καὶ τὸ πιστεύουμε. Τὸ πότε γίνεται, ὅμως, τὸ ἀγνοούμε».

Είναι πολύ παρηγοριά τα λόγια αυτά για περιπτώσεις που αναρωτιόμαστε «τι θα γίνουν αυτές οι ψυχές»… αλλά και εμείς δεν πρέπει να βιαζόμαστε βγάζοντας κρίσεις και αποφάσεις για ανθρώπους που έφυγαν από δω με την α΄ και β΄ εκκρεμότητα ή αμαρτία ή αμαρτωλή κατάσταση. Πολλές φορές βλέπουμε την αμαρτία όπου είναι το αρατό μέρος μιας κατάστασης αλλά δεν γνωρίζουμε το αόρατο μέρος όπου είναι η μετάνοια, ο εσωτερικός έλεγχος, η συντριβή και η αυτομενψία του ανθρώπου που έφυγε. Αυτό το γνωρίζει μόνο ο Παντογνώστης Κύριος και Θεός ημών!!!

Ο ΤΕΛΩΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ

Πολλοί Πατέρες ασχολήθηκαν με το τι συμβαίνει στις ψυχές, όταν χωρίζονται από το σώμα. Οι άνθρωποι σήμερα γεμάτη απιστία ομολογούν ότι τα πάντα τελειώνουν στο φτυάρι του νεκροθάφτη. Όμως η εγκυρότητα και η γνησιότητα της εκκλησίας που εκφράζεται από φωτισμένους και ηγιασμένους Πατέρες μας δίνει απαντήσεις και διαλευκάνει το σκοτεινό τοπίο του Θανάτου.

Κάθε χριστιανός έχει το δικό του Φύλακα-Άγγελο που τον προστατεύει, τον οδηγεί προς το καλό, του ξυπνά την συνείδηση, μάχεται τον διάβολο και τα πονηρά πνεύματα γιατί θέλουν να κατασπαράξουν την ψυχή που φυλάει. Έτσι ανάλογα ο Άγιος Άγγελος μας έχει το δικαίωμα να παίρνει πρωτοβουλίες για να μας προστατέψει την ώρα του Θανάτου! Άλλωστε και αυτό παρακαλούμε κάθε βράδυ στο Μικρό Απόδειπνο, με την ανάλογη ευχή: «Ἅγιε Ἄγγελε, ὁ ἐφεστώς τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς καὶ ταλαιπώρου μου ζωῆς, μὴ ἐγκαταλίπῃς με τὸν ἁμαρτωλόν…, μὴ δώης χώραν τῷ πονηρῷ δαίμονι, κατακυριεῦσαί μου τῇ καταδυναστείᾳ τοῦ Θνητοῦ τούτου σώματος…». Κατά την ώρα δηλαδή του Θανάτου να μην επιτρέψεις στο διάβολο, τον πονηρό δαίμονα να με αρπάξει. Να μην με αιχμαλωτίσει στο σκοτεινό του βασίλειο. Στέκεται δίπλα μας Φύλακας, σκεπαστής και προστάτης ενώ εμείς τον λυπούμε καθημερινά με τις πτώσεις μας. Οι Δαίμονες καραδοκούν εξαιτίας του μίσους για τις χριστιανικές ψυχές και επιχειρούν να πέσουν με λύσσα πάνω τους ιδίως για εκείνες που άκουσαν τις προτροπές τους και έκαναν τα άτιμα προστάγματά τους πράξη. Έτσι την ώρα του θανάτου αρχίζει μία μεγάλη πάλη. Οι μεν ψυχές που έζησαν με δικαιοσύνη και αγωνιστικότητα να τηρούν το Άγ. Θέλημα του Θεού έχουν το φωτεινό εκείνο στίγμα του Τριαδικού Θεού και γεμάτες φως αποδιώκουν το σκοτεινό πρόσωπο των δαιμόνων.

