Ο Ιησούς βρίσκεται στις όχθες της λίμνης της Γαλιλαίας κοντά στην Καπερναούμ που είναι το κέντρο της δράσεως του.
Όταν πληροφορήθηκε ότι ο Άγιος Πρόδρομος φυλακίστηκε από τον βασιλιά Αντίπα αναχώρησε στη Γαλιλαία.
Ενώ περπατά στην όχθη βλέπει τους υιούς Ιωνά να ρίχνουν στη λίμνη
‘’ ἀμφίβληστρον ‘’ δηλαδή μικρό κυκλικό δίκτυ μέσα από την ψαρόβαρκα τους.
Η αναφορά του Ευαγγελιστού ‘’ ἤσαν γάρ ἁλιεῖς ‘’ δεν είναι τυχαία, ούτε γίνεται για να δοθεί η πληροφορία περί του επαγγέλματος των δύο αδελφών.
Θέλει να υπογραμμίσει ότι ο Ιησούς δεν επιλέγει τους μαθητές του μεταξύ των ισχυρών η των ‘’ διαβασμένων ‘’ της εποχής του.
Θέλοντας να διδάξει στους ανθρώπους πράγματα παράδοξα, δόγματα νέα ουράνιες αλήθειες.
Αναζητά εκείνους που θα υπηρετήσουν ένα τέτοιο έργο, δεν ζητά την βοήθεια βασιλέων, πλουσίων, ρητόρων και φιλοσόφων αλλά των αγραμμάτων και πτωχών ψαράδων.
Τους επιλέγει μεταξύ των περιφρονημένων από τους Φαρισαίους και άρχοντες του Ισραήλ, όπως ήταν οι ψαράδες της Γαλιλαίας.
Τα δύο αδέλφια ήταν ο Σίμων ‘’ ὁ λεγόμενος Πέτρος ‘’ και ο αδελφός του Ανδρέας.
Οι δύο αδελφοί είχαν ο μέν όνομα ελληνικό ο δε εξελληνισμένο ( Σίμων αντί Συμεών ).
Τα λόγια που τους απευθύνει είναι απλά και απέριττα ‘’ δεῦτε ὀπίσω μου, καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων ‘’.
Είναι όμως λόγια αυθεντίας, ‘’ελάτε και θα σας κάνω’’.
Τήρησε βέβαια τον λόγο του και μετά την κάθοδο του Παναγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή οι ψαράδες έγιναν Θεολόγοι και Ευαγγελιστές της αιώνιας ζωής και σωτηρίας.
Οι λόγοι του προς τους μαθητές περιέχουν δύο καίρια σημεία. Μία προσταγή και μία επαγγελία.
Η προσταγή γίνετε για να τον ακολουθήσουν οι μαθητές και μάλιστα αμέσως και χωρίς καμία καθυστέρηση. ‘’ δεῦτε ‘’.
Η επαγγελία αναφέρεται στην επιτυχία της ιεραποστολής που θα αναλάβουν να διακονήσουν οι μαθητές.
Αλλά και κάθε απλού μαθητή κατά την αναλογία της πίστεως.
Διότι η διάδοση του χριστιανισμού στα πέρατα της οικουμένης κατά τους πρώτους αιώνες ήταν έργο απλών μελών της Εκκλησίας σε πολλές περιπτώσεις και όχι κατ΄ αποκλειστικότητα των Αποστολών.
Ξέρουμε ότι οι Εκκλησίες της Αντιοχείας, της Εφέσου, και της Ρώμης ιδρύθηκαν από αφανείς αγνώστους χριστιανούς.
Οι δύο ψαράδες αφήσαν αμέσως και ασηζητητή τα δίχτυα τους και ακολούθησαν τον Κύριο.
Σημειώνει ο ιερός Χρυσόστομος ‘’ βλέπε την πίστη και την υπακοή τους,
παρ΄ όλο όπου ήσαν στη μέση της εργασίας τους, μόλις τον άκουσαν να τους καλεί δεν ανέβαλαν τον χρόνο.
Δεν είπαν να τελειώσουμε το ψάρεμα, να τακτοποιήσουμε τα εργαλεία μας και να το συζητήσουμε από κοντά, αλλά άφησαν τα πάντα αυτοστιγμή και τον ακολούθησαν.
Η υπακοή των δύο μαθητών στην κλίση του Θεού είχε και αυτή δύο χαρακτηριστικά σημεία.
Πρώτον είναι άμεση και δεύτερο ολοκληρωτική.