Όσες όμως έγιναν έρμαιο κακών και φαύλων πράξεων και δεν μετανόησαν και δεν ζήτησαν συγχώρηση από τον Θεό, φέρουν το σκοτεινό στίγμα του Διαβόλου και των δαιμόνων, το χάραγμα του Αντιχρίστου από τώρα (!) και δικαιωματικά οι κακοί άγγελοι αρπάζουν και βυθίζουν τις ψυχές τους στο ανελέητο σκότος… Γύρω από το νεκρικό κρεβάτι κάθε παράταξη διεκδικεί την κεκοιμημένη ψυχή. Ακόμα και σε δίκαιες και ευάρεστες γίνεται η παραπάνω μάχη. Εδώ αδελφοί μου δεν δίστασαν να πειράξουν τον Κύριο μας στο Σαραντάριο Όρος. Τον Θεάνθρωπο, τον τέλειο άνθρωπο και Θεό μέχρι και εκεί δόθηκε ευκαιρία σ’ αυτόν από το Θεό.

Ο Ιερός Χρυσόστομος τους ονομάζει «αγγέλους απειληφόρους» «δυνάμεις αποτόμους». Ο Άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας μας περιγράφει παραστατικότατα τον τελωνισμό των ψυχών και θα πρέπει να δώσουμε προσοχή. Να αγωνιστούμε όσο γίνεται περισσότερο να είμαστε έτοιμοι σ’ αυτήν την δύσκολη ώρα της εξόδου μας από την ψευτιά του κόσμου τούτου. Το μυστήριο της εξομολογήσεως μας περιμένει πάντοτε και η αγκαλιά του εύσπλαχνου πατέρα είναι ανοικτή. Ο σπόγγος της ευσπλαχνίας του θα σβήσει κάθε αμαρτία, κάθε παράβαση και θαομορφύνει η ζωή μας και έξω και θα αξιωθούμε της ουρανίου μακαριότητας. Αρκεί να θελήσουμε, αρκεί να καταλάβουμε τα όσα γίνονται μέσα μας και έχουν ανάγκη αλλαγής και επιδιορθώσεως. Ας επανέλθουμε στην γνώμη του Αγίου λοιπόν:

«Η ψυχή, τη στιγμή που χωρίζεται από το σώμα της βλέπει τους «φοβερούς καὶ ἀγρίους καὶ ἀπηνεῖς καὶ ἀτίθασους δαίμονας, ὡς αἰθίοπας ζοφώδεις (μὲ μαῦρες ὄψεις) παρισταμένους». Και εάν μεν είναι δίκαιη, παραλαμβάνεται από τους Αγίους Αγγέλους. Ενώ όμως ανέρχεται διά του αέρος προς τα άνω, συνεχίζει την περιγραφεί ο Άγιος Κύριλλος, την άνοδό της την εμποδίζουν τα τελώνια (τα πονηρά πνεύματα), καθένα από τα οποία «προσφέρει τὰς οἰκείας ἁμαρτίας» των ψυχών. Δηλαδή τα πάθη, που προέρχονται από τις φυσικές αισθήσεις, από την όραση, την ακοή, την όσφρηση, την γεύση και την αφή, καθώς επίσης και κάθε άλλο αμάρτημα, στο οποίο μπορεί να βρεθεί ένοχη η ψυχή, με σκοπό να εμποδιστή η άνοδός της στο θρόνο του Κυρίου και να κατακρατηθεί από τις σκοτεινές δυνάμεις. Παράλληλα όμως και οι αγαθοί Άγγελοι προσφέρουν και δεικνύουν τα αγαθά έργα των ψυχών.

Σε περίπτωση που η ψυχή αποδειχθεί ενάρετη, οδηγείται από τους Αγγέλους στην ανεκλάλητη χαρά του ουρανού, στη «μέση» - φυσικά- κατάσταση των ψυχών, στην πρόγευση δηλαδή της Βασιλείας των Ουρανών. Αν, όμως, αποδειχθεί ότι ήταν αμαρτωλή και αμετανόητη, ζήσασα «ἐν ἀμελείᾳ ὁ ἀσωτία», τότε θα ακούσει την φοβερά εκείνη φωνή: «ἀρθήτω ὁ ασεβής, ἵνα μὴ ἴδῃ τὴν δόξαν Κυρίου». Αλλοίμονο!... και θα παραληφθεί βέβαια από τους δαίμονες. «Ἀρθήτω ὁ ἀσεβής»!...»