Οπωσδήποτε οι δύο αδελφοί αισθάνονται στο πρόσωπο του καλούντος τον Ζωοδότη Κύριο για να έχουν αυτή την συμπεριφορά.
Όπως ο ληστής στο σταυρό και η πόρνη που άλειψε με μοίρο τον Κύριο.
Κανείς δεν ακολουθεί ολοκληρωτικά τον Ιησού και δεν κάνει σπίτι του την Εκκλησία αν δεν αισθανθεί ότι το κάλεσμα που του γίνετε είναι από τον Δημιουργό του κόσμου, τον Θεό και Πατέρα μας.
Όπως το μικρό παιδί δίνει το χέρι του με τυφλή εμπιστοσύνη και χωρίς ενδοιασμούς στον πατέρα του για να το περάσει τον δρόμο που τον διασχίζουν αυτοκίνητα.
Έτσι και οι μαθητές δεν αναβάλλουν την απόφαση τους, ούτε έχουν κάποιες επιφυλάξεις, δεν αφήνουν δεσμούς με το παρελθόν.
Αποτάσσουν χωρίς ενδοιασμούς το σύνολο αυτών που τους ενώνει με το παρελθόν, για να ακολουθήσουν με αφοσίωση τον Χριστό.
Αυτή η ‘’ αποταγή ‘’ υπενθυμίζεται πάντοτε και ζητείται από τον βαπτιζόμενο στην ακολουθία του βαπτίσματος.
Ο Κύριος συνεχίζει την αλιεία ψυχών και απευθύνεται στα παιδιά του Ζεβεδαίου.
Αυτοί ευρίσκοντο πάνω στο πλοιάριο μαζί με τον πατέρα τους επισκευάζοντας τα δίκτυα.
Με την κλήση των τεσσάρων μαθητών που τον ακολουθούν αρχίζει την δράση του στην Γαλιλαία περιδιαβένοντας τις κώμες διδάσκοντας στις κατά τόπους Συναγωγές.
Η επιλογή των συναγωγών γίνεται αφ΄ ενός διότι εκεί συγκεντρώνονταν ο λαός για να λατρεύσουν τον θεό, αλλά και αφ΄ ετέρου για να δειχθεί η συνέχεια των δύο Διαθηκών.
Ο Χριστός διδάσκει το ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού και επιτελεί θεραπείες και ιάσεις.
Με τον τρόπο αυτό επικυρώνει διά σημείων το ευαγγέλιο Του, δίνοντας δείγματα της αυγής του νέου αιώνα.
Η έννοια της βασιλείας του Θεού ήταν γνωστή στους Ιουδαίους και αποτελούσε αντικείμενο των προσδοκιών τους.
Πραγματικότητα που ήταν διατυπωμένη στα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης.
Ακόμη οι δύσκολες και δυσβάστακτες περιπέτειες του λαού έκαναν πιο έντονη την αναμονή της βασιλείας του Θεού.
Όμως από την άλλη συνέδεσαν την αναμενόμενη βασιλεία με την εθνική αποκατάσταση και με ένα Μεσσία πολιτικό.
Αυτός θα υπέταζε τα άλλα έθνη για να αποκτήσει ο λαός ειρήνη και ευημερία.
Ο Ιησούς φανέρωσε το πραγματικό χαρακτήρα της Βασιλείας του Θεού και τόνιζε ότι αυτή δεν είναι τοπικά η χρονικά καθορισμένο βασίλειο, αλλά ένας καινούριος κόσμος.
Αυτός δεν θα υπακούει σε χρονικούς η άλλους περιορισμούς του σχήματος του κόσμου τούτου που θα αλλάξει.
Ότι ανοίγει μία νέα ποιότητα ζωής, μία νέα κατάσταση πραγμάτων που δεν έχει να κάνει με ανθρώπινες προσπάθειες αλλά με την επέμβαση του Δημιουργού για την πραγμάτωση της.
Η βασιλεία του Ιησού φέρνει την αγάπη αντί του μίσους, την πίστη αντί της αμφιβολίας, την ελπίδα αντί της απόγνωσης.
Την νέα σχέση με τον Θεό Πατέρα και συνάνθρωπο αδελφό.
Είναι παρούσα και μελλοντική.
Είναι ήδη πραγματικότητα αλλά απαιτεί από τον άνθρωπο εγρήγορση για τον αιφνίδιο ερχομό της.
Τα έσχατα έγιναν πραγματικότητα που ζεί ο άνθρωπος μέσα στον νέο παράδεισο που έκτισε με το τίμιο Αίμα Του, την Εκκλησία.
Αθανάσιος Κατσίκης αρχιτέκτων