Και αρκετοί ιερείς που τυχαίνει να κοινωνούν ή να προσπαθήσουν τουλάχιστον κάποιους ετοιμοθάνατους έχουν πολλά να μας πουν. Ακούστε και κάτι ακόμα ανάλογο…

«Κάποιον ασθενή που ήταν μεγάλος στον όνομα, με εξουσία κοσμική, δύναμη και πλούτο πολύ, πήγα να τον κοινωνήσω ένα πρωί, κατόπιν παρακλήσεως των δικών του. Ήταν στον τελευταίο όροφο του νοσοκομείου, σε μονόκλινο δωμάτιο, πολυτελείας. Παρακάλεσα τους οικείους να μας αφήσουν μόνους, με σκοπό μήπως μπορέσω και προκαλέσω κάποια εξομολόγηση, μήπως έστω και την τελευταία στιγμή πάρω μία μικρή εξαγόρευση, όσο μπορούσε βέβαια να μιλήσει τότε.

Μόλις λοιπόν του έκανα την πρώτη ερώτηση, «μήπως κάνατε αυτό;» δεν μου απάντησε, αλλά άρχισε τρομαγμένος να φωνάζει να διώξω τους μαύρους δαίμονες από το δωμάτιο. Άρχισε να τρέμει… κιτρίνισε… μαύρισε… τα μάτια του γουρλωμένα από τον τρόμο, με έπιασε από τα ράσα, άρχισε να με τραβάει. (Ευτυχώς που η Θεία Κοινωνία ήταν κλειστή).

-Δεν τα θέλω αυτά που μου έφερες, μου λέει. Πάρ’ τα από δω, πάρ’ τα. Σώσε με, σώσε με, βοήθεια… βοήθεια.

Άρχισε να στριφογυρίζει στο κρεβάτι. Τρόμος, φόβος…, ο πανικός ήταν διάχυτος. Έκρυβε το πρόσωπό του, φοβόταν φαίνεται∙ ποιος ξέρει τι έβλεπε!

Έκανα συνέχεια προσευχή. Φοβερό πράγμα! Προσπαθούσα να τον καθησυχάσω∙ εις μάτην. Και ενώ με τραβούσε από τα ράσα, άρχισε να ζητά προθεσμία ζωής. Αυτό ήταν το πλέον τραγικό.

-Άφησε με να ζήσω μια μέρα, μια ώρα, μια ώρα…

Ήθελα να τον εξομολογήσω, να τον κοινωνήσω, να σωθεί η ψυχή του, κι όμως αυτός ζητούσε παράταση μια ώρα ζωής. Γιατί; Γιατί ζητούσε μια ώρα ζωή;

-…Για να χορτάσω τη ζωή. Βοήθεια, παπά μου, μια ώρα θέλω, μια ώρα ζωής, μια ώρα, για να την χορτάσω, να την χορτάσω…

Κι έσφιγγε τα χέρια του και φώναζε:

-Μία ώρα, μία ώρα…

Φοβερό, τι να σα πω;!!

Από τις φωνές έτρεξαν οι δικοί του. Έτρεξαν και οι γιατροί. Τραβήχτηκα σε μία άκρη κι έκανα όση προσευχή μπορούσα.

Εκείνος εξακολουθούσε να φωνάζει συνέχεια… Σιγά, σιγά, σιγά, λιγόστευε η φωνή του, λιγόστευε…

-….Βοήθεια… βοήθεια… βοήθεια… μια ώρα, να την χορτάσω, να την χορτάσω… μακριά αυτοί οι μαύροι…

Δυστυχώς δεν μπόρεσα να τον κοινωνήσω στην κατάσταση που βρισκόταν, γιατί κουνούσε το κεφάλι του δεξιά – αριστερά, τίναζε πόδια και χέρια, τρανταζόταν ολόκληρος».

Όλα αυτά τα λέμε και τα διαβάζουμε όχι για εντυπωσιασμό: αλλά για να κατανοήσουμε πόσο σπουδαία είναι η μετάνοια. Ο Θεός δεν θα μας πει γιατί πράξαμε κακώς στη ζωή μας αλλά γιατί δεν μετανοήσαμε, γιατί δεν τα απομακρύναμε από την ψυχή μας. Η μετάνοια πρέπει να καλλιεργείται κάθε λεπτό στην ψυχή μας, σαν την αναπνοή μας. Τόσο απαραίτητη είναι αλλιώς δεν θα είμαστε έτοιμοι την ώρα του θανάτου μας. Ας σκεφτόμαστε πάντοτε και τον ξαφνικό θάνατο… ίσως πιστεύουμε και τους εαυτούς μας δεδικαιωμένους και αγίους

Πολλές φορές, στο πρόσωπο του απελθόντος αποτυπώνεται γαλήνη και ηρεμία. Άλλες φορές γλυκαίνει, ομορφαίνει η όψη, γίνεται σαν παιδάκι, κοιμάται απαλά και άλλοτε πάλι αποτυπώνεται φρικιαστική αγωνία, σκληράδα και οι παριστάμενοι παγώνουν. Βέβαια όλα αυτά είναι μόνο ενδείξεις γιατί η κρίση του Θεού είναι άβυσσος. Εμείς θα πρέπει να κάνουμε για τους συγγενείς και γνωστούς όλα εκείνα που διδάσκει η εκκλησία και αναφέραμε πιο πάνω.

Όσες λοιπόν εκφωνήσεις λέμε σχετικά με τους νεκρούς είναι από την αγάπη και ευσπλαχνία της εκκλησίας για την ανάπαυση των προαπελθώντων πιστών τέκνων της. Γι’ αυτό και καταλήγει όλη η ευχή:

«Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεός ὑπάρχεις…»

ΟΙ ΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΚΑΤΗΧΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΟΥΝΤΩΝ

Μετά και την εκτενή ακολουθεί η αναφορά του ιερέως στους κατηχουμένους. Το θέμα των κατηχουμένων έχει ρίζα τους πρωτοχριστιανικούς χρόνους. Αν κάποιος ειδωλολάτρης εκδήλωνε την επιθυμία να γίνει Χριστιανός, οι πιστοί τον οδηγούσαν στον τοπικό επίσκοπο. Εκείνος τον τοποθετούσε στην τάξη των κατηχουμένων και τον ετοίμαζε για να δεχθεί το βάπτισμα. Ο ποιμήν, λοιπόν, εξέταζε τον προσερχόμενο και από εδώ άρχιζε να τον προετοιμάζει για να μυηθεί στα της πίστεως. Αφού ο ίδιος ο υποψήφιος δηλώσει την επιθυμία του μαθαίνει-εκπαιδεύεται-ενημερώνεται για την χριστιανική διδασκαλία από πιστά τέκνα του Κυρίου. Οι κατηχούμενοι έμπαιναν στον Ναό σε ορισμένο σημείο (συνήθως στον Νάρθηκα) να παρακολουθήσουν ως ένα σημείο τη Θεία Λειτουργία (όχι όλη). Όταν ο διάκονος έλεγε την εκφώνηση «μὴ τὶς τῶν κατηχουμένων» αποχωρούσαν γιατί δεν είχαν ακόμη τον φωτισμό και την σφραγίδα του Αγ. Βαπτίσματος. Συνήθως το στάδιο αυτό κρατούσε 3 χρόνια ενώ τον τρίτο πια ετοιμαζόντουσαν για το Άγιο Βάπτισμα που συνήθως γινόταν κατά το Άγ. Πάσχα. Από την τάξη των κατηχουμένων (κατά την Αγ. Τεσσαρακοστή) προβιβαζόταν στην τάξη των «πρὸς τὸ ἅγιο φώτισμα εὐτρεπιζομένων» γι’ αυτό και στην Θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων υπάρχουν οι σχετικές αιτήσεις (πρβλ).

Στην αρχαία εκκλησία υπήρξε όμως και μία άλλη τάξη να αποχωρούν από τον Ναό και όσοι αν και βαπτισμένοι είχαν πέσει σε μεγάλα και θανάσιμα αμαρτήματα χωρίς να προσέξουν στην ζωή τους και τα οποία έγιναν γνωστά στο εκκλησίασμα και έδωσαν αφορμή στους ειδωλολάτρες να κατηγορούν τους χριστιανούς. Όσοι απ’ αυτούς μετανοούσαν ειλικρινά έμπαιναν ξανά στο ναό αλλά μέχρι τον Νάρθηκα μαζί με τους κατηχουμένους και αναχωρούσαν κατά την ίδια ώρα μ’ αυτούς, μη έχοντας δικαίωμα να μετέχουν στην αναίμακτο θυσία.

Σε όσους αμάρταναν λοιπόν θανάσιμα η εκκλησία «παιδαγωγικά» τους έβαζε βαριά επιτίμια και κανόνες. Αυτοί ήταν λοιπόν οι «μετανοούντες» και χωρίζονταν σε κατηγορίες:

α) Οι αφοριζόμενοι ή αφορισμένοι:

Η εκκλησία τους απέκοπτε τελείως από το σώμα της και τους θεωρούσε νεκρούς. Μόνο με δική τους ομολογία, λίβελων υπογράφοντες τους δεχόταν πάλι στους κόλπους τη. Σ’ αυτούς ανήκουν και οι «ἐν Θεῷ ἀρνήσει περιπεσούντες» (πρβλ Σύνοδος Ορθοδοξίας Κυρ.) (Ανάλυση λέξεως : αφορίζω + ανάθεμα). Σύμφωνα επίσης με τους κανόνες της Εκκλησίας όποιος απουσίαζε και από την Κυριακή πάνω από 3 φορές (εκτός σοβαρού λόγου υγείας κ.λ.π) αφορίζονται και αυτοί. Σήμερα έχει καταργηθεί το μέτρο αυτό, τότε που εφαρμοζόταν είχε αποτελέσματα.

β) Προσκλαίοντες και χειμαζόμενοι: Ήταν οι χριστιανοί που είχαν πέσει σε θανάσιμα αμαρτήματα και παρέμεναν έξω από τον ναό κατά την Θ. Λειτουργία (με όλες τις καιρικές συνθήκες) και ζητούσαν από τους εισερχόμενους χριστιανούς με πολλά δάκρυα γονατιστοί να προσευχηθούν να τους συγχωρέσει ο Θεός. Δεν έπαιρναν ούτε αντίδωρο.

γ) Οι υποπίπτονες: ήταν συνήθως γονατιστοί μέσα στον Ναό και τις Κυριακές ακόμα. Δέχονταν μόνο την ευλογία του Επισκόπου και αναχωρούσαν από τον ναό λόγω του πλήθους των αμαρτιών τους μαζί με τους κατηχούμενους (πρβλ τσακωμοί στα στασίδια κ.λ.π.).

δ) Συνιστάμενοι: είναι οι περισσότεροι Χριστιανοί σήμερα και είναι αυτοί που έχουν κανόνα να μην κοινωνούν. Παρακολουθούν την Θ. Λειτουργία και παίρνουν μόνο αντίδωρο.

ε) Οι ακροώμενοι: μπορεί να ήταν Ιουδαίοι, Εθνικοί που εισέρχονταν στο Νάρθηκα άκουγαν μέρος της Θ. Λειτουργίας και έφευγαν κατόπιν.

Κατά την άποψη πολλών Ιερέων, Αρχιερέων και Γεροντάδων επιβάλλεται και σήμερα η δημιουργία μίας τάξεως μετανοούντων καθότι υπάρχουν άνθρωποι αδιάφοροι, σκληροτράχηλοι, αγνοούντες, αμφιβάλλοντες, ολιγόπιστοι, κακόπιστοι, αμετανόητοι, χλευάζοντες που παρότι είναι βαπτισμένοι έχουν ανάγκη επαναευαγγελισμού και κατηχήσεως σχετικά με την πίστη μας.

Και εμείς οι ποιμένες αδιαφορούμε και εισέρχονται οι λύκοι με τις ψεύτικες διδασκαλίες ή χειρότερα με τις πλάνες με ανάμικτο το ψεύδος και την αλήθεια για να ξεγελάσουν και να αρπάξουν τα πρόβατα. Έχουμε ευθύνη να λέμε την αλήθεια και ας μην αρέσουν τα λόγια μας, και ας μην χαϊδεύουν τα αφτιά των ακροατών αλλά να είναι λόγια σωτηρίας και ας πονούν. Οι περισσότεροι από εμάς τρέμουν να πουν την αλήθεια σε ισχυρά πρόσωπα, σε ανθρώπους που έχουν συμφέρουν και τους βοηθούν οικονομικά. Η κρίση τους μεροληπτεί για να μην χαλάσουν τις κοινωνικές σχέσεις τους και το προφίλ τους. Όμως θα δώσουμε όλοι λόγω σον απροσωπόληπτο Θεό, ο οποίος μας λέγει να φανερώνουμε την αλήθεια όπως έκανε και ο Υιός του ο Μονογενής.

Σήμερα υπάρχουν κατηχούμενη, χρειάζονται να λέγονται αυτές οι αιτήσεις;

Οι αιτήσεις των κατηχουμένων απλώνονται και σε μας τους Χριστιανούς που με τις αμαρτίες μας ως εξόριστοι και ανάξιοι παραβαίνουμε τους όρους της αγίας Εκκλησίας και φυσικά τις εντολές του Χριστού. Έτσι δεν έχουμε μέσα μας την ειρήνη και την γαλήνη για να υποδεχθούμε τα άγια μυστήρια και τα πάθη διώχνουν της θεοφιλείς προϋποθέσεις για να κατοικήσει ο Άγιος Άρτος και το ζωοποιό Δεσποτικό Αίμα στην ψυχή μας. Έτσι αρκετοί από μας έχουμε ανάγκη «επαναευαγγελισμού» μία δεύτερη κατήχηση καθότι η αμαρτία και οι συνήθειες της έφθειραν κάθε τι πνευματικό μέσα μας.

Σε κάθε αίτηση ο λαός απαντάει με το «ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ».

Ο όσιος Νικόλαος ο Καβάσιλλας γράφει: «το να ζητεί κανείς από το Θεό το έλεος σημαίνει να ζητάει την βασιλεία Του, την οποία ο Χριστός υποσχέθηκε ότι θα δώσει σε όσους την ζητούν και ότι θα προσθέσει και όλα τα άλλα που τους χρειάζονται. Γι’ αυτό οι πιστοί αρκούνται στην δέηση αυτή: διότι αυτή ισχύει για όλα μαζί».

Και κατά άλλη ερμηνεία: «Αυτό είναι αίτημα καταδικασμένων, οι οποίοι αφού στερηθούν από κάθε απολογία και μη έχοντας να παρουσιάσουν την παραμικρή δικαιολογία, αφήνουν αυτή την έσχατη φωνή στο δικαστή. Περιμένουν δε να πετύχουν αυτό που ζητούν, όχι επειδή αυτό απαιτεί η δικαιοσύνη, αλλά λόγω της φιλανθρωπίας του δικαστού. Με την πράξη τους αυτή επιβεβαιώνουν την μεγάλη καλοσύνη του δικαστού και τη δική τους κακότητα. Το πρώτο είναι πράξη ευχαριστίας, ενώ το δεύτερο εξομολογήσεως:

Ἐγώ οὖν, οἶδας, Δέσποτα, ὡς οὐδέποτε ἔργοις

ἐπίστευσα ἤ πράξεσι ψυχῆς μου σωτηρίαν,

ἀλλά τῷ σῷ φιλάνθρωπε, προσέδραμον ἐλέει

θαρρήσας, ὅτι σώσεις μὲ δωρεάν, πανοικτίρμον,

καὶ ἐλεήσεις ὡς Θεός καθώς ποτέ τὴν πόρνη

καὶ ὡς τὸν ἄσωτον Υἱόν, τὸ Ἥμαρτον! εἰπόντα.

Οὕτω πιστεύσας ἔδραμον, οὕτω θαρρήσας ἦλθον».

 ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

ΠΑΝΗΓΥΡΗ ΑΓΙΑΣ ΖΩΝΗΣ